Μάθηση χωρίς σκέψη είναι χαμένος κόπος. Σκέψη χωρίς μάθηση είναι κίνδυνος. Κομφούκιος*
ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ
- Αρχική σελίδα
- Ταινίες
- Ντοκιμαντέρ
- Καλλιτεχνικά / Εκπαιδευτικά
- Οικολογία
- Φωτογραφία
- Δικαιώματα των Ζώων
- Περιβαλλοντική Εκπαίδευση
- Η ελληνική ως ξένη γλώσσα
- Δραματοθεραπεία
- Online Περιοδικά
- Διαδικτυακές διαλέξεις
- Εκπαιδευτικά Project
- Ψηφιακές Βιβλιοθήκες
- Μουσεία / Γκαλερί
- Street Art
- Εκθέσεις-Εκδηλώσεις
- Visual Research
- Απόψεις
- Κριτικοί Εκπαιδευτικοί Αναστοχασμοί
- BLOG 2
24 Οκτωβρίου 2011
Σύγκριση ελληνοκυπριακών και τουρκοκυπριακών σχολικών εγχειριδίων
του Γιάννη Παπαδάκη, Αναπληρωτή Καθηγητή Πανεπιστημίου Κύπρου
Η διδασκαλία της ιστορίας μπορεί να έχει διάφορους στόχους: την δημιουργία ταυτίσεων και την καλλιέργεια της εθνικής συνείδησης, την παροχή ηθικών διδαγμάτων, την ιστορική ανάλυση όσον αφορά την ιστορική αλλαγή και ιστορικά φαινόμενα, την δημιουργία ενσυναίσθησης (empathy) και την κατανόηση διαφορετικών οπτικών, ή και την ιστορική έρευνα καθ’ αυτήν και δημιουργία κριτικά σκεπτόμενων πολιτών, μεταξύ άλλων (Barton and Levstick 2004).
Στις δυο πλευρές της Κύπρου, όπως και στην Τουρκία και Ελλάδα από όπου υιοθετούνται οι βασικές αρχές διδασκαλίας της ιστορίας και τα ιστορικά μοντέλα, έχει καθιερωθεί η διδαχή της ιστορίας ως εθνική ιστορία με στόχο την καλλιέργεια εθνικής συνείδησης και ταύτισης με το τουρκικό ή ελληνικό έθνος αντίστοιχα. Τα βασικά ιστορικά μοντέλα που έχουν υιοθετηθεί στην Κύπρο είναι ταυτόσημα με αυτά της Ελλάδας και της Τουρκίας, με την ιστορία της Κύπρου να παρουσιάζεται ως παρένθεση της ιστορίας της Ελλάδας ή της Τουρκίας (Κoullapis 2002α, 2002β). Τα ελληνοκυπριακά και τουρκοκυπριακά βιβλία Ιστορίας της Κύπρου ακολουθούν τα αντίστοιχα της Ελλάδας και Τουρκίας και όσον αφορά την βασική ιδεολογία που τα διέπει, τον εθνοτικό εθνικισμό (ethnic nationalism). Ως ιδεολογία, ο εθνοτικός εθνικισμός υποστηρίζει ύπαρξη του έθνους ανέκαθεν το οποίο καθορίζεται κυρίως στη βάση καταγωγής και κουλτούρας (Smith 1991). Ως εκ τούτου θεωρείται δεδομένη η ύπαρξη των «Ελλήνων» και «Τούρκων» ως έθνη εδώ και χιλιάδες χρόνια σε αντίθεση με άλλες ακαδημαϊκές απόψεις που θεωρούν το έθνος ως απόρροια κοινωνικών μετασχηματισμών που επέφερε η νεωτερικότητα.(Anderson 1983, Gellner 1983, Kitromilides 1989).
