30 Ιανουαρίου 2012

Ποιος είναι πρόσφυγας;

 Πρόσφυγες από την πρώην Γιουγκοσλαβία φτάνουν στην Ουγγαρία. © UNHCR / A. Hollmann


Ποιος είναι πρόσφυγας;
Πρόσφυγας είναι το άτομο
« που βρίσκεται εκτός της χώρας καταγωγής του ή του τόπου κατοικίας του, έχει δικαιολογημένο φόβο δίωξης για λόγους φυλής, θρησκείας, εθνικότητας, συμμετοχής σε ορισμένη κοινωνική ομάδα ή λόγω πολιτικών πεποιθήσεων και εξαιτίας αυτού του φόβου δίωξης αδυνατεί ή δεν επιθυμεί να απολαμβάνει την προστασία αυτής της χώρας ή την επιστροφή σ' αυτήν.»
ΣΥΜΒΑΣΗ ΤΟΥ 1951 ΓΙΑ ΤΟ ΚΑΘΕΣΤΩΣ ΤΩΝ ΠΡΟΣΦΥΓΩΝ («Σύμβαση της Γενεύης»)
Τι είναι η προστασία;
Οι κυβερνήσεις θέτουν σε ισχύ τους νόμους μιας χώρας και προστατεύουν τους πολίτες τους σύμφωνα με τις διατάξεις των νόμων αυτών. Όταν οι κυβερνήσεις αδυνατούν ή δεν είναι πρόθυμες να το κάνουν αυτό, συχνά κατά τη διάρκεια συγκρούσεων ή εμφύλιας διαμάχης, πολλοί άνθρωποι εγκαταλείπουν τις εστίες τους, μεταβαίνοντας ακόμη και σε άλλη χώρα, όπου ζητούν προστασία. Καθώς δεν απολαμβάνουν πλέον την προστασία της χώρας τους, το ρόλο αυτό αναλαμβάνει η διεθνής κοινότητα. Ο κύριος ρόλος της Ύπατης Αρμοστείας όσον αφορά στη διεθνή προστασία των προσφύγων είναι να εξασφαλίσει ότι τα κράτη είναι ενημερωμένα για τις υποχρεώσεις τους και είναι πρόθυμα να τις εκπληρώσουν, προκειμένου να προστατεύσουν τους πρόσφυγες και τα πρόσωπα που ζητούν άσυλο. Όμως, η Ύπατη Αρμοστεία δεν είναι υπερεθνικός οργανισμός και δεν μπορεί να θεωρηθεί ως υποκατάστατο των ευθυνών μιας κυβέρνησης.  Καμιά χώρα δεν μπορεί να επιστρέψει πρόσφυγες παρά τη θέληση τους σε μια περιοχή όπου υφίστανται κίνδυνο ή να κάνει διακρίσεις ανάμεσα σε διαφορετικές ομάδες προσφύγων.
Ποια δικαιώματα έχει ένας πρόσφυγας;
Ένας πρόσφυγας δικαιούται άσυλο και ασφάλεια. Η διεθνής προστασία δεν περιορίζεται ωστόσο στην περιφρούρηση της σωματικής ακεραιότητας. Οι πρόσφυγες πρέπει να απολαμβάνουν τουλάχιστον των δικαιωμάτων και της βασικής βοήθειας που δικαιούται κάθε αλλοδαπός που διαμένει νόμιμα στην χώρα ασύλου, περιλαμβανομένων της ελευθερίας σκέψης, διακίνησης καθώς και προστασία από τα βασανιστήρια και την εξευτελιστική μεταχείριση. Επίσης, οικονομικά και κοινωνικά δικαιώματα είναι εξίσου σημαντικά για την αποτελεσματική προστασία. Κάθε πρόσφυγας δικαιούται ιατρικής περίθαλψης, το δικαίωμα της εκπαίδευσης για παιδιά πρόσφυγες και το δικαίωμα στην εργασία.
Στις περιπτώσεις όπου δεν υπάρχουν άλλες διαθέσιμες πηγές από τις κυβερνήσεις της χώρας ασύλου, όπως σε περιπτώσεις μαζικής εισόδου προσφύγων, η Ύπατη Αρμοστεία των Ηνωμένων Εθνών για τους Πρόσφυγες και άλλες διεθνείς οργανώσεις παρέχουν οικονομική βοήθεια, τρόφιμα και αντικείμενα όπως σκεύη κουζίνας και εργαλεία, είδη υγιεινής και στέγης ή οργάνωση και υλοποίηση προγραμμάτων για την δημιουργία σχολείων και κλινικών. Η Ύπατη Αρμοστεία καταβάλλει κάθε δυνατή προσπάθεια ώστε να διασφαλιστεί ότι οι πρόσφυγες να καθίστανται αυτάρκεις το συντομότερο δυνατόν.
