19 Ιανουαρίου 2012

Η φωτογράφος Βούλα Παπαϊωάννου (1898-1989)




Γεννήθηκε στη Λαμία και μεγάλωσε στην Αθήνα ,όπου παρακολούθησε και μαθήματα ζωγραφικής στο Πολυτεχνείο. Το ενδιαφέρον της για την τέχνη είναι μεγάλο και με τα συχνά ταξίδια της στο εξωτερικό και τις επισκέψεις σε μουσεία και εκθέσεις ενημερώνεται για την εικαστική κίνηση. Η ενασχόληση της με τη φωτογραφία ξεκινάει σε μεγάλη σχετικά ηλικία αλλά την απορροφάει ολοκληρωτικά. Ξεκινάει φωτογραφίζοντας τα εκθέματα για λογαριασμό του Εθνικού αρχαιολογικού Μουσείου. Με την κήρυξη του πολέμου το '40 αρχίζει να φωτογραφίζει κοινωνικά θέματα και συνεχίζει και στην διάρκεια της κατοχής.Με την κάλυψη διαφόρων ανθρωπιστικών επιτροπών φωτογραφίζει τα φοβερά μαρτύρια του λαού, τη δυστυχία, τα πεινασμένα παιδιά. Το 1945 αναλαμβάνει τη διεύθυνση του φωτογραφικού τμήματος της UNRRA και φωτογραφίζει τις σκληρές συνθήκες διαβίωσης στην ύπαιθρο. Το φωτογραφικό της έργο στη δεκαετία '40-'50 είναι ένα συγκλονιστικό κοινωνικό ντοκουμέντο. Από κει και πέρα και μέχρι μια ασθένεια των ματίων της να την αναγκάσει να σταματήσει να φωτογραφίζει, η εκφραστική δύναμη της φωτογραφίας της αδυνατίζει και είναι περισσότερο μια ωραία τουριστική εκδοχή της Ελλάδας, μιας Ελλάδας φτωχής πλην τίμιας. Το αρχείο της το δώρισε στο μουσείο Μπενάκη το 1976.

Στροφή στην πορεία του έργου της αποτέλεσε η κήρυξη του πολέμου του ’40 και ιδιαίτερα τα δεινά του άμαχου πληθυσμού της Αθήνας που ενεργοποίησαν την κοινωνική συνείδηση της φωτογράφου. Με τη διαπίστωση ότι ο φακός της έχει τη δύναμη να προκαλέσει συνειδήσεις έγινε μάρτυρας στον αποχαιρετισμό των στρατευμένων, στις ετοιμασίες της πόλης για την αντιμετώπιση των εκτάκτων αναγκών και στη φροντίδα των πρώτων τραυματιών. Όταν η πείνα έπληξε την πρωτεύουσα κατήγγειλε τη φρίκη του πολέμου με τις συγκλονιστικές μορφές των αποσκελετωμένων παιδιών.

Μετά την Απελευθέρωση ως υπεύθυνη του φωτογραφικού τμήματος της UNRRA (United Nations Relief and Rehabilitation Administration) περιηγήθηκε τη ρημαγμένη ελληνική ύπαιθρο και κατέγραψε τις δύσκολες συνθήκες διαβίωσης των κατοίκων της. Ξεφεύγοντας συχνά από τις εντολές της υπηρεσίας της απαθανάτισε προσωπικές ιστορίες και φυσιογνωμίες απλών ανθρώπων που παραπέμπουν μάλλον στην αξιοπρέπεια παρά στην εξαθλίωση.

Στη δεκαετία του ’50 το έργο της εκφράζει την αισιοδοξία που επικρατούσε (μετά τον πόλεμο) για το μέλλον της ανθρωπότητας και ιδιαίτερα την τάση στην επάνοδο των παραδοσιακών αξιών. Πέρα από κάθε προηγούμενη ρομαντική προσέγγιση, αποτύπωσε και πάλι το ελληνικό τοπίο με τα σημάδια της ιστορίας του, τραχύ, άνυδρο, λουσμένο στο φως και τους κατοίκους του φτωχούς, αυτάρκεις και περήφανους.

Η Βούλα Παπαϊωάννου εντάσσεται στο ρεύμα της «ανθρωπιστικής φωτογραφίας» που αναπτύχθηκε ως αντίδοτο της κατάλυσης των ανθρωπίνων αξιών εξαιτίας του πολέμου. Ο αγώνας των συμπατριωτών της για επιβίωση όπως αποτυπώθηκε από το φακό της με σεβασμό, καθαρή ματιά και διακριτική συμμετοχή, αποκτά παγκοσμιότητα και αντανακλά τη πίστη στη δύναμη του απλού ανθρώπου και στην αξία της ζωής.