Εξετάζοντας τα δυο βασικά ελληνοκυπριακά εγχειρίδια που παρουσιάζουν τις πιο ολοκληρωμένες επισκοπήσεις της ιστορίας για το δημοτικό (Πολυδώρου 1991) και το γυμνάσιο (ΥΑΠ 2005), προκύπτει ότι το βασικό ιδεολογικό σχήμα που τα διαπνέει είναι η έννοια του «Κυπριακού Ελληνισμού». «Ο εξελληνισμός του νησιού από τους Μυκηναίους, γεγονός που σημάδεψε την ιστορική του πορεία» (ΥΑΠ 2005α: 2) θεωρείται το σημαντικότερο γεγονός που καθόρισε τον χαρακτήρα της Κύπρου. Ως αποτέλεσμα αυτής της προσέγγισης, οι μεταγενέστερες περίοδοι της κυπριακής ιστορίας (με εξαίρεση τη Βυζαντινή) θεωρούνται ως περίοδοι υποδούλωσης σε ξένους δυνάστες, εξού και χαρακτηρίζονται ως –κρατία (Φραγκοκρατία, Ενετόκρατία, Τουρκοκρατία, Αγγλοκρατία). Υπό το πρίσμα αυτό, οι κοινότητες που κατοικούν στο νησί και δεν είναι Έλληνες αλλά βρίσκονται στην Κύπρο ως αποτέλεσμα διαφόρων κατακτήσεων ή μεταναστεύσεων θεωρούνται ως εξωγενή στοιχεία που αλλοιώνουν τον ελληνικό της ιστορικό χαρακτήρα. Στα ελληνοκυπριακά εγχειρίδια, χρησιμοποιείται συστηματικά η έννοια «Κύπριοι» ως ταυτόσημη με την έννοια «Έλληνες της Κύπρου» (Κουλλαπής 1998-1999). Άλλες εθνοτικές ομάδες, όπως οι Τουρκοκύπριοι, παρουσιάζονται ως να μην ανήκουν ουσιαστικά στην (ιστορικά ελληνική) Κύπρο, αλλά ως υπολείμματα ξένων δυναστών. Όπως χαρακτηριστικά αναφέρει το βιβλίο του δημοτικού, «Οι Κύπριοι ήταν και είναι χριστιανοί ορθόδοξοι.» (Πολυδώρου 1991: 58). Οι Τουρκοκύπριοι αποκαλούνται συνεχώς «Τούρκοι», με εξαίρεση ελάχιστες αναφορές σε αυτούς ως Τουρκοκύπριοι στο τέλος των βιβλίων. Κατηγοριοποιούνται ως μέρος του Τουρκικού έθνους που εμφανίζεται τόσο στα βιβλία Ιστορίας της Κύπρου όσο και αυτά της Ιστορίας της Ελλάδας ως ο βάρβαρος δυνάστης και εχθρός του «Ελληνισμού».
Τα τουρκοκυπριακά σχολικά εγχειρίδια που χρησιμοποιούνταν ως πρόσφατα (2004) ουσιαστικά αντιστρέφουν τους όρους, ακολουθώντας όμως την ίδια λογική του εθνοτικού εθνικισμού. Βασική έννοια που τα διέπει είναι η έννοια του Τουρκισμού με την Κύπρο να παρουσιάζεται ως ιστορικά τουρκική. Σε όλα τα βιβλία, ως αρχή της Ιστορίας της Κύπρου παρουσιάζεται η κατάκτηση της από τους Οθωμανούς το 1571 μ.Χ. Αν η ιστορία της Κύπρου ξεκινά από αυτό το έτος, τότε η Κύπρος εμφανίζεται ως «Τουρκική» για τα τρία τέταρτα της ιστορίας της, και άρα ως μια ιστορικά τουρκική επικράτεια. Η κατάκτηση της Κύπρου από τους Οθωμανούς παρουσιάζεται επίσης ως το καθοριστικό ιστορικό γεγονός που σφράγισε τον χαρακτήρα της: «Σε τέτοιο βαθμό που η σημερινή Κύπρος με τα πολυάριθμα τουρκικά της μνημεία έχει σήμερα διατηρήσει τον Τουρκικό της Χαρακτήρα.» (Serter 1990: 7).
Τα τουρκοκυπριακά εγχειρίδια εστιάζονται κυρίως στη ενδεκαετία 1963-1974 ως τη σημαντικότερη περίοδο της ιστορίας τους. Αυτή, όπως υποστηρίζουν, χαρακτηρίζεται από συνεχή επιθετικότητα σε βαθμό βαρβαρότητας των «Ρωμιών» (δηλαδή των Ελληνοκυπρίων) εναντίον των «Τούρκων της Κύπρου». Επιπλέον, ένα ολόκληρο βιβλίο με τίτλο «Ιστορία του Αγώνα των Τούρκων της Κύπρου» (Serter και Fikretoglu 1982) αφιερώνεται σχεδόν αποκλειστικά σ’ αυτή την περίοδο. Ο βασικός πολιτικός στόχος αυτών των βιβλίων, που κυκλοφορούσαν όταν η τουρκοκυπριακή Δεξιά μονοπωλούσε την εξουσία, ήταν η νομιμοποίηση της διχοτόμησης μέσω της επιλεκτικής παρουσίασης ενός παρελθόντος ανελέητης θυματοποίησης των «Τούρκων της Κύπρου» και απροκάλυπτης δαιμονοποίησης των «Ρωμιών» που οδηγούσε στο συμπέρασμα ότι «η ιστορία αποδεικνύει πως οι δυο κοινότητες ποτέ δεν μπόρεσαν και άρα ούτε θα μπορέσουν να ζήσουν μαζί.»
