30 Ιανουαρίου 2012

ΟΙ ΕΛΛΗΝΕΣ ΤΗΣ ΣΟΥΗΔΙΑΣ

Εισαγωγή
Αισιοδοξία, επικρατεί για το μέλλον του Ελληνισμού στη Σουηδία, καθώς οι 25.000 περίπου συμπατριώτες μας που βρίσκονται στη φιλόξενη αυτή Σκανδιναβική χώρα, διευρύνουν συνεχώς την παρουσία τους στη Σουηδική κοινωνία με την εργατικότητα και την ικανότητα που τους διακρίνει.

Η διαρκώς βελτιούμενη θέση των Ελλήνων της Σουηδίας, παρά τα οικονομικά και άλλα προβλήματα που το τελευταίο διάστημα ανακύπτουν, κάνει τον πρόεδρο της Ομοσπονδίας Ελληνικών Συλλόγων και Κοινοτήτων Σουηδίας, Κομνηνό Χαϊδευτό, να δηλώνει απερίφραστα ότι ο Ελληνισμός έχει μέλλον σε αυτή τη Σκανδιναβική χώρα.
Βέβαια, την αναγνώριση αυτή, οι ομογενείς μας την κέρδισαν με το σπαθί τους. Όμως, συνέβαλε και η υπερβολική αγάπη που έχουν οι Σουηδοί για την Ελλάδα, καθώς 600.000 περίπου άτομα από αυτή τη χώρα του Ευρωπαϊκού βορρά, επισκέπτονται κάθε χρόνο την Ελλάδα για τις διακοπές τους.

Σημαντικό ποσοστό συμβολής στην καταξίωση του ελληνισμού, είχε και εξακολουθεί να έχει η Ομοσπονδία Ελληνικών Συλλόγων και Κοινοτήτων Σουηδίας (ΟΕΣΚΣ), η οποία από το 1972 που ιδρύθηκε μέχρι σήμερα, με τους αγώνες, τις ενωτικές πρωτοβουλίες και το πλήθος των εκδηλώσεων αλλά και των παρεμβάσεών της, κατέκτησε μία αξιοζήλευτη θέση, έναντι όλων των άλλων μεταναστευτικών οργανώσεων στην εκτίμηση των Σουηδικών αρχών.

Η Ελληνική παρουσία στη Σουηδία

Λιγοστοί Έλληνες, κυρίως φοιτητές, επιστήμονες και επιχειρηματίες, υπήρχαν από παλιά στη Σουηδία. Όμως ο κύριος όγκος των μεταναστών από τη χώρα μας, που προέρχονταν ιδιαίτερα από τη Μακεδονία και την Ήπειρο, καταφθάνει εκεί μεταπολεμικά και κυρίως στη δεκαετία του ΄60.

Ο αριθμός των Ελλήνων που εγκαταστάθηκαν στη μακρινή αυτή χώρα κατά τη δεκαετία του ΄50, ανέρχονταν σε 300-400 άτομα, ενώ η πρώτη μεγάλη ομάδα μεταναστών μετέβη εκεί με συμβάσεις για να εργαστεί στην αυτοκινητοβιομηχανία «SCANIA».

Με τους εκπροσώπους των Ελλήνων Ουψάλας

Από το 1968, αρχίζει η εισροή μεταναστών από την Ελλάδα στη Σουηδία, σε τρεις κατηγορίες: Η πρώτη και μεγαλύτερη, ήταν για αναζήτηση εργασίας, σε μία εποχή που η οικονομική κατάσταση στη χώρα μας επιδεινώνονταν συνεχώς. Η δεύτερη ήταν φοιτητές που πήγαιναν εκεί για σπουδές κυρίως στα πανεπιστήμια της Στοκχόλμης, της Ουφάλα και του Γκέτεμποργκ. Και η τρίτη κατηγορία, ήταν οι πολιτικοί πρόσφυγες, καθώς η Σουηδία είχε μεταβληθεί σε προπύργιο του αντιδικτατορικού αγώνα, λόγω και της βοήθειας που απλόχερα πρόσφερε η Σουηδική κυβέρνηση.

Σήμερα, ζουν στη Σουηδία περίπου 25.000 Έλληνες ( 20.000 τους θέλουν κάποιες μετριοπαθείς εκτιμήσεις) και πάνω από 6.000 άτομα έχουν αποκτήσει τη Σουηδική υπηκοότητα.

Η πρώτη γενιά των μεταναστών μας, σύμφωνα με τα στοιχεία της Γενικής Γραμματείας Απόδημου Ελληνισμού, απασχολείται κυρίως στον τομέα των υπηρεσιών και κατά 40% περίπου διαμένει στην ευρύτερη περιοχή της Στοκχόλμης.

Έλληνες, υπάρχουν επίσης σε όλες τις άλλες μεγάλες πόλεις της Σουηδίας (Γκέτεμποργκ, Μάλμε, Ουψάλα), ακόμη και στο νοτιότερο Τρέλερμποργκ.

Άποψη της Στοκχόλμης με τα κανάλια της


Η ελληνική ομογένεια διαθέτει δύο βουλευτές στο Σουηδικό Κοινοβούλιο, τους Νίκο Παπαδόπουλο του Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος και Τάσο Σταφυλίδη του Αριστερού Κόμματος, ενώ από την Ελληνική Κοινότητα του Γκέτεμποργκ, ξεκίνησαν η Ελένη Παπαρίζου και ο Νίκος Παναγιωτίδης, που έγιναν γνωστοί σε όλη την Ευρώπη με το μουσικό συγκρότημα «Antigue» που δημιούργησαν.

Επιτυχημένοι Έλληνες, υπάρχουν σήμερα στη Σουηδία σε πολλούς τομείς, από τα γράμματα και τις τέχνες, μέχρι το εμπόριο, τις επιχειρήσεις και τις υπηρεσίες. Από τους πιο γνωστούς σήμερα στη Σουηδική κοινή γνώμη συμπατριώτες μας είναι ο συγγραφέας Θοδωρής Καλλιφατίδης, ενώ την Ελληνική Βιβλιοθήκη και το Αρχείο Σουηδίας (ΕΒΑΣ) του Ανδρέα Μπούκα, που είναι μία από τις πλέον αξιόλογες πρωτοβουλίες ιδιώτη, επισκέπτονται όχι μόνο απόδημοι αλλά και Σουηδοί. 


Η θέση στη Σουηδική κοινωνία
Ο ελληνισμός στη Σουηδία, έχει κατά γενική ομολογία κατακτήσει μία αξιόλογη θέση στη Σουηδική κοινωνία, συμβάλλοντας παράλληλα ουσιαστικά στην ανάπτυξη των άριστων σήμερα ελληνοσουηδικών σχέσεων. Τόσο η παλιά, η πρώτη γενιά των μεταναστών μας, που άρχισαν να καταφθάνουν στη Σουηδία τη δεκαετία του ’60, όσο και η νέα γενιά, έχουν να παρουσιάσουν σημαντικές επιδόσεις σε όλους τους τομείς, κυρίως στον επαγγελματικό τομέα, ως μισθωτοί, επιχειρηματίες, καλλιτέχνες, αθλητές και επιστήμονες.

Το ελληνικό εστιατόριο "Άρτεμις" της Ουψάλας είναι ιδιαίτερα αγαπητό στους   Σουηδούς της περιοχής, όπως και οι ιδιοκτήτες του


Όλοι, συμβάλλουν με τον τρόπο τους, στο να γίνεται αισθητή η παρουσία του ελληνισμού στη Σουηδία. Τα ελληνικά εστιατόρια, με το ελληνικό φαγητό και την ελληνική μουσική, είναι εστίες διατήρησης της ελληνικής κουλτούρας. Και αυτός ίσως είναι ένας λόγος που οι Σουηδοί είναι ξετρελαμένοι με την Ελλάδα και η συντριπτική πλειοψηφία, εκατοντάδες χιλιάδες κάθε χρόνο, επιλέγει τη χώρα μας για τις καλοκαιρινές τους διακοπές.

Οι Έλληνες, είναι επίσης καλοί οικογενειάρχες και είναι αποδεκτοί και σεβαστοί στους Σουηδούς για την εργατικότητά τους, τη φιλομάθειά τους και την προσαρμοστικότητα τους στη σουηδική κοινωνία, που συνδυάζεται με μία ασίγαστη νοσταλγία και αγάπη για την πατρίδα Ελλάδα.


Η νέα γενιά
Πολλοί είναι σήμερα αυτοί που θεωρούν ότι η νέα γενιά των ελληνόπουλων της Σουηδίας, αν δεν έχει εντελώς χαθεί, είναι πολύ απομακρυσμένη από την πρώτη γενιά και την Ελλάδα. Μία πρώτη επιφανειακή θεώρηση, ίσως να τους δίνει δίκαιο. Είναι γεγονός πάντως ότι τα νέα παιδιά των ομογενών μας, παραμένουν μακριά από τους συλλόγους και τις κοινότητες, δεν μιλούν άπταιστα τα ελληνικά και δεν έχουν και πολύ καλές γνώσεις του ελληνικού πολιτισμού.

Από την άλλη, το φαινόμενο της σημερινής εποχής, όπου κυριαρχεί η απομόνωση και αυξάνονται τα φαινόμενα δυσπιστίας απέναντι στους ξένους, καθώς επίσης το γεγονός ότι η συλλογικότητα γενικά έχει χάσει έδαφος υπέρ της ατομικότητας, δυσκολεύουν το έργο της προσέγγισης των ομογενών νέων από τις οργανώσεις μας.

Πάντως, οι παλαιότεροι Έλληνες της Σουηδίας, που είναι διαπαιδαγωγημένοι σε συλλογικό πνεύμα, αισιοδοξούν ότι αν χρειαστεί, οι νέοι θα πλαισιώσουν και πάλι τις οργανώσεις τους.

Η πανέμορφη Στοκχόλμη το σούρουπο

Όσον αφορά την ελληνικότητα, το σημαντικότερο είναι να έχουν οι νέοι μία στοιχειώδη επαφή με την ελληνική κουλτούρα και βασικές γνώσεις της ελληνικής γλώσσας, ώστε να μπορούν να εμβαθύνουν, όταν θα έχουν ειδικό ενδιαφέρον.