Ποιες υποχρεώσεις έχει ο πρόσφυγας;
Οι πρόσφυγες υποχρεούνται να σέβονται τους νόμους και τους κανονισμούς της χώρας ασύλου.
Ποιος αποφασίζει για το ποιος είναι πρόσφυγας;
Σύμφωνα με το εθνικό σύστημα δικαίου της κάθε χώρας, οι κυβερνήσεις υιοθετούν τις διαδικασίες καθορισμού του καθεστώτος του πρόσφυγα προκειμένου να προσδιοριστεί το νομικό καθεστώς και τα δικαιώματα των προσώπων στα οποία αναγνωρίζεται το καθεστώς αυτό. Στα πλαίσια εκπλήρωσης της εντολής της για την προστασία των προσφύγων, η Ύπατη Αρμοστεία έχει ρόλο συμβουλευτικό και επιβλέπει την τήρηση και την εφαρμογή της Σύμβασης του 1951. Η Ύπατη Αρμοστεία συνιστά την εφαρμογή γρήγορων, φιλελεύθερων και δίκαιων διαδικασιών, αναγνωρίζοντας ότι η στοιχειοθέτηση της δίωξης είναι ένα δύσκολο έργο.
Η Εκτελεστική Επιτροπή της Ύπατης Αρμοστείας του ΟΗΕ για τους πρόσφυγες (της οποίας τα μέλη ανέρχονται σε 68) καθορίζει βασικές αρχές, ενώ το «Εγχειρίδιο για τις διαδικασίες και τα Κριτήρια Καθορισμού του Καθεστώτος των Προσφύγων» αποτελεί έγκυρη ερμηνεία της Σύμβασης του 1951. Σε ορισμένες χώρες που δεν έχουν υπογράψει τη Σύμβαση του 1951, και εφόσον κάτι τέτοιο της ζητηθεί, η Ύπατη Αρμοστεία μπορεί η ίδια να αναλάβει τη διαδικασία καθορισμού του καθεστώτος του πρόσφυγα.
Θεωρείται πρόσφυγας όποιος διαφεύγει τον πόλεμο ή σχετικές καταστάσεις όπως λιμό και εθνική βία;
Η Σύμβαση του 1951 αποτελεί το κύριο διεθνές κείμενο του δικαίου περί προσφύγων. Ωστόσο η Σύμβαση δεν μιλά συγκεκριμένα για τους εμφύλιους ή την εθνικιστική, φυλετική και θρησκευτική βία, παρόλο που τα τελευταία χρόνια μεγάλα προσφυγικά ρεύματα έχουν συμβεί εξαιτίας τους.
Η Ύπατη Αρμοστεία θεωρεί ότι τα πρόσωπα που εγκαταλείπουν τα σπίτια τους κάτω από τέτοιες συνθήκες και που δεν απολαμβάνουν την προστασία της χώρας καταγωγής τους, πρέπει να θεωρούνται πρόσφυγες. Η άποψη αυτή αποτυπώνεται σε ορισμένα περιφερειακά κείμενα διεθνούς δικαίου, όπως η Σύμβαση του Οργανισμού Αφρικανικής Ενότητας στην Αφρική και η Διακήρυξη της Cartagena στην Λατινική Αμερική.
Ορισμένα κράτη συνεχίζουν να υποστηρίζουν ότι δεν πρέπει να αναγνωρίζεται η προσφυγική ιδιότητα στα πρόσωπα που εγκαταλείπουν την πατρίδα τους λόγω γενικευμένης βίας ή που φοβούνται διώξεις από ομάδες ανταρτών, στασιαστές ή από πρόσωπα που δεν είναι κυβερνητικοί αξιωματικοί. Όμως, κατά την άποψη της Ύπατης Αρμοστείας, αυτό που έχει αποφασιστική σημασία είναι κατά πόσο ένα πρόσωπο δικαιούται διεθνή προστασία επειδή δεν υπάρχει προστασία στην χώρα του, και όχι η πηγή της δίωξης.