Ενώ όμως η τουρκοκυπριακή δεξιά προωθούσε ένα μοντέλο εθνοτικού εθνικισμού δίνοντας έμφαση στην κοινή καταγωγή και κουλτούρα με τους Τούρκους, η αριστερά προωθούσε ένα μοντέλο πολιτειακού εθνικισμού [civic nationalism] (Smith 1991) ή κυπροκεντρισμού, δίνοντας ιδιαίτερη έμφαση στον κοινό χώρο της Κύπρου και των ανθρώπων που ζουν σε αυτό ως (εν δυνάμει) κοινή πολιτεία Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων. Με την άνοδο στην εξουσία του αριστερού κόμματος CTP (Ρεμπουπλικανικό Τουρκικό Κόμμα) ξεκίνησε μια ριζοσπαστική αλλαγή των σχολικών εγχειριδίων ιστορίας με την άμεση παραγωγή τριών νέων βιβλίων για τη δευτεροβάθμια εκπαίδευση τα οποία καλύπτουν την ιστορία της Κύπρου από την άφιξη των πρώτων κατοίκων μέχρι το παρόν. Τα βιβλία αυτά πρωτοκυκλοφόρησαν το 2004 και αναθεωρήθηκαν το 2005 (ΜΕΚΒ 2005α, 2005β, 2005γ).
Η βασικότερη διαφορά με τα προγενέστερα εστιάζεται στην προσέγγιση τους στις έννοιες έθνος, εθνικισμός και ταυτότητα. Ο όρος «μητέρα-πατρίδα» για την Τουρκία δεν χρησιμοποιείται καθόλου και αντί αυτού χρησιμοποιείται συχνά η φράση «το νησί μας», ώστε να δημιουργηθεί ταύτιση με την Κύπρο αντί της Τουρκίας. Η λέξη «πατρίδα» χρησιμοποιείται τώρα αποκλειστικά για την Κύπρο (ΜΕΚΒ 2005β: 75). Γίνεται μάλιστα κριτική στα προγενέστερα βιβλία για το ότι «διδασκόταν ότι η Κύπρος είναι μια Τουρκική πατρίδα» (ΜΕΚΒβ: 65). Χρησιμοποιείται συχνά η λέξη «Κύπριοι», μια έννοια που συμπεριλαμβάνει και ελληνοκύπριους και τουρκοκύπριους, υποστηρίζοντας, για παράδειγμα, ότι η Κύπρος ήταν ο τόπος που όλοι αναγνώριζαν ως κοινή τους πατρίδα (ΜΕΚΒ 2005β: 59).
Επισημαίνεται ότι οι Ελληνοκύπριοι και Τουρκοκύπριοι είχαν πολλές ομοιότητες και ότι αυτά που τους διαχώρισαν ήταν τα κινήματα των εθνικισμών, προερχόμενα από τις «μητέρες-πατρίδες», που υιοθετήθηκαν στην Κύπρο και η πολιτική του «Διαίρει και Βασίλευε» που εφάρμοσαν οι Βρετανοί (ΜΕΚΒ 2005β: 59).
Η ιστορία δεν παρουσιάζεται ως μονοδιάστατη ιστορία έχθρας, όπως στα προγενέστερα βιβλία. Αντίθετα δίνεται ιδιαίτερη έμφαση σε παραδείγματα συνύπαρξης και συνεργασίας καθώς και ακόμα έμφαση στην οικονομική, πολιτιστική και κοινωνική ιστορία, δηλαδή στις σχέσεις και δραστηριότητες των λαϊκών στρωμάτων.