Το ερώτημα που απασχολεί τον ελληνισμό στη Σουηδία, είναι το κατά πόσο η δεύτερη γενιά θα μπορέσει να συνδυάσει τα θετικά στοιχεία και των δύο πλευρών, της ελληνικής και της σουηδικής, ώστε να υπάρξει η αρμονική σύνθεση που θα τους δώσει τη δυνατότητα να διαπρέψουν ως άτομα, οικογενειάρχες και μέλη της νέας πολυπολιτισμικής κοινωνίας που αναπτύσσεται στη Σουηδία, την Ελλάδα και όλη την Ευρωπαϊκή Ένωση.

Συμπερασματικά θα πρέπει να πούμε ότι οι Έλληνες αυτά τα τριάντα χρόνια, ενσωματώθηκαν στη Σουηδική κοινωνία και πολλά από τα μεταναστευτικά αιτήματα που συσπείρωναν τον ελληνισμό και ενέτειναν την αγωνιστικότητά του, έχουν εκπληρωθεί. Παρ΄ όλα αυτά, η Ομοσπονδία Ελληνικών Συλλόγων και Κοινοτήτων Σουηδίας και οι οργανώσεις – μέλη της, έχουν αναμφίβολα πολύ σημαντικό ρόλο να παίξουν ακόμη, κυρίως στη διατήρηση της ελληνικής γλώσσας και στη διάδοση του ελληνικού πολιτισμού.

Η Ομοσπονδία Ελληνικών Κοινοτήτων Σουηδίας

Η Ομοσπονδία Ελληνικών Συλλόγων και Κοινοτήτων Σουηδίας, δημιουργήθηκε το Δεκέμβριο του 1972 από 5 συλλόγους και στην κορύφωση της ακμής της, την περίοδο 1980-1981, είχε φτάσει να έχει 52 συλλόγους και κοινότητες μέλη, στις οποίες ήταν οργανωμένοι 10.000 Έλληνες, από τους 22.000 συνολικά Έλληνες τότε της Σουηδίας.

Με δυο από τους ιδρυτές της Ομοσπονδίας Ελληνικών Κοινοτήτων Σουηδίας
Εκείνη ακριβώς την περίοδο της άνθισης της ΟΕΣΚΣ, αμέσως μετά το 1981, πολλοί από τους Έλληνες της Σουηδίας και μεταξύ αυτών και στελέχη της Ομοσπονδίας, επέστρεψαν στην Ελλάδα, με συνέπεια να αρχίσει και μία καθοδική πορεία της, η οποία συνεχίστηκε τα επόμενα χρόνια και μόνο το τελευταίο διάστημα έχει σταθεροποιηθεί.

Σήμερα, η ΟΕΣΚΣ διαθέτει 40 κοινότητες-μέλη της που συσπειρώνουν περίπου 8.000 μέλη.


Η ίδρυση της ΟΕΣΚΣ
Σε ένα παλιό πρακτικό, που υπάρχει στα γραφεία της ΟΕΣΚΣ, διαβάζουμε το ακόλουθο πρακτικό για την ίδρυση της Ομοσπονδίας:

«Στις 17 Δεκεμβρίου 1972, έγινε στο σύλλογό μας (σ.σ. Ελληνικός Σύλλογος Στοκχόλμης), η συνάντηση των αντιπροσώπων των Ελληνικών Συλλόγων, για την ίδρυση της Ομοσπονδίας των Ελληνικών Συλλόγων Σουηδίας.
Στην ιδρυτική συνέλευση έλαβαν μέρος ο Σύλλογός μας με αντιπροσώπους τους Τσοκάνη Γ., Παπαδόπουλο Τ., Κοσκινά Δ., Μαντζίλα Σ. και Στεφανίδη Θ.

Ο Ελληνικός Σύλλογος Σεντερτέλλιε, με αντιπρόσωπο τον Κίλια Γ. Ο Ελληνικός Σοσιαλδημοκρατικός Σύλλογος Νορσέπιγκ με αντιπρόσωπο τον Μπέντζελο Χ. Η Ελληνική Κοινότητα του Μπορός με τους Άρη Κρομλίδη και Ι. Μαυροκεφαλίδη. Ο Ελληνικός Σύλλογος Γκέτεμπορ με τους Μενέλαο Μαγγόνη και Γ. Παναγιωτόπουλο.

Η ιδρυτική συνέλευση ενέκρινε κατ΄άρθρο και στο σύνολο σχέδιο καταστατικού, μετά από τις σχετικές τροποποιήσεις και προσθήκες. Επίσης αποφάσισε να εκλεγεί προσωρινό Δ.Σ. με αποστολή να προετοιμάσει εκλογές για τον Οκτώβριο του 1973 και να φροντίσει για την συμμετοχή στην Ομοσπονδία όλων των Ελληνικών Συλλόγων.

Για το προσωρινό Δ.Σ. εξελέγησαν οι Τσοκάνης, Μαντζίλας, Κοσκινάς, Κίλιας, Κρομλίδης, Παναγιωτόπουλος και Σκούφιας. Το προσωρινό Δ.Σ. της Ομοσπονδίας συγκροτήθηκε σε σώμα ως εξής: Πρόεδρος, Τσοκάνης Γ., Γραμματέας, Μαντζίλας, Ταμίας, Κοσκινάς. Μέλη οι Κρομλίδης, Σκούφιας, Παναγιωτόπουλος. Για την Εξελεγκτική Επιτροπή οι Καριοφύλλης, Κονταρίνης και Μπέντζελος».


Οι στόχοι της Ομοσπονδίας 
Κύριος τομέας δράσης της Ομοσπονδίας, ήταν να παρεμβαίνει σε ανώτατο επίπεδο και σε συνεργασία με τις άλλες εθνικές μεταναστευτικές οργανώσεις της Σουηδίας, ώστε να θεσμοθετηθούν οι απαραίτητοι νόμοι και διατάξεις για τη βελτίωση των συνθηκών της ζωής των μεταναστών. Οι μεγάλοι στόχοι της μεταναστευτικής πολιτικής της Σουηδίας για ισότητα, συνεργασία και ελευθερία επιλογής, ήταν έργο που πραγματοποιήθηκε με την ενεργό συμμετοχή μεταξύ των άλλων και της Ομοσπονδίας. Ενώ επίσης συνέβαλε στην καθιέρωση ελληνικών προγραμμάτων στη σουηδική κρατική ραδιοτηλεόραση και μαθημάτων μητρικής γλώσσας στο σουηδικό δημοτικό, στο γυμνάσιο και στο λύκειο. Η Σουηδική αυτή πολιτική, χαρακτηρίστηκε ως ένα πολύ θετικό επίτευγμα σε πανευρωπαϊκό επίπεδο.

Επίσης, η ΟΕΣΚΣ συντόνιζε και τη δράση των Συλλόγων και Κοινοτήτων που ήταν μέλη της. Οι Κοινότητες και οι Σύλλογοι ήταν και είναι οργανώσεις που έχουν την ευθύνη για την καθαυτό πολιτιστική δραστηριότητα του οργανωμένου ελληνισμού.


Η δράση κατά της Χούντας 
Το όνομα της Ομοσπονδίας Ελληνικών Συλλόγων και Κοινοτήτων Σουηδίας, την πρώτη περίοδο της δημιουργίας της, συνδέθηκε άμεσα και με τον αγώνα για την αποκατάσταση της Δημοκρατίας στην Ελλάδα. Βέβαια, οργανωτής και φορέας της αντιδικτατορικής δράσης στη Σουηδία κατά της χούντας, δεν ήταν η Ομοσπονδία, αλλά διάφορες άλλες οργανώσεις και μεταξύ αυτών η Σουηδική Επιτροπή για τη Δημοκρατία στην Ελλάδα, με επικεφαλής τον γνωστό φιλέλληνα Χανς Γιόραν Φρανκ.
Ωστόσο ο μεγαλύτερος σύλλογος – μέλος της Ομοσπονδίας, ο Σύλλογος της Στοκχόλμης, ήταν εκ των πραγμάτων το ουσιαστικό κέντρο του αγώνα που αναπτύχθηκε στη Σουηδία κατά της δικτατορίας στην Ελλάδα. Έτσι η Ομοσπονδία «χρωματίστηκε» από την πρώτη στιγμή ως πολιτική οργάνωση, σε αντίθεση με άλλες ελληνικές οργανώσεις στη Σουηδία και αλλού που περιορίστηκαν αυστηρά στα ομογενειακά τους καθήκοντα.

Η σύνδεση της Ομοσπονδίας με τον αντιδικτατορικό αγώνα, είχε ως αποτέλεσμα να βρίσκεται σε μόνιμη αντίθεση με την ελληνική πρεσβεία Στοκχόλμης εκείνη την περίοδο. Το χάσμα, γεφυρώθηκε τα κατοπινά χρόνια σιγά-σιγά, ύστερα από την αποκατάσταση της εθνικής ενότητας στην Ελλάδα, μετά την κατάρρευση της δικτατορίας.

Σήμερα, η Ομοσπονδία συνεργάζεται αρμονικά με την πρεσβεία και τις άλλες ελληνικές διπλωματικές αρχές στη Σουηδία.

Τα ελληνόπουλα της Σουηδίας

Γεννήθηκαν και μεγάλωσαν σε μία άλλη χώρα. Όμως η καρδιά τους είναι δοσμένη στην Ελλάδα, την πατρίδα των γονιών τους, τη χώρα των ονείρων και των λογισμών τους. Και τα ελληνόπουλα της Σουηδίας, όπως οι ομογενείς νέοι σε όλο τον κόσμο, την αγάπη τους για την Ελλάδα, όχι μόνο τη διατηρούν, παλεύοντας κόντρα στα κύματα της αφομοίωσης, αλλά την αυξάνουν μέρα με τη μέρα. Χρειάζονται όμως μεγαλύτερη βοήθεια για να κρατήσουν τη γλώσσα, την πολιτιστική τους ταυτότητα. Να παραμείνουν ως Έλληνες της Σουηδίας.

Το Διοικητικό Συμβούλιο της Ομοσπονδίας Νεολαίας Σουηδίας

Σημαντική στην προσπάθεια αυτή, είναι η συμβολή του Διοικητικού Συμβουλίου της Ελληνικής Ομοσπονδίας Νέων Σουηδίας, που είχαμε την ευκαιρία να τους γνωρίσουμε τον περασμένο Δεκέμβριο και το οποίο αποτελείται από τους: Φαντέλα Θανάση, πρόεδρο, Ματσουκατίδη Στέλιο, Αντιπρόεδρο, Γρηγοριάδη Μενέλαο, Ταμία, Οικονομίδου Χρυσάνθη, Γραμματέα, και μέλη τους: Βαρσάμη Ευάγγελο, Νικολαίδου Στέλλα, Θεοδωρίδου Μαρία, Καλτσίδη Νικόλαο, Μπαλούκα Χριστίνα, Ελευθεροπούλου Ελευθερία, Σούρλα Λάμπρο, Κιουρτσίδου Σταυρούλα και Σιδέρη Μιλτιάδη.