Η διαδρομή της στη φωτογραφία χωρίζεται σε τέσσερις κύριες θεματικές ενότητες με χρονική διαδοχή: α) τα πρώτα βήματα στη φωτογραφία (1935 - 1940), β) από τη ζωή στην Αθήνα μετά την κήρυξη του πολέμου έως την απελευθέρωση (1940 - 1944), γ) η ρημαγμένη ελληνική ύπαιθρος και η προσπάθεια ανασυγκρότησης της χώρας (1944 - 1950) και δ) συμβολή στη μεταπολεμική φωτογραφική απεικόνιση της Ελλάδας (1950 - 1965).



































































πηγή
και google images
Πολύ γνωστές είναι οι φωτογραφίες της από το Βρεφοκομείο Αθηνών. Να τι λέει η ίδια για το ίδρυμα αυτό: 
"Φιλανθρωπικό Ίδρυμα με σκοπό την περίθαλψη και συντήρηση αμφοτέρων των φύλων, εγκαταλελειμμένων υπό των γεννητόρων ή ορφανών πατρός ή μητρός και φυσικών εξωγάμων εφ' όσον η μήτηρ στερείται αποδεδειγμένως των μέσων συντηρήσεως του βρέφους. Δύο μωρά την ημέρα είναι ο μέσος όρος των εισαγομένων βρεφών στο Δημοτικό Βρεφοκομείο Αθηνών. Τα περισσότερα βρίσκονται στα σκαλοπάτια των σπιτιών και μερικά στα σκαλοπάτια του Ιδρύματος. Άλλα, παιδιά εκτός γάμου, έρχονται απευθείας από τα Μαιευτήρια. Τα παιδιά μένουν, εκτός αν υιοθετηθούν, έως ότου γίνουν δύο ετών. Παρά το μεγάλο αριθμό ορφανών σήμερα στην Ελλάδα και την ασταθή οικονομία του Κράτους, είναι δύσκολο να βρεθούν ανάδοχοι γονείς. Το πρόβλημα του τι θα απογίνουν αυτά τα παιδιά γίνεται σοβαρό. Την παρούσα στιγμή το Δημοτικό Βρεφοκομείο Αθηνών εχει 230 παιδιά. Παιδιά που ειναι πάνω από δύο ετών και δεν έχουν υιοθετηθεί, και για τα οποία δεν υπάρχει χώρος στο Ορφανοτροφείο, φιλοξενούνται σε δύο άλλα κτίρια εξίσου ακατάλληλα και υπερπληθή. Η UΝΚΚΑ βοήθησε με τρόφιμα, φάρμακα, φαρμακευτικό υλικό και τεχνικές συμβουλές, ετσι ώστε οι συνθήκες να καλυτερεύσουν εδώ και ένα χρόνο, όταν η θνησιμότης των παιδιών έφθανε το 80%. Αλλά τα παιδιά δεν έχουν χώρο να παίξουν και με τι να παίξουν. Το Ίδρυμα για τη Σωτηρία των παιδιών είναι ένας εθελοντικός Οργανισμός που συνεργάζεται με την UΝΚΚΑ, τμήμα Ελλάδος, και εχει στείλει μία Προϊσταμένη Αδελφή, ειδικά εκπαιδευμένη στην πρόνοια παιδιών, για τουλάχιστον δύο χρόνια, στο Βρεφοκομείο Αθηνών. Το ίδιο πρόβλημα ισχύει και για τα άλλα Βρεφοκομεία της Χώρας".
Β. Παπαϊωάννου
















πηγή


Σημαντική πηγή πληροφοριών για το έργο της το βιβλίο της Φανής Κωνσταντίνου, "Βούλα Παπαϊωάννου. Μαρτυρίες από την κατοχική και μεταπολεμική Ελλάδα", Φωτογράφος,1990.

Κυκλοφορεί επίσης: Weber Johanna, Κωνσταντίνου Φανή, Πετσόπουλος Σταύρος (επιμ.), «Η φωτογράφος Βούλα Παπαϊωάννου Από το φωτογραφικό αρχείο του Μουσείου Μπενάκη», Άγρα.

Αφιέρωμα στη Βούλα Παπαϊωάννου, Καθημερινή, 28-29 Οκτωβρίου 1995: http://wwk.kathimerini.gr/kath/7days/1995/10/29101995.pdf

Δεν υπάρχουν σχόλια:

back to top