Ποιος βοηθά τους εκτοπισμένους στο εσωτερικό της χώρας τους;
Οι εκτοπισμένοι στο εσωτερικό της χώρας τους είναι άνθρωποι που αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν τις εστίες τους για τους ίδιους λόγους όπως και οι πρόσφυγες, αλλά δεν έχουν διασχίσει διεθνώς αναγνωρισμένα σύνορα. Παρόλο που η Ύπατη Αρμοστεία δεν εξουσιοδοτείται να παρέχει προστασία σε αυτή την κατηγορία προσώπων, βοηθά ορισμένους από τους 25 εκατομμύρια εσωτερικά εκτοπισμένους. Αυτές οι επιχειρήσεις πραγματοποιούνται με την συναίνεση της ενδιαφερόμενης χώρας κατόπιν αιτήματος του Γενικού Γραμματέα του ΟΗΕ ή της Γενικής Συνέλευσης και τα τελευταία χρόνια τέτοιες επιχειρήσεις έχουν πραγματοποιηθεί ή πραγματοποιούνται στην Κολομβία, στη Μέση Ανατολή, στο Αφγανιστάν, στο Τιμόρ, στη Σρι Λάνκα και στο Ιράκ.
Η Σύμβαση καλύπτει τους εσωτερικά εκτοπισμένους πληθυσμούς;
Όχι με συγκεκριμένο τρόπο. Οι πρόσφυγες είναι άτομα που έχουν διασχίσει διεθνή σύνορα περνώντας σε μια δεύτερη χώρα όπου ζητούν άσυλο. Οι εσωτερικά εκτοπισμένοι πληθυσμοί μπορεί να έφυγαν για τους ίδιους λόγους, παραμένουν όμως εντός του εδάφους της χώρας τους και συνεπώς υπόκεινται στην προστασία της χώρας του. Σε συγκεκριμένες καταστάσεις κρίσεων, η Ύπατη Αρμοστεία παρέχει βοήθεια σε ορισμένα από τα εκατομμύρια εσωτερικά εκτοπισμένων πληθυσμών, αλλά όχι στο σύνολο των 20-25 εκατομμυρίων παγκοσμίως. Σε παγκόσμιο επίπεδο υπάρχει αυτή τη στιγμή μία εκτεταμένη συζήτηση πάνω στον τρόπο με τον οποίο θα προστατευθεί καλύτερα αυτή η ομάδα ξεριζωμένων ανθρώπων και από ποιον.
Κάθε αιτών άσυλο πρέπει να περάσει από ατομική διαδικασία ασύλου;
Οι αιτούντες άσυλο πρέπει να αποδείξουν ότι ο φόβος δίωξής τους είναι βάσιμος. Όμως, σε περιπτώσεις μαζικής εξόδου προσφύγων, όπως στην περίπτωση της Κεντρικής Αφρικής (περιοχή των Μεγάλων Λιμνών) ενδέχεται να μην είναι δυνατό να γίνει ατομική συνέντευξη. Σε τέτοιες περιπτώσεις, όταν οι άμαχοι εγκαταλείπουν τις εστίες τους εξαιτίας ίδιων συνθηκών, μπορεί να είναι προτιμότερο να καθοριστούν όλα τα μέλη της ομάδας ως πρόσφυγες, έτσι ώστε κάθε μέλος να θεωρείται «εκ πρώτης όψεως» (prima facie) πρόσφυγας. Ο εκ πρώτης όψεως πρόσφυγας δηλαδή θεωρείται πρόσφυγας ελλείψει στοιχείων που να αποδεικνύουν το αντίθετο.
Πώς η 'Yπατη Αρμοστεία διαχωρίζει τους πρόσφυγες από τους οικονομικούς μετανάστες;
Ο οικονομικός μετανάστης  συνήθως εγκαταλείπει τη χώρα του με τη θέλησή του προς ανεύρεση μιας καλύτερης ζωής, συνεχίζοντας να απολαμβάνει την προστασία της χώρας του / της. Ένας πρόσφυγας δεν έχει επιλογές όταν εγκαταλείπει τη χώρα του εξαιτίας του φόβου δίωξης.