«Η πατρίδα των γονιών μας»
«Εκτός από τα γενικά προβλήματα της ανεργίας, της αβεβαιότητας, των ναρκωτικών, δεν πιστεύω ότι τα Ελληνόπουλα που ζουν εδώ έχουν κάποια προβλήματα πέρα από αυτά που έχουν οι Σουηδοί νέοι. Κι αυτό για το λόγο ότι εδώ γεννήθηκαν και μεγάλωσαν και τη Σουηδία τη βλέπουν σαν τη μόνη πατρίδα που γνώρισαν, καλώς ή κακώς. Αυτή είναι η πραγματικότητα. Την Ελλάδα πολλά από τα παιδιά τη βλέπουν απλώς σαν πατρίδα των γονιών τους και μια χώρα στην οποία μπορούν να πάνε και να κάνουν διακοπές. Γι’ αυτό το λόγο και εμείς, ως συμβούλιο της Ομοσπονδίας Νέων, επειδή άλλαξαν οι καιροί και τα Ελληνόπουλα δεν έχουν πλέον ιδιαίτερα προβλήματα, προσπαθούμε να βρούμε τρόπους να κάνουμε ώστε να ενδιαφέρονται περισσότερο για τα κοινά», μας λέει ο αντιπρόεδρος της Ομοσπονδίας, Στέλιος Ματσουκατίδης.

Το διοικητικό συμβούλιο της Ελληνικής Ομοσπονδίας Νέων Σουηδίας, συναντιέται κάθε δύο μήνες, καθώς τα περισσότερα μέλη του μένουν σε διαφορετικές πόλεις της Σκανδιναβικής αυτής χώρας. Και όπως σημειώνει ο πρόεδρος της Ομοσπονδίας, ο Θανάσης Φαντέλας, ένα από τα κύρια ζητήματα που αντιμετωπίζουν οι ομογενείς νέοι στη Σουηδία, είναι αυτό της γλώσσας.

«Το να μάθουμε ελληνικά είναι πρόβλημα, ειδικά για τις γενιές που είναι σε μικρότερες ηλικίες απ’ ό,τι είμαστε εμείς», τονίζει και προσθέτει: «Δεν υπάρχει η διδασκαλία που θα θέλαμε εμείς. Ίσως θα χρειαζόταν λίγο πιο έντονη διδασκαλία στα παιδιά που είναι μικρότερα, από εκεί και πέρα υπάρχουν και άλλα προβλήματα, δεν υπάρχουν καθηγητές που διδάσκουν Νέα Ελληνικά, οι περισσότεροι ωστόσο από αυτούς που είναι στη δική μας την ηλικία τα ξέρουν τα ελληνικά, άλλοι περισσότερο φυσικά, άλλοι λιγότερο».


Χρειάζονται μόνιμοι δάσκαλοι
Ένα μεγάλο πρόβλημα με τους δασκάλους που στέλνει η Ελλάδα στη Σουηδία για να βοηθήσουν τα ελληνόπουλα στα απογευματινά σχολεία, είναι ότι αυτοί οι δάσκαλοι πηγαίνουν εκεί για ένα μικρό χρονικό διάστημα.

«Δεν προλαβαίνουν να μάθουν τη νοοτροπία για να βοηθήσουν. Το υπουργείο έχει κάνει μερικές λάθος κινήσεις. Υπήρχαν και υπάρχουν ακόμη δάσκαλοι οι οποίοι έζησαν εδώ για περισσότερα χρόνια, ήρθαν εδώ με ανταλλαγή, για πέντε χρόνια, έμειναν δέκα και τώρα ξαφνικά τους ζητούν να γυρίσουν πίσω στην Ελλάδα. Αυτοί ωστόσο θέλουν να μείνουν στη Σουηδία, έχουν τις οικογένειές τους εδώ, παντρεύτηκαν με Σουηδούς- Σουηδές, έχουν τα παιδιά τους εδώ και αυτοί πιστεύω ότι θα είναι οι πιο κατάλληλοι για να βοηθήσουν τα παιδιά. Πώς όμως να έρθει ένας δάσκαλος από την Ελλάδα, για να βοηθήσει τα παιδιά να μάθουν τη γλώσσα, όταν ο ίδιος δεν μπορεί να καταλάβει πώς λειτουργούν, γιατί λειτουργούν με ένα συγκεκριμένο τρόπο. Οπότε κάτι καλό θα ήταν αν μπορούσε το υπουργείο να αλλάξει ή να ρυθμίσει λίγο το νόμο, για να βοηθήσει τους δασκάλους να μείνουν εδώ. Γιατί οι περισσότεροι από αυτούς δεν προσφέρουν απλώς εκπαιδευτικό έργο, αλλά και πολιτιστικό», επισημαίνουν τα παιδιά.

Με τη σειρά της, η Γραμματέας της Ομοσπονδίας, Χρυσάνθη Οικονομίδου, παρατηρεί:

«Όλοι ενδιαφερόμαστε για την Ελλάδα, επειδή είμαστε σε μια ξένη χώρα, θέλουμε να έχουμε επαφή με κάποιον άλλο Έλληνα, επειδή ξέρουμε ότι ο ένας περνάει τα ίδια με τον άλλο. Για να εξασκούμε πιο συχνά τη γλώσσα μας, ώστε να μην τη ξεχάσουμε.

Κάποτε είχε η ΓΓΑΕ κάποια προγράμματα «Γνωριμία με την Ελλάδα», τα οποία περιλάμβαναν ταξίδια και πηγαίναμε πολύ συχνά στην Ελλάδα. Τώρα πιο δύσκολα μαθαίνουμε για τα προγράμματα αυτά όταν γίνονται. Έχω πολλά χρόνια να ακούσω για τέτοια ταξίδια, ενώ κάποτε γίνονταν κάθε χρόνο».


Πιο κοντά στους συλλόγους
Μία από τις δυσκολίες που συναντούν στο έργο τους, τα μέλη της Ελληνικής Ομοσπονδίας Νέων Σουηδίας, την τοποθετούν στη μικρή συμμετοχή της νεολαίας. «Αν και προσπαθούμε να βρούμε τι προβλήματα υπάρχουν στους νέους σήμερα και να δραστηριοποιήσουμε όσο γίνεται περισσότερο τη νέα γενιά, είναι λίγα τα άτομα- ενώ είναι πολλά τα μέλη- τα οποία είναι δραστηριοποιημένα. Προσπαθούμε να δραστηριοποιήσουμε περισσότερα άτομα στους συλλόγους, δεν μπήκαμε όμως ακόμα σε αυτό το δρόμο, πώς θα βρούμε δηλαδή άλλους τρόπους επικοινωνίας, μέσω του Διαδικτύου ας πούμε. Αυτή τη στιγμή η δουλειά η δική μας είναι πώς θα μπορέσουμε να δραστηριοποιήσουμε τους νέους. Τα δικά μας προβλήματα είναι πολύ πιο διαφορετικά από αυτά των μικρότερων που ζουν εδώ. Αν και ζούμε στην ίδια χώρα και στις ίδιες πόλεις είναι πιο δύσκολο να καταλάβουμε ακριβώς το τι ζητάνε. Γιατί εμείς αρχίσαμε να δουλεύουμε με τα κοινά, επειδή είδαμε ότι οι δικοί μας, οι γονείς μας, ασχολούνταν με τα κοινά, γιατί ξαφνικά ήρθαν έτσι σε μια ξένη χώρα και ήθελαν ένα σπίτι για τον Ελληνισμό, οπότε εμείς συμμετείχαμε στα δικά τους προβλήματα. Τα παιδιά όμως που ήρθαν μετά από εμάς, τα βλέπουν τελείως διαφορετικά τα πράγματα. Για αυτό το λόγο η δουλειά μας είναι δύσκολη. Ή μάλλον προέχει άλλη δουλειά πριν φτάσουμε στο σημείο να τους ενημερώνουμε καλύτερα. Είναι λίγο περίπλοκο το όλο θέμα», λένε.

Καταλήγοντας τα μέλη του Δ.Σ. της Ελληνικής Ομοσπονδίας Νέων Σουηδίας, συμφωνούν ότι δεν είναι μόνο η αγάπη προς την πατρίδα των γονιών τους, που τους κρατά στενά δεμένους με την Ελλάδα, αλλά και η εκτίμηση ότι πολλά έχουν να κερδίσουν και να ωφεληθούν από την Ελληνική καταγωγή τους. «Όταν οι Σουηδοί είναι ξετρελαμένοι με την Ελλάδα και όταν δύσκολα συναντάς Σουηδό που να μην έχει επισκεφθεί μία ή περισσότερες φορές τη χώρα μας για να κάνει τις διακοπές του και να απολαύσει τον υπέρλαμπρο ελληνικό ήλιο, είναι κουτό να μην προβάλει κανείς την καταγωγή του, ότι προέρχεται από Έλληνες γονείς, ότι έχει βαθιά κλεισμένη στην καρδιά του την Ελλάδα», παρατηρούν, καθώς μας αποχαιρετούν εκεί στο πατάρι του Μεσογειακού Μουσείου της Στοκχόλμης, όπου συναντηθήκαμε.


Οι κοινότητες των μεταναστών δίπλα στην ΟΕΣΚΣ
Ο εορτασμός των 30 χρόνων από την ίδρυση της Ομοσπονδίας Ελληνικών Συλλόγων και Κοινοτήτων Σουηδίας, έγινε υπόθεση όχι μόνο των ομογενών μας, που ζουν σε αυτή τη φιλόξενη χώρα, αλλά και όλων των κοινοτήτων των μεταναστών στη Σουηδία.