Όπως υποστηρίζεται, η συνεργασία ήταν συνηθισμένο φαινόμενο της καθημερινότητας από την Οθωμανική ως την πολύ πρόσφατη περίοδο σε πολλούς τομείς, όπως εργατικοί αγώνες, μουσική, ποδόσφαιρο, και εμπόριο (ΜΕΚΒ 2005β: 32, 39; ΜΕΚΒ 2005γ: 22, 32, 46-48, 51, 110-111). Οι Τουρκοκύπριοι (όπως και οι Ελληνοκύπριοι) δεν παρουσιάζονται ως μονολιθική κατηγορία και ούτε φέρονται να υπάρχουν ως εθνότητα εξ ανέκαθεν, αλλά εξηγείται πως σταδιακά καλλιεργήθηκε και υιοθετήθηκε τόσο η τουρκική όσο και η ελληνική εθνική ταυτότητα στην Κύπρο. Εφόσον η ταυτότητα δεν παρουσιάζεται ως ιστορικά προκαθορισμένη και δεδομένη, αλλά ως κοινωνική διαδικασία και ως πολιτική επιλογή, το πεδίο αφήνεται ελεύθερο και για μια μελλοντική ανασυγκρότηση της τουρκοκυπριακής ταυτότητας στο πλαίσιο μιας επανενωμένης Κύπρου, που αποτελεί και το πάγιο πολιτικό αίτημα της τουρκοκυπριακής αριστεράς.
(Για μια εκτενέστερη κριτική ανάλυση όλων των βιβλίων στα ελληνικά: Γιάννης Παπαδάκης, «Ιστορίες για Κυπρίους: Ταυτότητα και Ετερότητα στα Ελληνοκυπριακά και Τουρκοκυπριακά Σχολικά Εγχειρίδια Ιστορίας της Κύπρου», στο Ετερότητα και Εκπαίδευση, επιμ. Ι. Ιωσήφ και Γ. Σωκράτους, Εκδόσεις Παπαζήση, Αθήνα, 2008. Για το ίδιο θέμα στα αγγλικά, “History Education in Divided Cyprus: A Comparison of Greek Cypriot and Turkish Cypriot Schoolbooks on the History of Cyprus” στην ιστοσελίδα www.prio.no/cyprus)
Βιβλιογραφία
Anderson, Benedict. 1983. Imagined Communities: Reflections on the Origin and Spread of Nationalism. Λονδίνο: Verso.
Barton, Keith και Levstik, Linda. 2004. Teaching History for the Common Good. Νιού Τζέρσεϊ: Laurence Erlbaum Associates.
Gellner, Ernest. 1983. Nations and Nationalism. Λονδίνο: Blakcwell.
Kitromilides, Paschalis. 1989. ‘Imagined Communities’ and the Origins of the National Question in the Balkans. European History Quarterly, Vol. 19, No. 2, 149-192.
Κουλλαπής, Λώρης. 1998-1999 ‘Ιδεολογικοί Προσανατολισμοί της Ελληνοκυπριακής Εκπαίδευσης με Έμφαση στο Μάθημα της Ιστορίας.’ Σύγχρονα Θέματα no. 68-69-70: 276-296.
Koullapis, Loris. 2002α ‘The Subject of History in the Greek Cypriot Educational System: A Sub-set of the Greek Nation’. Στο Clio in the Balkans: The Politics of History Education, επιμέλεια Christina Koulouri. Θεσσαλονίκη: Center for Democracy and Reconciliation in Southeast Europe.
____ 2002β ‘The Presentation of the Period 1071-1923 in Greek and Turkish Textbooks Between 1950-2000’. International Textbook Research 24, no. 3: 279-304.
ΜΕΚΒ 2005α. Kibris Tarihi 1 (Ιστορία της Κύπρου 1). Λευκωσία: MEKB.
____ 2005β. Kibris Tarihi 2 (Ιστορία της Κύπρου 2). Λευκωσία: MEKB.
____ 2005γ. Kibris Tarihi 3 (Ιστορία της Κύπρου 3). Λευκωσία: MEKB.
Παπαδάκης, Γιάννης. 2008. Ιστορίες για Κυπρίους: Ταυτότητα και Ετερότητα στα Ελληνοκυπριακά και Τουρκοκυπριακά Σχολικά Εγχειρίδια Ιστορίας της Κύπρου. Στο Ετερότητα και Εκπαίδευση, Ι. Ιωσήφ και Γ. Σωκράτους (επιμ.), 193-200. Αθήνα: Παπαζήσης.
Πολυδώρου, Ανδρέας. 1991. Ιστορία της Κύπρου (για την Ε και Στ Δημοτικού). Λευκωσία: Βασιλείου.
Serter, Vehbi. 1990. Kibris Tarihi (Ιστορία της Κύπρου). Λευκωσία: Kema Ofset
Serter, Vehbi και Fikretoglu, Ozan.1982. Kibris Turk Mucadele Tarihi (Ιστορία του Αγώνα των Τούρκων της Κύπρου). Λευκωσία: Kema Ofset.