Μπορεί ένας ανυπότακτος να θεωρηθεί πρόσφυγας;
Κάθε χώρα έχει το δικαίωμα να κηρύσσει επιστράτευση σε περιόδους εθνικού κινδύνου. Όμως, σε περιπτώσεις όπου δεν προβλέπεται ιδιαίτερη μεταχείριση των αντιρρησιών συνείδησης ή όταν η εν εξελίξει διεθνής σύρραξη προδήλως παραβιάζει διεθνείς κανόνες δικαίου, οι ανυπότακτοι, που έχουν βάσιμο φόβο δίωξης λόγω πολιτικών ή άλλων απόψεων, μπορεί να εμπίπτουν στο καθεστώς του πρόσφυγα.
Μπορούν οι κυβερνήσεις να απελάσουν άτομα που δεν αναγνωρίζονται ως πρόσφυγες;
Τα πρόσωπα, για τα οποία αποφασίστηκε βάση δίκαιης διαδικασίας ότι δεν χρειάζονται διεθνή προστασία, είναι στην ίδια κατάσταση με αυτή των υπόλοιπων αλλοδαπών που παραμένουν αντικανονικά στην επικράτεια μιας χώρας, και μπορούν να απελαθούν. Ωστόσο, η Ύπατη Αρμοστεία συνιστά την παροχή προστασίας σε άτομα προερχόμενα από χώρες κατεστραμμένες από ένοπλες συγκρούσεις ή από γενικευμένη βία. Η Ύπατη Αρμοστεία επίσης υποστηρίζει ότι οι αιτούντες άσυλο, των οποίων το αίτημα έχει απορριφθεί πρέπει να έχουν το δικαίωμα προσφυγής πριν από την απέλαση.
Μπορεί ένας εγκληματίας να θεωρηθεί πρόσφυγας;
Ένα πρόσωπο που δικάστηκε δίκαια για αδίκημα του κοινού ποινικού δικαίου, ο οποίος εγκαταλείπει τη χώρα του προκειμένου να αποφύγει την φυλάκιση, δεν είναι κατ' ανάγκη πρόσφυγας. Όμως, πρόσωπο που κατηγορείται για ποινικό αδίκημα ή άλλο μη πολιτικό έγκλημα, είτε αθώος είτε ένοχος, αν διώκεται και για πολιτικούς ή άλλους λόγους, δεν αποκλείεται από το καθεστώς του πρόσφυγα. Επιπλέον, πρόσωπα που έχουν καταδικαστεί για το «έγκλημα» της πολιτικής δράσης τους είναι πιθανό  να είναι πρόσφυγες.
Μπορεί ένας εγκληματίας πολέμου να θεωρηθεί πρόσφυγας;
Πρόσωπα που έχουν συμμετάσχει σε εγκλήματα πολέμου και παραβιάσεις του διεθνούς ανθρωπιστικού δικαίου και του διεθνούς δικαίου των δικαιωμάτων του ανθρώπου, καθώς και σε τρομοκρατικές ενέργειες, αποκλείονται από την προστασία που δικαιούνται οι πρόσφυγες.
Στην πράξη, ειδικά στην περίπτωση μαζικής φυγής, μερικές φορές είναι δύσκολο να διαχωριστούν τα πρόσωπα, σε βάρος των οποίων υπάρχουν υπόνοιες ότι συμμετείχαν σε σοβαρές παραβιάσεις των δικαιωμάτων του ανθρώπου από τους υπόλοιπους πρόσφυγες, ειδικά  για μια ανθρωπιστική οργάνωση, όπως η  Ύπατη Αρμοστεία, η οποία δεν κατέχει ούτε δικαστική ούτε αστυνομική εξουσία. Τη δεκαετία του 1990, παραδείγματος χάριν, στα τεράστια προσφυγικά των προσφύγων από τη Ρουάντα στις γειτονικές χώρες ήταν γνωστό ότι διέμεναν και εγκληματίες.
Η πιο πρακτική λύση είναι η υποστήριξη του έργου πρωτοβουλιών, όπως τα διεθνή δικαστήρια για την Ρουάντα και την πρώην Γιουγκοσλαβία, προκειμένου να δικαστούν εγκληματίες πολέμου. Η Ύπατη Αρμοστεία είναι υποχρεωμένη να συνεργάζεται με αυτές τις αρχές και με άλλα παρεμφερή όργανα του ΟΗΕ ως προς την παροχή αντικειμενικών στοιχείων, χειριζόμενη ωστόσο με ευαισθησία τη διαβίβαση των πληροφοριών που οι πρόσφυγες έχουν εμπιστευτεί στα στελέχη της.