Από την εκδήλωση στο Μεσογειακό Μουσείο της Στοκχόλμης για τα 30 χρόνια της ΟΕΣΚΣ
Μεταξύ άλλων, στη γιορταστική εκδήλωση, που πραγματοποιήθηκε στο Μεσογειακό Μουσείο της Στοκχόλμης, για να τιμηθούν τα τριαντάχρονα της ΟΕΣΚΣ, παραβρέθηκαν αντιπροσωπείες από τις ακόλουθες μεταναστευτικές κοινότητες: Από την Ομοσπονδία των Ιταλών μεταναστών ήταν η πρόεδρός της Αντονέλα Ντόλασι, από την Πορτογαλική ομοσπονδία ο πρόεδρός της Αμαντέου Μπαντέλ, από την Ισπανική, Φραντσέσκο Ροντρίγκεζ, από την Τουρκική ο πρόεδρός της και γνωστός φιλέλληνας Οσμάν Εσνακάτ, από την Κουρδική ο πρόεδρός της Κεγιά Ιζόλα, από την Ιρανική ο πρόεδρός της Σαίτ Ταγκαβί.

Επίσης, ήταν η διευθύντρια του Μεσογειακού Μουσείου Στοκχόλμης, Σάνε Νίλσεν, ο Διευθυντής της Λαϊκής Επιμόρφωσης (ABF) Σουηδίας, Μπετίλ Κρίστενσεν, αλλά και ο Πρόεδρος του Δημοτικού Συμβουλίου της Στοκχόλμης, Πάρι Άντερσον.

Γιώργος Τσουκάνης, ο πρωτοπόρος

Ο βετεράνος σήμερα του μεταναστευτικού κινήματος των Ελλήνων της Σουηδίας, Γιώργος Τσουκάνης, υπήρξε ένας από τους ιδρυτές και ο πρώτος Πρόεδρος της Ομοσπονδίας Ελληνικών Κοινοτήτων Σουηδίας (ΟΕΣΚΣ).

Ο Γιώργος Τσουκάνης, που μετανάστευσε στη Σουηδία το 1962, γρήγορα άρχισε να ανακατεύεται με τα κοινά και λίγο πριν το πραξικόπημα στην Ελλάδα, εκλέχθηκε πρόεδρος στον Ελληνικό Σύλλογο Στοκχόλμης.

Ο πρώτος πρόεδρος της ΟΕΣΚ Σουηδίας με το Γεν. Διευθυντή του ΜΠΕ Σπ. Κουζινόπουλο

«Μετά την επιβολή της δικτατορίας», θυμάται, πρόβαλε επιτακτική η ανάγκη να δημιουργήσουμε μία Συνομοσπονδία, η οποία θα ένωνε όλους τους ελληνικού συλλόγους και κοινότητες στη Σουηδία, θα βοηθούσε τους καταδιωκόμενους από τη χούντα αγωνιστές αλλά και θα συνέβαλε στην ανάπτυξη ενός αντιδικτατορικού κινήματος στον Ευρωπαϊκό χώρο», θυμάται ο παλαίμαχος αγωνιστής. Προσθέτοντας ότι για τη δημιουργία της Συνομοσπονδίας, πίεζαν οι εκπρόσωποι και των άλλων μεταναστευτικών παροικιών της Σουηδίας και κυρίως οι Ιταλοί, οι Γιουγκοσλάβοι και οι Φιλλανδοί.

«Έτσι λοιπόν», συνεχίζει ο Γ. Τσουκάνης, στις 17 Δεκεμβρίου του 1972, πραγματοποιήθηκε η πρώτη ιδρυτική συνάντηση, στην οποία αποφασίσαμε να δημιουργήσουμε τη συνομοσπονδία. Και είναι χαρακτηριστικό ότι από τους αρχικά 35 συλλόγους που ξεκινήσαμε, γρήγορα φτάσαμε τους 52. Από εκεί και πέρα, με τη βοήθεια όλων, καταγράφηκαν τα προβλήματα, αξιολογήθηκαν και αυτά αρχίσαμε να τα προβάλλουμε, αγωνιζόμενοι για την επίλυσή τους».
Ρωτάμε τον Γιώργο Τσουκάνη αν 30 χρόνια μετά την ίδρυση της Ομοσπονδίας, πιστεύει ότι έχει βελτιωθεί η κατάσταση για τους Έλληνες της Σουηδίας.

«Αναμφίβολα», λέει χωρίς να το πολυσκεφτεί και προσθέτει: «Αλλά πιστεύω ότι μπορούσαν να γίνουν περισσότερα πράγματα. Αυτό που θεωρώ εγώ προσωπικά σαν το σημαντικότερο ζήτημα, είναι το θέμα της νεολαίας. Οι νέοι κινδυνεύουν να πάρουν έναν άλλο δρόμο. Αυτό τον παίρνουν από τα 15 τους μέχρι τα 22- 23. Από εκεί επιστρέφουν και πάλι πίσω και προσπαθούν, αλλά αλίμονο, τότε που έρχονται δεν ξέρουν τη γλώσσα. Και χρειάζεται μεγάλη δύναμη για έναν νέο. Δεν είναι πολλά παιδιά που πετυχαίνουν να επανέλθουν. Αυτό είναι το ένα. Το άλλο είναι ότι χάσαμε τα τελευταία χρόνια το στόχο μας. Δηλαδή εμείς είμαστε και λιγάκι εθνικιστές. Από τότε που έπεσε η δικτατορία στην Ελλάδα, άρχισε και μία γενική αδιαφορία για τα πάντα. Θυμάμαι τότε, τα πρώτα χρόνια π.χ.. ο Σύλλογος της Στοκχόλμης έκανε διαδηλώσεις ενάντια στις βάσεις του θανάτου, σήμερα όμως γιατί δεν βγαίνουμε να φωνάξουμε «όχι πόλεμο»; Όχι να κομματικοποιήσουμε, αλλά δεν είναι κακό να φωνάζεις».


Σταθήκαμε πάνω από τις διαφορές
«Τα πρώτα χρόνια με τη δικτατορία ήταν πάρα πολύ δύσκολα, είχαν τρομοκρατήσει τον κόσμο. Από την άλλη ήταν και τα προβλήματα με την Αριστερά. Όσοι είχαμε την ωριμότητα να αρθούμε πάνω από τις διαφορές και να τις ξεπεράσουμε και εν ονόματι των μεγάλων εκείνης της εποχής προοπτικών και στόχων συμπαραταχθήκαμε, βγάλαμε ένα συλλογικό αποτέλεσμα.
Είναι χαρακτηριστικό ότι η διαμόρφωση της μεταναστευτικής πολιτικής αυτής της χώρας διαμορφώθηκε κυρίως από τις θέσεις και την παρέμβαση της ελληνικής Συνομοσπονδίας. Πρέπει να πούμε ότι τελικά αυτό το τμήμα είχε εμπλουτιστεί από τους φυγάδες τους πολιτικούς που είχαν έρθει εδώ και ενίσχυσαν το τμήμα των οικονομικών μεταναστών και έτσι λοιπόν με τη συνεργασία με άλλες συνομοσπονδίες, Ισπανών, Ιταλών κλπ είχαμε τη δυνατότητα να δούμε ορισμένα πράγματα και να βάλουμε ορισμένους στόχους και στην ουσία σε αυτούς τους στόχους συμπαρατάχθηκαν και οι υπόλοιπες μητροπολιτικές παροικίες. Και ήμαστε κρουστικοί απέναντι στους Σουηδούς. Γιατί άλλο ένταξη αρμονική και ενσωμάτωση κοινωνική ομαλή και αρμονική και άλλο αυτό που πήγαιναν να κάνουν αυτοί. Και αυτός ο στόχος μας ως ένα σημείο εκπληρώθηκε. Είδαν τότε ότι η πολιτική αυτή της περιθωριοποίησης αυτών των κοινωνικών ομάδων, των μεταναστών και των μειονοτήτων θα τους γύριζε μπούμερανγκ. Και τους πείσαμε, όσο μπορούσαμε. Νομίζω ότι αυτό είναι το στοιχείο που μας καταξίωσε. 

Γ. Αντωνιάδης: Θετική Επιρροή

Ο Γιάννης Αντωνιάδης, που βρίσκεται στη Σουηδία από το 1970, έγινε το 1975 μέλος του συμβουλίου της ΟΕΣΚ Σουηδίας. Και όπως αφηγείται, «τότε σχηματίστηκε ουσιαστικά η Ομοσπονδία, καθώς παλαιότερα ήταν ένα όργανο χωρίς χρήματα, χωρίς καμιά επικοινωνία».

Πόσο βοήθησε όμως η ΟΕΣΚΣ στη βελτίωση της θέσης των Ελλήνων στη Σουηδική κοινωνία; «Ο Έλληνας», επιμένει ο Γιάννης Αντωνιάδης, «είναι ο πιο αποδεκτός στη σουηδική κοινωνία, από τις υπόλοιπες κοινότητες, μαζί με τους Ιταλούς, πιστεύω, καθώς είμαστε οι πρώτοι χρονολογικά που ήρθαμε σε αυτή τη χώρα.

Η ελληνική Ομοσπονδία έπαιξε ένα ρόλο και επηρέασε τη σουηδική κοινή γνώμη θετικά γενικά προς τους μετανάστες και ειδικά προς τους Έλληνες. Είμαστε πιο αποδεκτοί. Η ομοσπονδία έφτιαξε θεσμούς. Δεν είναι μόνο ότι οργανώθηκε και οργάνωσε και τις κοινότητες. Προώθησε το θέμα της ποιότητας της κουλτούρας της ελληνικής, συντέλεσε κατά πολύ στη δημιουργία διακρατικών οργανώσεων. Και είναι χαρακτηριστικό, ότι πάντοτε λειτουργήσαμε πάνω από κόμματα και ιδεολογίες. Είχαμε και σοσιαλδημοκράτες μέσα μας, είχαμε και άλλες ιδεολογίες και δεν είχαμε κανέναν ενδοιασμό να φτιάξουμε αυτό το όργανο. Γιαυτό και έγινε δυνατό όπως είναι σήμερα».