Smith, Anthony. 1991. National Identity. Λονδίνο: Penguin
ΥΑΠ (Υπηρεσία Ανάπτυξης Προγραμμάτων) 2005. Ιστορία της Κύπρου (για το Γυμνάσιο). Λευκωσία: Υπουργείο Παιδείας και Πολιτισμού.
24γράμματα – Ηλεκτρονικό Περιοδικό: Γλώσσα – Ιστορία – Πολιτισμός » Σύγκριση ελληνοκυπριακών και τουρκοκυπριακών σχολικών εγχειριδίων
Η διδασκαλία της ιστορίας μπορεί να έχει διάφορους στόχους: την δημιουργία ταυτίσεων και την καλλιέργεια της εθνικής συνείδησης, την παροχή ηθικών διδαγμάτων, την ιστορική ανάλυση όσον αφορά την ιστορική αλλαγή και ιστορικά φαινόμενα, την δημιουργία ενσυναίσθησης (empathy) και την κατανόηση διαφορετικών οπτικών, ή και την ιστορική έρευνα καθ’ αυτήν και δημιουργία κριτικά σκεπτόμενων πολιτών, μεταξύ άλλων (Barton and Levstick 2004).
Στις δυο πλευρές της Κύπρου, όπως και στην Τουρκία και Ελλάδα από όπου υιοθετούνται οι βασικές αρχές διδασκαλίας της ιστορίας και τα ιστορικά μοντέλα, έχει καθιερωθεί η διδαχή της ιστορίας ως εθνική ιστορία με στόχο την καλλιέργεια εθνικής συνείδησης και ταύτισης με το τουρκικό ή ελληνικό έθνος αντίστοιχα. Τα βασικά ιστορικά μοντέλα που έχουν υιοθετηθεί στην Κύπρο είναι ταυτόσημα με αυτά της Ελλάδας και της Τουρκίας, με την ιστορία της Κύπρου να παρουσιάζεται ως παρένθεση της ιστορίας της Ελλάδας ή της Τουρκίας (Κoullapis 2002α, 2002β). Τα ελληνοκυπριακά και τουρκοκυπριακά βιβλία Ιστορίας της Κύπρου ακολουθούν τα αντίστοιχα της Ελλάδας και Τουρκίας και όσον αφορά την βασική ιδεολογία που τα διέπει, τον εθνοτικό εθνικισμό (ethnic nationalism). Ως ιδεολογία, ο εθνοτικός εθνικισμός υποστηρίζει ύπαρξη του έθνους ανέκαθεν το οποίο καθορίζεται κυρίως στη βάση καταγωγής και κουλτούρας (Smith 1991). Ως εκ τούτου θεωρείται δεδομένη η ύπαρξη των «Ελλήνων» και «Τούρκων» ως έθνη εδώ και χιλιάδες χρόνια σε αντίθεση με άλλες ακαδημαϊκές απόψεις που θεωρούν το έθνος ως απόρροια κοινωνικών μετασχηματισμών που επέφερε η νεωτερικότητα.(Anderson 1983, Gellner 1983, Kitromilides 1989).
Εξετάζοντας τα δυο βασικά ελληνοκυπριακά εγχειρίδια που παρουσιάζουν τις πιο ολοκληρωμένες επισκοπήσεις της ιστορίας για το δημοτικό (Πολυδώρου 1991) και το γυμνάσιο (ΥΑΠ 2005), προκύπτει ότι το βασικό ιδεολογικό σχήμα που τα διαπνέει είναι η έννοια του «Κυπριακού Ελληνισμού». «Ο εξελληνισμός του νησιού από τους Μυκηναίους, γεγονός που σημάδεψε την ιστορική του πορεία» (ΥΑΠ 2005α: 2) θεωρείται το σημαντικότερο γεγονός που καθόρισε τον χαρακτήρα της Κύπρου. Ως αποτέλεσμα αυτής της προσέγγισης, οι μεταγενέστερες περίοδοι της κυπριακής ιστορίας (με εξαίρεση τη Βυζαντινή) θεωρούνται ως περίοδοι υποδούλωσης σε ξένους δυνάστες, εξού και χαρακτηρίζονται ως –κρατία (Φραγκοκρατία, Ενετόκρατία, Τουρκοκρατία, Αγγλοκρατία). Υπό το πρίσμα αυτό, οι κοινότητες