Μπορεί ένας στρατιώτης να είναι πρόσφυγας;
Μόνο πολίτες είναι πρόσφυγες. Όποιος συνεχίζει να διεξάγει ένοπλες επιχειρήσεις εναντίον της χώρας καταγωγής του από την χώρα ασύλου, δεν μπορεί να θεωρηθεί πρόσφυγας.
Μπορούν να θεωρηθούν πρόσφυγες οι γυναίκες που υφίστανται δίωξη επειδή αρνούνται να συμμορφωθούν με τους κοινωνικούς περιορισμούς;
Οι γυναίκες, όπως οι άνδρες, μπορεί να διωχθούν για πολιτικούς, εθνικούς ή θρησκευτικούς λόγους. Επιπλέον, όταν κάποια γυναίκα υφίσταται διάκριση ή σοβαρή δίωξη επειδή αρνείται να συμμορφωθεί με αυστηρούς κώδικες συμπεριφοράς, τότε μπορεί να αναγνωριστεί στο πρόσωπό της το καθεστώς του πρόσφυγα. Τέτοια δίωξη μπορεί να προέρχεται από μη κρατικές αρχές όταν δεν υπάρχει προστασία από το κράτος. Σεξουαλική βία, όπως ο βιασμός, μπορεί να συνιστά δίωξη.
Τέτοιες διακρίσεις θα πρέπει να προκαλούν σημαντική ζημιά προκειμένου να αναγνωριστεί πρόσφυγας η εν λόγω γυναίκα. Μια γυναίκα που φοβάται για τη σωματική της ακεραιότητα λόγω της άρνησης της να φορέσει τη μαντίλα ή άλλου είδους ένδυμα, ή επειδή προτιμά να επιλέξει η ίδια το σύζυγό της και να ζήσει μια ανεξάρτητη ζωή, μπορεί να είναι πρόσφυγας.
Το 1984, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο αποφάσισε ότι οι γυναίκες, που αντιμετωπίζουν απάνθρωπη συμπεριφορά, επειδή υποτίθεται πως παραβιάζουν τα κοινωνικά ήθη, θα πρέπει να θεωρούνται ως «συγκεκριμένη κοινωνική ομάδα» για το σκοπό του καθορισμού του προσφυγικού καθεστώτος. Οι Ηνωμένες Πολιτείες και ο Καναδάς έχουν υιοθετήσει λεπτομερείς οδηγίες σχετικά με τη δίωξη λόγω φύλου, ενώ υπάρχουν παρόμοιες οδηγίες και σε άλλες χώρες.
Μπορεί μια γυναίκα που φοβάται ότι η ίδια ή η ανήλική της θυγατέρα θα υποστεί ακρωτηριασμό των γεννητικών τους οργάνων να αναγνωριστεί ως πρόσφυγας;
Στη Γαλλία, την Ολλανδία, τον Καναδά και τις Ηνωμένες Πολιτείες έχει επίσημα αναγνωριστεί ότι ο ακρωτηριασμός των οργάνων συνιστά μορφή δίωξης και μπορεί να αποτελέσει λόγο αναγνώρισης προσφυγικού καθεστώτος. Σε μια περίπτωση για παράδειγμα μια γυναίκα αναγνωρίστηκε ως πρόσφυγας φοβούμενη δίωξη στη χώρα της, επειδή αρνήθηκε να υποβάλλει τη νεογέννητη κόρη της σε ακρωτηριασμό των γεννητικών της οργάνων.
Μπορεί κάποιος που εκφράζει φόβο δίωξης λόγω σεξουαλικών προτιμήσεων να πληροί τις προϋποθέσεις για το καθεστώς του πρόσφυγα;
Οι ομοφυλόφιλοι μπορεί να πληρούν τις προϋποθέσεις για προσφυγικό καθεστώς λόγω δίωξης που οφείλεται στη συμμετοχή τους σε ιδιαίτερη κοινωνική ομάδα. Η θέση της Ύπατης Αρμοστείας είναι ότι πρέπει να αναγνωρίζεται το καθεστώς του πρόσφυγα στα πρόσωπα που υφίστανται επίθεση, βάναυση συμπεριφορά ή σοβαρές διακρίσεις λόγω της ομοφυλοφιλίας τους, εφόσον οι κυβερνήσεις των χωρών καταγωγής τους δεν μπορούν ή δεν επιθυμούν να τα προστατεύσουν.