Τι γίνεται όμως σήμερα; Απαντά ο Αντωνιάδης:

«Σήμερα τα προβλήματα είναι πλέον προβλήματα διακρίσεων στην αγορά εργασίας, υπάρχουν δηλαδή πηγές που λένε ότι η ανεργία στη Σουηδία είναι 5-7%, ενώ στη νεολαία τη σουηδική φτάνουμε στο 20%. Τρελά ποσοστά ανεργίας. Μπορεί να δεις ύστερα κάποιον με δυο πτυχία να δουλεύει στην καθαριότητα. Αυτό όσο αφορά την αγορά εργασίας. Υπάρχει διαφορά από την άλλη στο επίπεδο κουλτούρας. Οι Έλληνες ζουν μέσα σε αυτή την κοινωνία, και αν δεν υπήρχε αυτή η Ομοσπονδία, ίσως θα είχαν ξεχάσει πού βρίσκεται και γεωγραφικά η Ελλάδα. Ένα από τα επιτεύγματα είναι και αυτό. Να ξέρουν οι ομογενείς νέοι πού βρίσκεται η Ελλάδα, ποια ιστορία και ποιον πολιτισμό έχει, γιατί αυτά που ξέρουν τα ξέρουν όπως όλοι οι μαθητές οι Σουηδοί και οι μη Σουηδοί».

Κ. Χατζόπουλος: «Η μεγάλη συμβολή της ομοσπονδίας»

Από τα ιδρυτικά στελέχη της Ομοσπονδίας Ελληνικών Συλλόγων και Κοινοτήτων Σουηδίας, ήταν ο Καριοφύλλης Χατζόπουλος, στέλεχος του ΚΚΕ, που θυμάται:

Βοήθησε πάρα πολύ η ομοσπονδία στην αλλαγή της ποιότητας ζωής των Ελλήνων στη Σουηδία στα τριάντα χρόνια ύπαρξής της, βοήθησαν και οι κοινότητες, γενικά και το μαζικό κίνημα εδώ, το οποίο ανέβασε τους Έλληνες στα μάτια των Σουηδών, είχε τεκμηριωμένα αιτήματα, όχι μόνο στην Ελλάδα, αλλά και στη Σουηδία, είδαν ότι υπάρχει ένα επίπεδο, ιδανικά κλπ.
Σε όλο αυτό τον αγώνα η αριστερά ήταν αυτή που τράβηξε το ζυγό το μεγάλο και μετά, γιατί όπως είναι γνωστό και σε πάρα πολλούς Έλληνες, η χούντα προσπάθησε να φτιάξει αντι-οργανώσεις, αντι-ομοσπονδίες σε αυτές τις κοινότητες, εκεί έπεφτε πολλή δουλειά να μην περάσει αυτό, η πρεσβεία βοηθούσε όσο μπορούσε τους συλλόγους, καταφέραμε λοιπόν και κρατήσαμε μια ομοσπονδία, δεν έγινε η διάσπαση, δεν «περπάτησε» μια δεύτερη ομοσπονδία, η οποία δημιουργήθηκε για δυο μήνες και πέθανε όπως θα λέγαμε στη γέννησή της. Τα στελέχη όλα της ομοσπονδίας κινήθηκαν πάρα πολύ εκείνη την εποχή.

Ο Γενικός Διευθυντής του ΜΠΕ με τον κ. Χατζόπουλο
Μετά, καταφέραμε κάποια πράγματα και στην Ελλάδα. Ήμαστε η πρώτη ομοσπονδία που πετύχαμε να υπογραφεί διακρατική συμφωνία μεταξύ Ελλάδας-Σουηδίας, προτού ακόμη μπουν και οι δυο χώρες στην Ευρωπαϊκή Ένωση, όπου οι εργαζόμενοι από εδώ θα έπαιρναν και φυσικά εξακολουθούν να παίρνουν τη σύνταξή τους από εδώ κανονικά στην Ελλάδα, σε συνάλλαγμα ντόπιο, εδώ, σουηδικό. Φυσικά, αργότερα, ιδιαίτερα μετά το ΄81 υπάρχει και μια κάμψη στο κίνημα, κι αυτό γιατί εν πάση περιπτώσει ο κόσμος πίστεψε ότι θα έχουμε αλλαγές, θα έχουμε καινούρια πράγματα, θα λυθούν προβλήματα, άρα δεν χρειάζεται αγώνας.

Σήμερα όμως αρχίζουν να ξανασκέφτονται οι Έλληνες ορισμένα πράγματα. Είναι και αυτές οι περικοπές στο πλαίσιο της Ενωμένης Ευρώπης, περίθαλψη, ασφάλεια κλπ. Εδώ βλέπεις στη Σουηδία, που ήταν μια χώρα με τα καλύτερα συστήματα ασφάλειας στον καπιταλιστικό κόσμο, υπάρχουν άνθρωποι καρκινοπαθείς, οι οποίοι περιμένουν να κάνουν εγχείριση. Γιατί όλα τα νοσοκομεία πλέον έχουν γίνει ανώνυμες εταιρίες, ο στόχος είναι το κέρδος, οι ιδιωτικοποιήσεις ανθούν και εδώ.

Σήμερα το σημαντικότερο πρόβλημα είναι να καταπολεμηθεί η ανεργία στους νέους, γιατί υπάρχει ρατσισμός ακόμη, και να βελτιωθεί η περίθαλψη και η κοινωνική ασφάλεια, η εκπαίδευση, τώρα που δημιουργούνται ιδιωτικά σχολεία, τα οποία είναι πανάκριβα».

Ο Πρόεδρος της ΟΕΣΚΣ, Κομνηνός Χαϊδευτός

Η Ομοσπονδία Ελληνικών Συλλόγων και Κοινοτήτων Σουηδίας, γεννήθηκε το Φεβρουάριο του 1972, καρπός της επιτακτικής ανάγκης που υπήρχε να μπορέσουν οι Έλληνες της Σουηδίας να οργανωθούν σε κοινότητες, να αποκτήσουν μια επαφή μεταξύ τους, να οργανωθούν καλύτερα για την αντιμετώπιση των προβλημάτων τους. Ενώ αμέσως με την ίδρυσή της, η ΟΕΣΚΣ, διαδραμάτισε σοβαρό ρόλο στον αντιδικτατορικό αγώνα.

Πρώτος πρόεδρος της Ομοσπονδίας, ήταν ο Γιώργος Τσουκάνης, που εκλέχθηκε στη θέση αυτή στις 13 Μαίου 1973 και διετέλεσε πρόεδρος για τέσσερις θητείες, μέχρι το Νοέμβριο του 1981 και στη συνέχεια ανέλαβαν πρόεδροι της ΟΕΣΚΣ οι Σόλων Μαντζίλας, Νικηφόρος Κουντρομιχάλης, Καριοφύλλης Χατζόπουλος, Δ. Παγουλάτος, Χ. Μπαρμπάτσιαλος και Κ. Σαββίδης. Στις 9 Απριλίου 1995, στο 12ο συνέδριο της Ομοσπονδίας, εκλέχθηκε πρόεδρος ο Κομνηνός Χαϊδευτός που επανεκλέχθηκε στο ίδιο αξίωμα και στα επόμενα τρία συνέδρια της οργάνωσης, το 13ο (Φεβρουάριος 1997), το 14ο (Απρίλιος 1999) και το 15ο (Μάρτιος 2001).

Με τον πρόεδρο της Ομοσπονδίας Ελληνικών Κοινοτήτων Σουηδίας, είχαμε μία εκτενή συζήτηση για την πορεία της δευτεροβάθμιας οργάνωσης των απόδημων συμπατριωτών μας, για τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι ομογενείς μας αλλά και για το μέλλον του Ελληνισμού σε αυτή τη Σκανδιναβική χώρα.

Ας παρακολουθήσουμε την ενδιαφέρουσα συνέντευξη με τον πρόεδρο της ΟΕΣΚ Σουηδίας:


Η περίοδος του αντιδικτατορικού αγώνα
«Την πρώτη περίοδο ίδρυσης της, η Ομοσπονδία μας ασχολούνταν πιο πολύ με προβλήματα του αντιδικτατορικού αγώνα. Στην πορεία βέβαια εξελίχθηκε και ο ελληνισμός της Σουηδίας διαφοροποιήθηκε», λέει ο κ. Χαϊδευτός και προσθέτει:

Ο Πρόεδρος της ΟΕΣΚ Σουηδίας Χαϊδευτός Κομνηνός


«Μέχρι την μεταπολίτευση είχαμε συμπατριώτες που έρχονταν εδώ και έπαιρναν άδεια για πολικούς λόγους κυρίως. Στη δεκαετία του ’60 μέχρι τις αρχές του 1970 είχαμε το κύμα μετανάστευσης για κοινωνικούς λόγους, έρχονταν εδώ κυρίως για εργασία ή σπουδές. Σήμερα ο ελληνισμός στη Σουηδία έχει σταθεροποιηθεί γύρω στις 25.000 άτομα και σε πάρα πολλές περιπτώσεις είναι ενσωματωμένος εδώ στην κοινωνία. Υπάρχουν αξιόλογοι Έλληνες επιχειρηματίες, έχουμε ανθρώπους που εργάζονται σε διάφορες σουηδικές υπηρεσίες, διαθέτουμε προσωπικότητες στον πολιτικό χώρο, βουλευτές, άτομα στην Τοπική Αυτοδιοίκηση και βέβαια μια νέα γενιά που οι περισσότεροι δεν ακολουθούν τα χνάρια των γονιών τους, αλλά προσπαθούν να σπουδάσουν, να ενσωματωθούν με αυτό τον τρόπο στην κοινωνία. Βέβαια και η δική μας η πολιτική σαν ομοσπονδία έχει αλλάξει μέσα σε όλα αυτά τα χρόνια».
-Πάψατε να θεωρείστε μετανάστες, δηλαδή πολίτες Β΄ κατηγορίας.

-«Ναι. Θεωρούμαστε πλέον σαν Έλληνες της Σουηδίας και δεν αντιμετωπιζόμαστε πλέον σαν μετανάστες, με την κλασική έννοια του όρου.

Συμμετείχαμε στη διαμόρφωση της πολιτικής όσο αφορά στο θέμα της ενσωμάτωσης. Η Σουηδία σήμερα επίσημα, στα λόγια τουλάχιστον, έχει μια πολιτική που τη θεωρούμε ότι είναι σωστή, θεωρητικά, δηλαδή είναι μια πολιτική ενσωμάτωσης, με τη διατήρηση όμως των ειδικών χαρακτηριστικών, όπως είναι η γλώσσα και ο πολιτισμός. Σε αυτό συμφωνούμε απόλυτα. Βέβαια από εκεί και πέρα, είναι ένα ζήτημα το πώς υλοποιείται αυτή η πολιτική. Εμείς πιστεύουμε ότι μια πολιτική για να την εφαρμόσεις θα πρέπει να δοθούν και τα ανάλογα μέσα και μιλάμε για κίνητρα, κονδύλια, να μην μειώνεται για παράδειγμα η διδασκαλία της μητρικής γλώσσας, που τα τελευταία χρόνια έχουμε 50-60% μείωση της διδασκαλίας της ελληνικής γλώσσας στα ενσωματωμένα μέσα στο σουηδικό σχολείο. Κι ενώ πριν είχαμε τρεις και τέσσερις ώρες διδασκαλία, τώρα μιλάμε για το πολύ ένα δίωρο.