που κατοικούν στο νησί και δεν είναι Έλληνες αλλά βρίσκονται στην Κύπρο ως αποτέλεσμα διαφόρων κατακτήσεων ή μεταναστεύσεων θεωρούνται ως εξωγενή στοιχεία που αλλοιώνουν τον ελληνικό της ιστορικό χαρακτήρα. Στα ελληνοκυπριακά εγχειρίδια, χρησιμοποιείται συστηματικά η έννοια «Κύπριοι» ως ταυτόσημη με την έννοια «Έλληνες της Κύπρου» (Κουλλαπής 1998-1999). Άλλες εθνοτικές ομάδες, όπως οι Τουρκοκύπριοι, παρουσιάζονται ως να μην ανήκουν ουσιαστικά στην (ιστορικά ελληνική) Κύπρο, αλλά ως υπολείμματα ξένων δυναστών. Όπως χαρακτηριστικά αναφέρει το βιβλίο του δημοτικού, «Οι Κύπριοι ήταν και είναι χριστιανοί ορθόδοξοι.» (Πολυδώρου 1991: 58). Οι Τουρκοκύπριοι αποκαλούνται συνεχώς «Τούρκοι», με εξαίρεση ελάχιστες αναφορές σε αυτούς ως Τουρκοκύπριοι στο τέλος των βιβλίων. Κατηγοριοποιούνται ως μέρος του Τουρκικού έθνους που εμφανίζεται τόσο στα βιβλία Ιστορίας της Κύπρου όσο και αυτά της Ιστορίας της Ελλάδας ως ο βάρβαρος δυνάστης και εχθρός του «Ελληνισμού».
Τα τουρκοκυπριακά σχολικά εγχειρίδια που χρησιμοποιούνταν ως πρόσφατα (2004) ουσιαστικά αντιστρέφουν τους όρους, ακολουθώντας όμως την ίδια λογική του εθνοτικού εθνικισμού. Βασική έννοια που τα διέπει είναι η έννοια του Τουρκισμού με την Κύπρο να παρουσιάζεται ως ιστορικά τουρκική. Σε όλα τα βιβλία, ως αρχή της Ιστορίας της Κύπρου παρουσιάζεται η κατάκτηση της από τους Οθωμανούς το 1571 μ.Χ. Αν η ιστορία της Κύπρου ξεκινά από αυτό το έτος, τότε η Κύπρος εμφανίζεται ως «Τουρκική» για τα τρία τέταρτα της ιστορίας της, και άρα ως μια ιστορικά τουρκική επικράτεια. Η κατάκτηση της Κύπρου από τους Οθωμανούς παρουσιάζεται επίσης ως το καθοριστικό ιστορικό γεγονός που σφράγισε τον χαρακτήρα της: «Σε τέτοιο βαθμό που η σημερινή Κύπρος με τα πολυάριθμα τουρκικά της μνημεία έχει σήμερα διατηρήσει τον Τουρκικό της Χαρακτήρα.» (Serter 1990: 7).
Τα τουρκοκυπριακά εγχειρίδια εστιάζονται κυρίως στη ενδεκαετία 1963-1974 ως τη σημαντικότερη περίοδο της ιστορίας τους. Αυτή, όπως υποστηρίζουν, χαρακτηρίζεται από συνεχή επιθετικότητα σε βαθμό βαρβαρότητας των «Ρωμιών» (δηλαδή των Ελληνοκυπρίων) εναντίον των «Τούρκων της Κύπρου». Επιπλέον, ένα ολόκληρο βιβλίο με τίτλο «Ιστορία του Αγώνα των Τούρκων της Κύπρου» (Serter και Fikretoglu 1982) αφιερώνεται σχεδόν αποκλειστικά σ’ αυτή την περίοδο. Ο βασικός πολιτικός στόχος αυτών των βιβλίων, που κυκλοφορούσαν όταν η τουρκοκυπριακή Δεξιά μονοπωλούσε την εξουσία, ήταν η νομιμοποίηση της διχοτόμησης μέσω της επιλεκτικής παρουσίασης ενός παρελθόντος ανελέητης θυματοποίησης των «Τούρκων της Κύπρου» και απροκάλυπτης δαιμονοποίησης των «Ρωμιών» που οδηγούσε στο συμπέρασμα ότι «η ιστορία αποδεικνύει πως οι δυο κοινότητες ποτέ δεν μπόρεσαν και άρα ούτε θα μπορέσουν να ζήσουν μαζί.»