Τι είναι η προσωρινή προστασία;
Τα κράτη συνήθως παρέχουν προσωρινή προστασία όταν αντιμετωπίζουν αναπάντεχα προσφυγικά κύματα, όπως συνέβη κατά την διάρκεια του εμφυλίου πόλεμου στην πρώην Γιουγκοσλαβία στις αρχές της δεκαετίας του 1990 και αργότερα στο Κόσσοβο, και όταν τα συστήματα ασύλου τους αποδεικνύονται προφανώς ανεπαρκή. Σε τέτοιες περιπτώσεις, οι πρόσφυγες μπορούν να γίνουν δεκτοί σε ασφαλείς χώρες αλλά χωρίς να υπάρχει εγγύηση για μόνιμο άσυλο.
Πως προστατεύει η Ύπατη Αρμοστεία τη σωματική ακεραιότητα των προσφύγων;
Οι πρόσφυγες, ειδικά οι ηλικιωμένοι, οι γυναίκες και τα παιδιά, είναι συχνά ευάλωτοι στη βία. Ο βιασμός, συγκεκριμένα, είναι ένας τρόπος που χρησιμοποιείται ολοένα και συχνότερα, προκειμένου να εκδιώξει τον άμαχο πληθυσμό από τα σπίτια του, καθώς οι άμαχοι γίνονται στόχος αντίπαλων ένοπλων ομάδων. Οι άμαχοι μπορεί να υποστούν επίθεση κατά τη διάρκεια της φυγής τους, αλλά και κατά την άφιξή τους στην χώρα ασύλου, από αξιωματούχους, τον ντόπιο πληθυσμό ή άλλους πρόσφυγες.
Το προσωπικό της Ύπατης Αρμοστείας προσπαθεί να προλάβει τέτοιες καταστάσεις, προσφέροντας στα θύματα επιθέσεων ειδική φροντίδα και σωστή νομική παρακολούθηση συμπεριλαμβανομένης της ποινικής δίωξης για τους ύποπτους. Η πρόληψη μπορεί να περιλαμβάνει την αναδιάταξη του καταυλισμού ή τη βελτίωση των βασικών εγκαταστάσεων, όπως είναι ο φωτισμός, επιπρόσθετοι φράχτες ή ακόμα και η διοργάνωση περιπολιών κατά τη διάρκεια της νύχτας. 
Ποια είναι η πολιτική της Ύπατης Αρμοστείας για τη μετεγκατάσταση των προσφύγων;
Ο εθελοντικός επαναπατρισμός αποτελεί σχεδόν πάντα την καλύτερη μόνιμη λύση για τους περισσότερους πρόσφυγες. Όμως σε ορισμένες περιπτώσεις οι πρόσφυγες δεν μπορούν να γυρίσουν στην πατρίδα τους εξαιτίας συνεχιζόμενου φόβου δίωξης ή άλλων λόγων. Ενδέχεται όμως να μην μπορούν να ζήσουν μόνιμα ούτε στην χώρα που ζήτησαν άσυλο. Σε αυτές τις περιπτώσεις η μετεγκατάστασή τους σε τρίτη χώρα αποτελεί τη μόνη πραγματική επιλογή.
Μπορούν οι πρόσφυγες να ζητήσουν μετεγκατάσταση σε συγκεκριμένη χώρα;
Υπό κανονικές συνθήκες, όχι. Όμως για λόγους οικογενειακής συνένωσης, οι πρόσφυγες μπορεί να ζητήσουν τη μετεγκατάσταση τους στις χώρες όπου διαμένουν ήδη μέλη της οικογένειας τους.
Ποιες χώρες υιοθετούν πολιτική ποσόστωσης για τη μετεγκατάσταση των προσφύγων;
Από τα 191 κράτη μέλη του οργανισμού Ηνωμένων Εθνών λιγότερα από 20 έχουν υιοθετήσει ετήσιες ποσοστώσεις μετεγκατάστασης, περιλαμβανομένων της Αυστραλίας, του Καναδά, της Δανίας, της Φινλανδίας, της Νέας Ζηλανδίας, της Νορβηγίας, της Σουηδίας, της Ολλανδίας, και των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής. Άλλες χώρες μπορεί να εξετάσουν συγκεκριμένα αιτήματα για μετεγκατάσταση που υποβάλλονται από την Ύπατη Αρμοστεία, επειδή συντρέχουν οι προϋποθέσεις οικογενειακής συνένωσης ή όταν υπάρχουν ισχυροί πολιτικοί δεσμοί.
Γιατί οι ποσοστώσεις για τη μετεγκατάσταση δεν καλύπτονται πάντα από την Ύπατη Αρμοστεία;
Οι κυβερνήσεις δεν είναι πάντα έτοιμες να προσαρμόσουν τις ποσοστώσεις που διαθέτουν για τη μετεγκατάσταση των προσφύγων σε αλλαγές στην παγκόσμια σκηνή (όπως αιφνίδιοι πόλεμοι) και συχνά υιοθετούν τις ποσοστώσεις ανάλογα με την πίεση που δέχονται από ενδιαφερόμενες κοινότητες των πολιτών τους για συγκεκριμένες εθνικότητες προσφύγων (και όχι με βάση τις ανάγκες των προσφύγων). Οι χώρες μετεγκατάστασης μπορεί να μην δέχονται περιπτώσεις οικογενειών με σημαντικά ιατρικά προβλήματα, που μπορεί να στοιχίζουν περισσότερο στο σύστημα κοινωνικής πρόνοιας ή που δεν έχουν την πιθανότητα γρήγορης κοινωνικής ενσωμάτωσης. Γενικά, αν και ορισμένες χώρες δέχονται «δύσκολες περιπτώσεις», οι περισσότερες χώρες μετεγκατάστασης προτιμούν μορφωμένους πρόσφυγες με ισχυρούς οικογενειακούς και πολιτιστικούς δεσμούς, ακέραια οικογενειακή δομή και με πολλές δυνατότητες γρήγορης κοινωνικής ενσωμάτωσης. Αυτές οι οικογένειες μπορεί να μην ανταποκρίνονται πάντα στις περιπτώσεις προσφύγων που, κατά την Ύπατη Αρμοστεία, έχουν άμεση ανάγκη προστασίας με την εφαρμογή του μέτρου της μετεγκατάστασης. Ο πόλεμος κατά της τρομοκρατίας παγκοσμίως και οι ολοένα και πιο αυστηρές διαδικασίες μετανάστευσης έχουν τελευταία προκαλέσει εμπόδια σε προγράμματα μετεγκατάστασης, ειδικά για τις Ηνωμένες Πολιτείες.
Πως μπορούν τα ασυνόδευτα παιδιά να συνενωθούν με τις οικογένειες τους;
Ασυνόδευτος ανήλικος είναι κάθε πρόσωπο κάτω των 18 ετών, υπήκοος τρίτης χώρας ή ανιθαγενής, που εισέρχεται ή βρίσκεται στην επικράτεια ενός κράτους, χωρίς να συνοδεύεται από τον κατά το νόμο ή το έθιμο υπεύθυνο για την επιμέλειά του ενήλικα. Ο αριθμός των ασυνόδευτων ανηλίκων προσφύγων ποικίλει. Συνήθως αποτελεί το 2 έως 5 τοις εκατό του προσφυγικού πληθυσμού, ενώ στην Ευρώπη, από έρευνα της Ύπατης Αρμοστείας, υπολογίζεται πως το 4 τοις εκατό των αιτούντων άσυλο ήταν ασυνόδευτα παιδιά. Η Ύπατη Αρμοστεία συνεργάζεται με διάφορες οργανώσεις όπως το UNICEF, τη Διεθνή Επιτροπή του Ερυθρού Σταυρού και την οργάνωση «Σώστε τα Παιδιά» για να διασφαλίσουν ότι τα ασυνόδευτα παιδιά αναγνωρίζονται και καταγράφονται, και πως οι οικογένειες του έχουν βρεθεί. Στη κρίση της Ρουάντας στα μέσα της δεκαετίας του 1990, περίπου 67,000 παιδιά ξαναβρήκαν τις οικογένειες τους.