Έτσι, γίνεται πιο δύσκολη η δυνατότητα να διοργανώνονται τέτοιου είδους δραστηριότητες και εκδηλώσεις πολιτιστικές και να δημιουργούνται προϋποθέσεις, γιατί ακριβώς δεν υπάρχουν αυτές οι οικονομικές δυνατότητες. Έχουν μειωθεί δηλαδή και εκεί τα κονδύλια. Αυτό βέβαια μας δυσκολεύει ως ένα βαθμό».


Η συμμετοχή στο οργανωμένο κίνημα
Πόσο όμως μετέχουν οι Έλληνες της Σουηδίας στο οργανωμένο κίνημα, στην Ομοσπονδία και τις κοινότητες;

«Πιστεύουμε ότι έγινε συνείδηση και στον ελληνισμό ότι χωρίς τον οργανωμένο αυτό τρόπο έκφρασής του δεν μπορεί να παρέμβει σε αυτή την κοινωνία, ανεξαρτήτως του πώς μπορεί να είναι οργανωμένος αυτός ο τρόπος, αν είναι κοινότητες, αν είναι κάτι άλλο, αν είναι σύλλογοι, αν είναι αθλητικοί φορείς, ή σύλλογοι γονέων και κηδεμόνων που ασχολούνται ειδικά με θέματα εκπαίδευσης και των παιδιών. Όλοι αυτοί οι φορείς συμμετέχουν σε αυτή τη διαδικασία που τη θεωρούμε ως παρέμβαση στην κοινωνία.

Ο πρόεδρος της ΟΕΣΚΣ Κομνηνός Χαϊδευτός


Εμείς σαν ομοσπονδία προσπαθούμε όλους αυτούς τους φορείς που λειτουργούν κατά τόπους σε όλη σχεδόν τη Σουηδία να τους συντονίσουμε και γι’ αυτό θεωρούμε ότι είμαστε ένα συντονιστικό όργανο που μπορεί όλα αυτά τα ζητήματα να τα προβάλει προς τη σουηδική πλευρά κυρίως και μέσα από τη συνεργασία με άλλες μεταναστευτικές οργανώσεις. Γι’ αυτό έχουμε και ένα συντονιστικό όργανο που περιλαμβάνει περίπου 15-16 οργανώσεις σε σουηδικό επίπεδο, Ιταλοί, Φιλανδοί, Τούρκοι, Πορτογάλοι κλπ Λοιπόν αυτό το όργανο βάζει θέματα που μας αφορούν όλους, θέματα εκπαίδευσης για παράδειγμα, ανεξαρτήτως των διαφορετικών προσεγγίσεων.

Για παράδειγμα, οι Φιλανδοί σήμερα, έχουν την άποψη και το κατάφεραν αυτό να είναι μειονότητα. Εμείς δεν θέλουμε να αναγνωριστεί η ελληνική παροικία ως μειονότητα, αλλά θεωρούμε ότι είναι μια ομάδα που έχει βέβαια παρουσία πολλών δεκαετιών και θέλουμε να διατηρήσει τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της και στη δεύτερη και στην τρίτη και στην τέταρτη και στην πέμπτη γενιά.

Και βέβαια όσο αφορά την ελληνική πλευρά πάντα έχουμε ανοιχτή επικοινωνία και με την ελληνική κυβέρνηση και με τα κόμματα και με τις συνδικαλιστικές οργανώσεις ΓΣΕΕ κλπ και προσπαθούμε να βάζουμε ζητήματα από τα απλά καθημερινά που απασχολούν εδώ τον Έλληνα της Σουηδίας, όπως οι συντάξεις, η παρέμβαση η πολιτιστική εκ μέρους της Ελλάδας, δηλαδή να γίνει μεταφορά ομάδων, συγκροτημάτων κλπ, όχι μόνο για να περάσουμε εδώ μια βραδιά καλή, αλλά βέβαια για να υπάρξει το κίνητρο μετά να δημιουργηθούν υποδομές.

Επίσης, είναι το δικαίωμα της ψήφου, δηλαδή να ψηφίζει κανείς από τον τόπο παραμονή και εργασίας του, καθώς σήμερα είμαστε μόνοι εμείς που δεν έχουμε αυτό το δικαίωμα. Είναι και αυτό ένα από τα ζητήματα που απασχολούν το κίνημα εδώ και πάρα πολλά χρόνια.

Η 30χρονη πορεία της Ομοσπονδίας Ελληνικών Συλλόγων και Κοινοτήτων Σουηδίας, που γιορτάστηκε με τη λαμπρή εκδήλωση που έγινε το Σάββατο 7 Δεκεμβρίου στο Μεσογειακό Μουσείο της Στοκχόλμης, έδειξε πραγματικά ότι ο ελληνισμός εδώ έχει και παρελθόν και ένα παρόν, αλλά πιστεύω ότι θα έχει και ένα αξιόλογο μέλλον».


Τα προβλήματα στην εκπαίδευση
Ρωτάμε τον πρόεδρο της ΟΕΣΚΣ για το αν ρίζωσαν οι Έλληνες στη Σουηδία και πως βλέπουν οι ίδιοι τη δυνατότητα επιστροφής τους στην πατρίδα.

«Υπήρξε μια χρονιά στις αρχές της δεκαετίας του 1980», μας λέει, «που άρχισαν αυτοί που επιστρέφουν να είναι περισσότεροι από αυτούς που έρχονταν στη Σουηδία, ένα κύμα παλιννόστησης. Βέβαια, στη συνέχεια, πολλοί από αυτούς ξαναεπέστρεψαν, τα πράγματα τότε δεν ήταν τόσο εύκολα στην Ελλάδα και ο κόσμος που έκανε οικονομίες και είχε σαν στόχο να πάει στην Ελλάδα, έκανε κάποια χρήματα, ήθελε να γυρίσει στο χωριό του να δημιουργήσει κάποια επιχείρηση. Αλλά τελικά, ξαναγυρνούσε εδώ.

Τέτοιες περιπτώσεις υπάρχουν αρκετές. Το κυριότερο σε αυτό το πήγαινε- έλα ήταν ότι εδώ, στο τέλος της δεκαετίας του ’70 και στις αρχές της δεκαετίας του ’80 είχε προσανατολιστεί ο ελληνισμός σε αυτή τη λογική της επιστροφής, αφού έκανε κάποιες οικονομίες. Και αυτό είχε σαν αποτέλεσμα να επιλέγει και τον τρόπο μόρφωσης των παιδιών του και το αντικείμενο γλώσσας, κάτι που δυσκόλεψε μετά τα παιδιά να ενσωματωθούν σε αυτή την κοινωνία, να σπουδάσουν, γιατί ουσιαστικά δεν ήξεραν καλά τη Σουηδική γλώσσα.


Η διαδικασία ενσωμάτωσης
Αυτό βέβαια στην πορεία φάνηκε ότι δεν ήταν η πραγματικότητα για τον ελληνισμό, το κατάλαβαν στο σύνολό τους οι Έλληνες και μπορούμε να πούμε ότι σήμερα, ακολουθείται μια πολιτική και με τη δική μας την παρέμβαση και με συζητήσεις με τις κοινότητες, για την ενσωμάτωση. Κι εγώ τουλάχιστον έχω καταλήξει ότι η πιο σωστή διαδικασία ενσωμάτωσης για κάθε γενιά είναι ακριβώς αυτή ότι πρέπει να περάσουμε μέσα από σχολείο σουηδικό, με παράλληλη εκμάθηση της ελληνικής γλώσσας, συμμετοχή στον τρόπο παρέμβασης τον πολιτιστικό, μέσα από τους φορείς κλπ, για να διατηρήσουμε και αυτά τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά μας.

Έτσι θα μείνει ο ομογενής νέος και η νέα πραγματικά Έλληνες και στη συνείδηση και στον τρόπο επικοινωνίας και στη γλώσσα κλπ. Βέβαια είναι και δικό μας καθήκον μέσα από τις κοινότητες και τους μαζικούς φορείς να οργανώνουμε τέτοιου είδους δραστηριότητες. Και έχουμε τέτοια προγράμματα και από την Ελλάδα, κάποια προγράμματα που κάνει η Γενική Γραμματεία Απόδημου Ελληνισμού και πάνε κάποια παιδιά και συμμετέχουν. Βέβαια δεν αρκούν γιατί είναι λίγα τα παιδιά που πάνε, αλλά μέσα από αυτά τα προγράμματα μέσα από άλλες δραστηριότητες, εκπαιδευτικά ταξίδια που κάνουμε εμείς κλπ,. μέσα από την πληροφόρηση για το τι υπάρχει στην Ελλάδα.

Γιατί, για παράδειγμα, οι κλάδοι της πληροφορικής, η οποία είναι αναπτυγμένη εδώ, μπορούν να βοηθήσουν και τους ομογενείς να πιάσουν μια καλή δουλειά στην Ελλάδα κλπ, αλλά και την Ελλάδα την ίδια, εταιρίες, επιχειρήσεις κλπ. Γι’ αυτό πιέζουμε, ώστε να αξιοποιηθεί αυτός ο κόσμος που έχει αυτή την τεχνογνωσία».


Η προβολή της Ελλάδος στη Σουηδία
Στη διάρκεια της 30χρονης πορείας της, η ΟΕΣΚΣ διαδραμάτισε σημαντικό ρόλο στην προβολή των εθνικών μας θεμάτων στη Σουηδία. Και όπως λέει ο πρόεδρός της, «προσπαθούμε να παρακολουθούμε την επικαιρότητα και τις εξελίξεις, παρεμβαίνοντας εκεί που πιστεύουμε ότι γίνεται μια άδικη μεταχείριση της χώρας μας και από τα ΜΜΕ εδώ στη Σουηδία αλλά και από το υπουργείο Εξωτερικών κλπ. Σε συνεργασία με την ελληνική και την κυπριακή πρεσβεία όσο αφορά τα θέματα αυτά έχουμε κάνει αρκετές κινήσεις. Είναι δύσκολο για μας, και ορισμένες φορές το καταφέρνουμε, γιατί εδώ ο Τύπος είναι συγκεντρωμένος σε μερικά χέρια, υπάρχουν τέσσερις ουσιαστικά εφημερίδες, δυο πρωινές και δυο βραδινές μεγάλες, στις οποίες δύσκολα παρεμβαίνεις για τέτοια θέματα.