Ενώ όμως η τουρκοκυπριακή δεξιά προωθούσε ένα μοντέλο εθνοτικού εθνικισμού δίνοντας έμφαση στην κοινή καταγωγή και κουλτούρα με τους Τούρκους, η αριστερά προωθούσε ένα μοντέλο πολιτειακού εθνικισμού [civic nationalism] (Smith 1991) ή κυπροκεντρισμού, δίνοντας ιδιαίτερη έμφαση στον κοινό χώρο της Κύπρου και των ανθρώπων που ζουν σε αυτό ως (εν δυνάμει) κοινή πολιτεία Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων. Με την άνοδο στην εξουσία του αριστερού κόμματος CTP (Ρεμπουπλικανικό Τουρκικό Κόμμα) ξεκίνησε μια ριζοσπαστική αλλαγή των σχολικών εγχειριδίων ιστορίας με την άμεση παραγωγή τριών νέων βιβλίων για τη δευτεροβάθμια εκπαίδευση τα οποία καλύπτουν την ιστορία της Κύπρου από την άφιξη των πρώτων κατοίκων μέχρι το παρόν. Τα βιβλία αυτά πρωτοκυκλοφόρησαν το 2004 και αναθεωρήθηκαν το 2005 (ΜΕΚΒ 2005α, 2005β, 2005γ).
Η βασικότερη διαφορά με τα προγενέστερα εστιάζεται στην προσέγγιση τους στις έννοιες έθνος, εθνικισμός και ταυτότητα. Ο όρος «μητέρα-πατρίδα» για την Τουρκία δεν χρησιμοποιείται καθόλου και αντί αυτού χρησιμοποιείται συχνά η φράση «το νησί μας», ώστε να δημιουργηθεί ταύτιση με την Κύπρο αντί της Τουρκίας. Η λέξη «πατρίδα» χρησιμοποιείται τώρα αποκλειστικά για την Κύπρο (ΜΕΚΒ 2005β: 75). Γίνεται μάλιστα κριτική στα προγενέστερα βιβλία για το ότι «διδασκόταν ότι η Κύπρος είναι μια Τουρκική πατρίδα» (ΜΕΚΒβ: 65). Χρησιμοποιείται συχνά η λέξη «Κύπριοι», μια έννοια που συμπεριλαμβάνει και ελληνοκύπριους και τουρκοκύπριους, υποστηρίζοντας, για παράδειγμα, ότι η Κύπρος ήταν ο τόπος που όλοι αναγνώριζαν ως κοινή τους πατρίδα (ΜΕΚΒ 2005β: 59).
Επισημαίνεται ότι οι Ελληνοκύπριοι και Τουρκοκύπριοι είχαν πολλές ομοιότητες και ότι αυτά που τους διαχώρισαν ήταν τα κινήματα των εθνικισμών, προερχόμενα από τις «μητέρες-πατρίδες», που υιοθετήθηκαν στην Κύπρο και η πολιτική του «Διαίρει και Βασίλευε» που εφάρμοσαν οι Βρετανοί (ΜΕΚΒ 2005β: 59).
Η ιστορία δεν παρουσιάζεται ως μονοδιάστατη ιστορία έχθρας, όπως στα προγενέστερα βιβλία. Αντίθετα δίνεται ιδιαίτερη έμφαση σε παραδείγματα συνύπαρξης και συνεργασίας καθώς και ακόμα έμφαση στην οικονομική, πολιτιστική και κοινωνική ιστορία, δηλαδή στις σχέσεις και δραστηριότητες των λαϊκών στρωμάτων.
Όπως υποστηρίζεται, η συνεργασία ήταν συνηθισμένο φαινόμενο της καθημερινότητας από την Οθωμανική ως την πολύ πρόσφατη περίοδο σε πολλούς τομείς, όπως εργατικοί αγώνες, μουσική, ποδόσφαιρο, και εμπόριο (ΜΕΚΒ 2005β: 32, 39; ΜΕΚΒ 2005γ: 22, 32, 46-48, 51, 110-111). Οι Τουρκοκύπριοι (όπως και οι Ελληνοκύπριοι) δεν παρουσιάζονται ως μονολιθική κατηγορία και ούτε φέρονται να υπάρχουν ως εθνότητα εξ ανέκαθεν, αλλά εξηγείται πως σταδιακά καλλιεργήθηκε και υιοθετήθηκε τόσο η τουρκική όσο και η ελληνική εθνική ταυτότητα στην Κύπρο. Εφόσον η ταυτότητα δεν παρουσιάζεται ως ιστορικά προκαθορισμένη και δεδομένη, αλλά ως κοινωνική διαδικασία και ως πολιτική επιλογή, το πεδίο αφήνεται ελεύθερο και για μια μελλοντική ανασυγκρότηση της τουρκοκυπριακής ταυτότητας στο πλαίσιο μιας επανενωμένης Κύπρου, που αποτελεί και το πάγιο πολιτικό αίτημα της τουρκοκυπριακής αριστεράς.