Υπάρχουν κατευθυντήριες οδηγίες για τους λαθρεπιβάτες και για τα άτομα που διασώζονται στη θάλασσα;
Οι πλοίαρχοι έχουν καθήκον βάσει του διεθνούς δικαίου να διασώζουν κάθε άτομο που κινδυνεύει στη θάλασσα. Σε ορισμένες περιπτώσεις, όπως των Βιετναμέζων "ανθρώπων των πλοιαρίων", μπορεί να πρόκειται για αιτούντες άσυλο. Λαθρεπιβάτες μπορεί επίσης να είναι αιτούντες άσυλο. Τα άτομα που διασώζονται στη θάλασσα πρέπει να αποβιβάζονται στο επόμενο λιμάνι προορισμού, όπου θα πρέπει να τους επιτρέπεται η είσοδος και η παραμονή τουλάχιστον προσωρινά μέχρι να βρεθεί χώρα που θα τους δεχτεί για μετεγκατάσταση. Ορισμένα κράτη, τη σημαία των οποίων φέρουν τα πλοία που διασώζουν, έχουν υποσχεθεί μετεγκατάσταση για τα διασωθέντα στη θάλασσα άτομα.
Δεν υπάρχει δεσμευτική διεθνής συνθήκη σχετικά με τους λαθρεπιβάτες αιτούντες άσυλο και η υποδοχή τους ποικίλλει. Η Ύπατη Αρμοστεία συνιστά, όταν αυτό είναι εφικτό, να επιτρέπεται η αποβίβαση των λαθρεπιβατών στο πρώτο λιμάνι προορισμού, όπου το προσφυγικό τους καθεστώς θα καθοριστεί από τις τοπικές αρχές. Εάν το κράτος αυτό δεν επιτρέπει την αποβίβαση του λαθρεπιβάτη και το επόμενο λιμάνι προορισμού του πλοίου βρίσκεται σε κράτος όπου η ζωή του λαθρεπιβάτη απειλείται, τότε η πράξη ισοδυναμεί με επαναπροώθηση.
Σε τέτοιες περιπτώσεις, οι αξιωματούχοι της Ύπατης Αρμοστείας προσπαθούν να διεξάγουν συνέντευξη στο πλοίο, και εφόσον αποδειχθεί ότι ο αιτών άσυλο θεωρείται πρόσφυγας, τότε παρέχουν βοήθεια στην εξεύρεση μόνιμης λύσης που είναι συνήθως η μετεγκατάσταση σε τρίτη χώρα.
Τι κάνει η Ύπατη Αρμοστεία για να προλάβει την ανιθαγένεια;
Το δικαίωμα στην ιθαγένεια αναγνωρίζεται ευρέως από το διεθνές δίκαιο και αποτελεί καθεστώς από το οποίο απορρέουν άλλα δικαιώματα. Όμως, περίπου εννέα εκατομμύρια άνθρωποι στην τέως Σοβιετική Ένωση παραμένουν ανιθαγενείς. Το πρόβλημα είναι ιδιαίτερα οξύ ανάμεσα σε παιδιά που οι γονείς έχουν διαφορετική υπηκοότητα μεταξύ τους ή που έχουν γεννηθεί σε χώρα άλλη από την χώρα καταγωγής των γονέων τους, αφού δεν αποκτούν κατ'ανάγκην την ιθαγένεια του τόπου γέννησης τους.
Υπάρχουν διάφορα διεθνή κείμενα που αναφέρουν το θέμα, συμπεριλαμβανομένων της Διεθνούς Διακήρυξης των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου του 1948, τη Σύμβαση για την Εξάλειψη της Ανιθαγένειας του 1961, που ορίζει ότι κανένα πρόσωπο δεν μπορεί να στερείται της ιθαγένειας του για λόγους φυλής, εθνικής καταγωγής, θρησκείας, ή λόγω των πολιτικών του πεποιθήσεων. Παρουσιάζονται μέτρα για την παρεμπόδιση της ανιθαγένειας από τη μεταβίβαση της κυριαρχίας ενός εδάφους και περιλαμβάνει κανόνες για τη χορήγηση της ιθαγένειας σε πρόσωπα που γεννιούνται σε μια χώρα και τα οποία υπό διαφορετικές συνθήκες θα ήταν ανιθαγενή. Η Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ έχει δώσει την εντολή στην Ύπατη Αρμοστεία να παρακολουθεί τη Σύμβαση, και η Ύπατη Αρμοστεία έχει ξεκινήσει μια παγκόσμια προσπάθεια καταγραφής της κατάστασης όσον αφορά την ανιθαγένεια, συμπεριλαμβανομένων των προβλημάτων που αντιμετωπίζουν τα κράτη, τα νομικά πλαίσια και τα προγράμματα που μπορούν να βοηθήσουν στην καταπολέμηση της ανιθαγένειας.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

back to top