Για παράδειγμα το κυπριακό, όταν έγινε προσπάθεια από κάποιες εφημερίδες εδώ να παρουσιάσουν τα κατεχόμενα σαν ένα χώρο τουριστικής ατραξιόν για να μπορούν οι Σουηδοί φτηνά να πάνε να κάνουν διακοπές, αντιδράσαμε και σε συνεργασία με την κυπριακή πρεσβεία, απευθύναμε επιστολή και προς το υπουργείο Εξωτερικών και προς τα ΜΜΕ, αλλά και στις εφημερίδες που το παρουσίασαν αυτό, λέγοντας ότι μιλάμε για κατεχόμενα. Το ίδιο και με τα θέματα του Αιγαίου και με την ΠΓΔΜ».


Το βάρος στη νεολαία
Ρωτάμε τον πρόεδρο της ΟΕΣΚΣ αν η Ομοσπονδία δίνει βαρύτητα στη συμμετοχή της νεολαίας της ομογένειας στους συλλόγους και τις κοινότητες.

«Με την ομοσπονδία νεολαίας», μας λέει, «μοιραζόμαστε σχεδόν τα πάντα καθώς έχουν εδώ την έδρα τους, πολύ περισσότερο που τα περισσότερα μέλη του Δ.Σ. της νεολαίας μένουν εκτός Στοκχόλμης. Έχουμε μια πάρα πολύ καλή επαφή, προσπαθούμε να τους ενθαρρύνουμε. Ξέρουμε ότι η νεολαία δεν αγαπάει πολύ ούτε τη γραφειοκρατία ούτε να ασχολείται με αυτά τα τετριμμένα, τα οποία έτσι κι αλλιώς πρέπει να γίνουν για να λειτουργήσει ένας οργανισμός. Συζητάμε με τη νεολαία για το τι θα κάνουμε. Τις δραστηριότητες που θα αναπτύξουμε, αν θα ασχοληθούμε με την παιδεία, τις προτάσεις για να φέρουμε πιο κοντά τη νεολαία στις μαζικές εκδηλώσεις, στους συλλόγους και τις κοινότητες.

Η νεολαία χρειάζεται έναν άλλο τρόπο διασκέδασης. Έχει ξεφύγει βέβαια, δεν μεγάλωσε στην Ελλάδα για να πάει στο καφενείο, αλλά χρειάζεται κάτι άλλο, έναν χώρο με κάποια μέσα που ίσως δεν μπορεί να τα βρει πουθενά αλλού, κάποιοι χώροι όπου μπορούν να αθληθούν ή να ασχοληθούν με άλλα, ιδιαίτερα ενδιαφέροντα. Για παράδειγμα έχουμε οργανώσει προγράμματα με ηλεκτρονικούς υπολογιστές. Και αντί να πάνε κάπου αλλού, σε ένα net καφέ, να πάνε στην κοινότητα.

Υπάρχουν επίσης χώροι αναψυχής, ακόμη και οργάνωση από την άποψη του παιχνιδιού και της γλώσσας. Αυτά βέβαια δεν τα καταφέρνουμε πάντα. Τα πετυχαίνουμε σε φορείς και σε κοινότητες που έχουν μια μάζα ομογενών, καθώς υπάρχουν και μια σειρά πόλεις με 50-60 Έλληνες μόνο, όπου εκεί είναι ακόμη πιο δύσκολο.

Εμείς προσπαθούμε να τους βοηθάμε και οικονομικά στο βαθμό που μπορούμε ώστε να οργανωθούν τέτοιες εκδηλώσεις κοινές, δηλαδή από πόλεις που είναι σχετικά κοντά. Όλα αυτά όμως για να τα πετύχεις και να τραβήξεις τη νεολαία, πρέπει να τα οργανώσεις διαφορετικά, για να της κινήσεις το ενδιαφέρον.

Η νεολαία για παράδειγμα έχει καθιερώσει εδώ και χρόνια την κατασκήνωση. Πηγαίνουν οι νέοι μας κάθε φορά σε ένα διαφορετικό χώρο και μαζεύονται εκεί από όλες τις κοινότητες της Σουηδίας. Σε ορισμένες περιόδους θυμάμαι ήταν και 500- 600 παιδιά από τις οργανώσεις, τώρα έχουν περιοριστεί κάπως και γίνεται μια συζήτηση, υπάρχει μια θεματολογία, από θέματα ειρήνης μέχρι θέματα γλώσσας. Είναι κάτι που το περιμένει η νεολαία. Αυτό έχει ανταπόκριση και το βλέπω όταν πάμε και στις κοινότητες και οργανώνουμε συχνά συναντήσεις και θα θέλαμε να κάνουμε ανάλογη κατασκήνωση και στην Ελλάδα».


Η ανάπτυξη της ΟΕΣΚΣ
Σε άλλη ερώτηση προς τον πρόεδρο της ΟΕΣΚΣ, αν υπάρχει δυνατότητα περαιτέρω ανάπτυξης της Ομοσπονδίας Ελληνικών Συλλόγων και Κοινοτήτων Σουηδίας και πόσο αισιόδοξος είναι για το μέλλον του Ελληνισμού, απάντησε:

«Υπάρχει δυνατότητα και οι τελευταίες εκδηλώσεις μας έδωσαν ακόμη περισσότερη αισιοδοξία. Και πηγαίνοντας προς το συνέδριό μας τον Απρίλιο, πιστεύω ότι θα ενισχυθεί ακόμα περισσότερο αυτή η διαδικασία επαφής με τις κοινότητες, γιατί μια προεκλογική να το πω έτσι καμπάνια, έχει σαν αποτέλεσμα να υπάρχει μια μεγαλύτερη επαφή με το διοικητικό συμβούλιο και τις κατά τόπους ελληνικές κοινότητες. Και στο συνέδριο που θα πάμε, θα συζητήσουμε κάποια τέτοια θέματα, όπως το μέλλον του ελληνισμού στη Σουηδία. Το βλέπουμε σαν ένα μέλλον απομόνωσης, χωρίς να βγαίνουμε σε αυτή την κοινωνία και να μπορούμε να παρέμβουμε;

Από την πλευρά μας το έχουμε καταλάβει εδώ και αρκετά χρόνια, αλλά χρειάζονται ειδικά και σταθερά βήματα και νομίζω ότι το καταφέρνουμε. Η εκδήλωση που έγινε στο Μεσογειακό μουσείο, με τις επαφές και όλη αυτή την οργάνωση, έδειξε ότι έχουμε τέτοιες δυνατότητες. Έχουμε το περιοδικό, όπου και εκεί γράφουν και επιφανείς παράγοντες και άνθρωποι που ασχολούνται με αυτά. Και σαν οργανισμός, έχουμε δυνατότητα πρόσβασης και στον πολιτικό χώρο, με τους δύο βουλευτές ελληνικής καταγωγής και προσπαθούμε να βάζουμε κάποια θέματα μέσω των δικτύων που διαθέτουμε.

Έχουμε ανθρώπους που είναι στα κόμματα εδώ στη Σουηδία, γι’ αυτό θεωρώ ότι ο ελληνισμός έχει μέλλον, ανεξάρτητα από τα προβλήματα και τις δυσκολίες που θα συναντήσει.

Ένα μόνο είναι αρνητικό, ότι υπάρχει τελευταία μια τάση από τη σουηδική κοινωνία να συρρικνώνονται όλα αυτά τα οποία μέχρι τώρα θεωρούσαμε δεδομένα, αλλά πιστεύω ότι και αυτό γίνεται συνείδηση στον πολύ κόσμο, γιατί όταν βλέπει ότι συρρικνώνονται τα πάντα, τα μεροκάματα δεν αυξάνονται, η ζωή δεν βελτιώνεται ποιοτικά, βλέπει ότι και σαν Έλληνας δεν έχει δυνατότητα να συμμετέχει σε κάποια πράγματα μεμονωμένα. Και λόγω αυτών των δυσκολιών, μπορείς να τον κινητοποιήσεις, να δει ότι μόνος δεν μπορεί να το αντιμετωπίσει. Θα πρέπει να γίνει οργανωμένα.

Άρα, υπάρχει συμμετοχή του κόσμου. Παράδειγμα στο προηγούμενο συνέδριο, ενώ στα χαρτιά είμαστε 8000 γραμμένοι στις 40 κοινότητες της Σουηδίας, συμμετείχαμε περίπου 2100 άτομα στις διαδικασίες του συνεδρίου, δηλαδή το 25% περίπου που θεωρείται εδώ στη Σουηδία πολύ μεγάλο ποσοστό. Αρκεί να πούμε ότι στα σουηδικά σωματεία των εργαζομένων, όπου συμμετέχουμε και εμείς στις εκλογές για ανάδειξη αντιπροσώπων κλπ., τα ποσοστά συμμετοχής κυμαίνονται από 0,5% μέχρι 1,3%. τα υψηλότερα. Και σε σύγκριση με άλλες κοινότητες με τις οποίες συνεργαζόμαστε, εμείς έχουμε υψηλότερα ποσοστά συμμετοχής.

Με αυτή την έννοια, βλέπω ότι ο ελληνισμός έχει μέλλον και βέβαια έχει μέλλον γιατί κάθε χρόνο ολοένα και περισσότεροι συμπατριώτες μας συμμετέχουν σε διάφορα πράγματα, είτε στον πολιτικό είτε στον επιχειρηματικό χώρο κλπ.», καταλήγει ο κ. Χαϊδευτός.

Ελληνισμός Σουηδίας και Α. Παπανδρέου

Στενά δεμένος με τον Ελληνισμό της Σουηδίας και τον αντιδικτατορικό αγώνα, ήταν ο Ανδρέας Παπανδρέου, καθώς ο ιδρυτής του ΠΑΣΟΚ και πρώην πρωθυπουργός, όχι μόνο βρήκε φιλόξενη στέγη στη Σουηδία, μετά την απελευθέρωσή του από το χουντικό καθεστώς, αλλά επέλεξε τη Σουηδία ως έδρα του «Πανελλήνιου Απελευθερωτικού Κινήματος» που ίδρυσε το Φεβρουάριο του 1968, για το συντονισμό, μαζί με τις άλλες αντιστασιακές οργανώσεις, του αντιδικτατορικού αγώνα.
Ο στενός συνεργάτης του Ανδρέα Παπανδρέου, τέως υπουργός, Γιάννης Χαραλαμπόπουλος, στο βιβλίο του «Κρίσιμα χρόνια, αγώνες για τη δημοκρατία, (1936-1996)», που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις «Προσκήνιο-Άγγελος Σιδεράτος», αναφερόμενος στην περίοδο εκείνη, σημειώνει:

«Από τις σημαντικότερες σελίδες της αντίστασης του λαού μας ήταν η ίδρυση του ΠΑΚ από τον Ανδρέα Παπανδρέου.

Και μια ακόμη καλύτερη στιγμή, που όμως δεν είχε συνέχεια, ήταν η ιστορική συμφωνία του Ανδρέα Παπανδρέου με τον Αντώνη Μπριλλάκη, την ΕΔΑ και την αντιστασιακή οργάνωση ΠΑΜ.

«Με την "αμνηστία" που έδωσε ο Παπαδόπουλος πριν από τα Χριστούγεννα του '67 και μετά το φιάσκο του κινήματος του Κωνσταντίνου, απολύθηκαν σχεδόν όλοι οι βουλευτές και τα στελέχη της Ένωσης Κέντρου που είχαν εκτοπισθεί και καταδικασθεί από τα έκτακτα στρατοδικεία της χούντας.

Το εξιτήριο από τις φυλακές Αβέρωφ, μετά την αμνηστία της 23ης Δεκεμβρίου 1967


Απολύθηκε και ο Ανδρέας Παπανδρέου, που ήταν προφυλακισμένος σε αυστηρή απομόνωση στις φυλακές Αβέρωφ για την υπόθεση ΑΣΠΙΔΑ.


Τα ίχνη της ταλαιπωρίας

Με τον Ανδρέα συναντήθηκα επανειλημμένα στο σπίτι του στο Ψυχικό πριν φύγει για το εξωτερικό. Ήσαν καταφανή τα ίχνη της οχτάμηνης ταλαιπωρίας και ιδιαίτερα της περιόδου της απάνθρωπης απομόνωσης στις φυλακές Αβέρωφ. Είχε χάσει πολύ βάρος και η υγεία του είχε κλονισθεί σοβαρά. Όμως το ηθικό του ήταν άριστο. Μου μίλησε για την ανάγκη να συνεχιστεί ο αγώνας με όλα τα δυνατά μέσα εναντίον του τυραννικού καθεστώτος και δεν έκρυβε τον ενθουσιασμό του για τη στάση της νεολαίας και την αισιοδοξία του για την τελική έκβαση του αγώνα, που τη στήριζε στο γεγονός ότι η χούντα ήταν γενικά απομονωμένη από τον ελληνικό λαό.
Ωστόσο αναγνώριζε τις δυσκολίες που υπήρχαν και κυρίως τα προβλήματα που θα αντιμετώπιζαν οι επώνυμοι, οι οποίοι θα βρίσκονταν συνεχώς στο στόχαστρο των υπηρεσιών Ασφαλείας και των χαφιέδων της χούντας. Αυτοί ήσαν οι λόγοι για τους οποίους τελικά πήρε την απόφαση να φύγει για το εξωτερικό, απ' όπου θα μπορούσε να προσφέρει πολύ περισσότερα για την αποκατάσταση της Δημοκρατίας, παρά αν έμενε στην Ελλάδα.

Αρχικά έμεινε στο Παρίσι, αλλά τελικά προτίμησε να εγκατασταθεί στη σουηδική πρωτεύουσα στην οποία βρήκε θερμή συμπαράσταση στον αγώνα κατά της χούντας από τον πρωθυπουργό της χώρας Τάγκε Ερλάντερ. Ενθαρρυμένος επίσης και από τη συμπαράσταση των ηγετών των εργατικών και σοσιαλδημοκρατικών κομμάτων των σκανδιναβικών χωρών, αποφάσισε την ίδρυση του Πανελληνίου Απελευθερωτικού Κινήματος (ΠΑΚ), το οποίο πλαισίωναν αξιόλογες δυνάμεις από το χώρο της ευρύτερης κεντροαριστεράς. Στα τέλη Φεβρουαρίου 1968 θα εξαγγείλει την ίδρυση του ΠΑΚ και θα επιλέξει ως έδρα της οργάνωσης τη Στοκχόλμη, στην οποία και θα εγκατασταθεί.

Με τη μητέρα του Σοφία, στο σπίτι τους έξω από τη Στοκχόλμη, Ιούνιος 1968

Το ΠΑΚ δεν απέβλεπε μόνο στην ανατροπή της δικτατορίας με δυναμικά μέσα, αλλά ταυτόχρονα επεδίωκε και την αποδέσμευση της χώρας από την ξένη εξάρτηση και την πραγματοποίηση ριζικών αλλαγών με τελικό στόχο το σοσιαλιστικό μετασχηματισμό της ελληνικής κοινωνίας.

Η ευθύνη της οργάνωσης είχε αρχικά ανατεθεί στους Γιάννη Αλευρά, Αντώνη Λιβάνη, Τάκη Κατσικόπουλο, Γιώργο Παπαδημητρίου και σε μένα και είχαμε συναντηθεί με διάφορα στελέχη προσκείμενα στον Ανδρέα για να διερευνήσουμε τις δυνατότητες δημιουργίας αντιστασιακών πυρήνων στην Αθήνα και στην επαρχία. Τελικά την ηγεσία του ΠΑΚ εσωτερικού ανέλαβε ο Γιάννης Αλευράς».


Οικογενειακές στιγμές στη Στοκχόλμη, 1968


«Απελευθέρωση και λαϊκή κυριαρχία»
Ο Ανδρέας Παπανδρέου λίγο μετά την άφιξή του στο εξωτερικό ανακοινώνει (28-2-1968) στη Στοκχόλμη την ίδρυση του Πανελλήνιου Απελευθερωτικού Κινήματος (ΠΑΚ), με μια ιστορική ομιλία στην αίθουσα του Συλλόγου Ελλήνων Μεταναστών, που άλλαξε το πολιτικό σκηνικό.


Από σειρά διαλέξεων στα Πανεπιστήμια του Βέρμοντ, ΗΠΑ και Στοκχόλμης,1969

Στην ομιλία αυτή ανέφερε: «... Στόχος μας είναι η εγκαθίδρυση για πρώτη φορά της Λαϊκής Κυριαρχίας στην Ελλάδα. Γιατί στην Ελλάδα δεν είχαμε ποτέ δημοκρατικό πολίτευμα που σεβόταν τις λαϊκές δυνάμεις, τη φωνή του λαού. Δεν μπορεί ο χωροφύλακας, ο ασφαλίτης, ο καταδότης να κυβερνά την Ελλάδα. Κάποτε πρέπει ο λαός να αισθανθεί ελεύθερος να εκφράζει τη θέλησή του και αυτός να καθορίσει την τύχη της χώρας του όπως θέλει. Τα κόμματα να κινηθούν ελεύθερα. Σεβασμός στη θέληση του λαού. ... Σήμερα διάλεξα τη Σουηδία για να ανακοινώσω την ίδρυση του Πανελλήνιου Απελευθερωτικού Κινήματος. Η οργάνωση αυτή έχει μόνο ένα στόχο: Την απελευθέρωση της χώρας μας και θα διαλυθεί όταν η Δημοκρατία ξαναγυρίσει στην Ελλάδα». 


Το εγχειρίδιο για το Δίκτυο Εσωτερικού
 
Αργότερα κυκλοφόρησε το «Εγχειρίδιο και το Πολιτικό Δίκτυο Εσωτερικού» του ΠΑΚ, όπου ανάμεσα σε άλλα αναφέρει στον πρόλογο: 

«Το ΠΑΚ πιστεύει χωρίς κανένα ενδοιασμό πως ο Εθνικοαπελευθερωτικός Αγώνας όχι μόνο αποτελεί τον μοναδικό αντίλογο στον ραγιαδισμό, αλλά είναι ταυτόχρονα ιστορικά εφικτός. Γιατί; Όλοι αποδέχονται πως το σύστημα ελέγχου πάνω στον ελληνικό χώρο είναι επιφανειακό. 


Η ανάλυση του ΠΑΚ για το χουντικό Σύνταγμα

Η χούντα ­ σαν πράκτορας του αμερικάνικου ιμπεριαλισμού ­ δεν κατάφερε να δημιουργήσει λαϊκό έρεισμα, λαϊκή βάση, δεν κατόρθωσε δηλαδή να μεταβληθεί σε γνήσιο ντόπιο φασισμό. Γι' αυτό ο ελληνικός λαός, κάτω από συγκεκριμένες αλλά προσιτές προϋποθέσεις, μπορεί να αναμετρηθεί επιτυχώς με τη χούντα και να καταλάβει την εξουσία ­ με τη συμπαράσταση και των στρατευμένων παιδιών του».


Σκοποί και Οργάνωση του Πανελλήνιου Απελευθερωτικού Κινήματος (Π.Α.Κ.)

Το Πανελλήνιο Απελευθερωτικό Κίνημα ιδρύθηκε για να αποτελέσει το κέντρο της δημοκρατικής αντιστάσεως στην Ελλάδα. Καθήκον του είναι ο συντονισμός της αντιστάσεως στην Ελλάδα και σκοπός του η ανατροπή της χούντας και η εγκαθίδρυση γνήσιων δημοκρατικών διαδικασιών που θα εγγυώνται την πλήρη και άνευ όρων λαϊκή κυριαρχία θεμελιώμενη σε μια μόνιμη και στερεή βάση. Κατά συνέπειαν αποκλείει απολύτως κάθε αντιδημοκρατική λύση και κάθε είδος κατευθυνόμενης δημοκρατίας του κατεστημένου. Δηλώνει επίσημα ότι θα εργασθεί για μια Ελλάδα δημοκρατική, προοδευτική και εθνικά ελεύθερη - και δεν θα δεχθεί κανένα συμβιβασμό σε καμία φάση της πάλης. Θα αγωνισθεί για την πλήρη δημοκρατική νίκη.
Στοκχόλμη, Νοέμβριος 1968
ΠΗΓΗ



Δεν υπάρχουν σχόλια:

back to top