(Για μια εκτενέστερη κριτική ανάλυση όλων των βιβλίων στα ελληνικά: Γιάννης Παπαδάκης, «Ιστορίες για Κυπρίους: Ταυτότητα και Ετερότητα στα Ελληνοκυπριακά και Τουρκοκυπριακά Σχολικά Εγχειρίδια Ιστορίας της Κύπρου», στο Ετερότητα και Εκπαίδευση, επιμ. Ι. Ιωσήφ και Γ. Σωκράτους, Εκδόσεις Παπαζήση, Αθήνα, 2008. Για το ίδιο θέμα στα αγγλικά, “History Education in Divided Cyprus: A Comparison of Greek Cypriot and Turkish Cypriot Schoolbooks on the History of Cyprus” στην ιστοσελίδα www.prio.no/cyprus)
Βιβλιογραφία
Anderson, Benedict. 1983. Imagined Communities: Reflections on the Origin and Spread of Nationalism. Λονδίνο: Verso.
Barton, Keith και Levstik, Linda. 2004. Teaching History for the Common Good. Νιού Τζέρσεϊ: Laurence Erlbaum Associates.
Gellner, Ernest. 1983. Nations and Nationalism. Λονδίνο: Blakcwell.
Kitromilides, Paschalis. 1989. ‘Imagined Communities’ and the Origins of the National Question in the Balkans. European History Quarterly, Vol. 19, No. 2, 149-192.
Κουλλαπής, Λώρης. 1998-1999 ‘Ιδεολογικοί Προσανατολισμοί της Ελληνοκυπριακής Εκπαίδευσης με Έμφαση στο Μάθημα της Ιστορίας.’ Σύγχρονα Θέματα no. 68-69-70: 276-296.
Koullapis, Loris. 2002α ‘The Subject of History in the Greek Cypriot Educational System: A Sub-set of the Greek Nation’. Στο Clio in the Balkans: The Politics of History Education, επιμέλεια Christina Koulouri. Θεσσαλονίκη: Center for Democracy and Reconciliation in Southeast Europe.
____ 2002β ‘The Presentation of the Period 1071-1923 in Greek and Turkish Textbooks Between 1950-2000’. International Textbook Research 24, no. 3: 279-304.
ΜΕΚΒ 2005α. Kibris Tarihi 1 (Ιστορία της Κύπρου 1). Λευκωσία: MEKB.
____ 2005β. Kibris Tarihi 2 (Ιστορία της Κύπρου 2). Λευκωσία: MEKB.
____ 2005γ. Kibris Tarihi 3 (Ιστορία της Κύπρου 3). Λευκωσία: MEKB.
Παπαδάκης, Γιάννης. 2008. Ιστορίες για Κυπρίους: Ταυτότητα και Ετερότητα στα Ελληνοκυπριακά και Τουρκοκυπριακά Σχολικά Εγχειρίδια Ιστορίας της Κύπρου. Στο Ετερότητα και Εκπαίδευση, Ι. Ιωσήφ και Γ. Σωκράτους (επιμ.), 193-200. Αθήνα: Παπαζήσης.
Πολυδώρου, Ανδρέας. 1991. Ιστορία της Κύπρου (για την Ε και Στ Δημοτικού). Λευκωσία: Βασιλείου.
Serter, Vehbi. 1990. Kibris Tarihi (Ιστορία της Κύπρου). Λευκωσία: Kema Ofset
Serter, Vehbi και Fikretoglu, Ozan.1982. Kibris Turk Mucadele Tarihi (Ιστορία του Αγώνα των Τούρκων της Κύπρου). Λευκωσία: Kema Ofset.
Smith, Anthony. 1991. National Identity. Λονδίνο: Penguin
ΥΑΠ (Υπηρεσία Ανάπτυξης Προγραμμάτων) 2005. Ιστορία της Κύπρου (για το Γυμνάσιο). Λευκωσία: Υπουργείο Παιδείας και Πολιτισμού.
24γράμματα – Ηλεκτρονικό Περιοδικό: Γλώσσα – Ιστορία – Πολιτισμός » Σύγκριση ελληνοκυπριακών και τουρκοκυπριακών σχολικών εγχειριδίων
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου