2 Σεπτεμβρίου 2013

Χριστίνα Καρυτινού

Πολλές από τις πόζες της γιόγκα μου θύμιζαν αρχαία αγάλματα -μου έδιναν μια αρχαία αίσθηση- πώς ήταν ο Ποσειδώνας ή ο Δισκοβόλος, με τις στροφές του σώματος... Έτσι βίωσα αυτό το άνοιγμα, την αίσθηση του χώρου, του ανοίγματος στο στέρνο. 


Χριστίνα Καρυτινού Δασκάλα αστάνγκα γιόγκα. Γεννήθηκε και ζει στην Πλάκα. Έμεινε για καιρό στην Αγγλία, αλλά γύρισε επειδή ήθελε τα παιδιά της να μάθουν ελληνικά.

 Γεννήθηκα στην Πλάκα, πάνω στην πλατεία όπου τώρα βρίσκεται μια πανσιόν, εκεί ήταν το μαιευτήριο. Μεγάλωσα όμως στη Γλυφάδα. Όταν μετακομίσαμε εκεί, ήταν ακόμη χωριό.

Μεγάλωσα σε ένα σπίτι χωρίς ιδιαίτερους περιορισμούς και όρια, αρκετά καλλιτεχνικό, περιτριγυρισμένη στην κυριολεξία από καλλιτέχνες, κυρίως από μουσικούς. Έτσι γνώρισα από νωρίς και τα υπέρ και τα κατά αυτής της κατάστασης.

Μεγάλωσα με τη μητέρα μου. Ήταν μουσικός και ξεναγός. Ασχολήθηκα με το θέατρο και τον latin-african χορό από τα 16 ως τα 19 μου, μέχρι που πήγα σε μια τάξη ashtanga γιόγκα - το «σύστημα» δηλαδή που διδάσκω τώρα.

Στο πρώτο μάθημα ένιωσα φανταστικά, στο δεύτερο αποφάσισα ότι αυτό ήθελα να κάνω στη ζωή μου. Να αφιερωθώ σ' αυτό. Όχι όμως μέσα από μια ινδική προσέγγιση ή γιατί με ενδιέφερε ιδιαίτερα η ινδική φιλοσοφία. Αλλά γιατί μέσα από την πρακτική μου έζησα το αρχαίο ελληνικό κάλλος. Αυτό που έβλεπα στα αγάλματα, στους κούρους, όταν πήγαινα μαζί με τη μητέρα μου στους αρχαιολογικούς χώρους.

Πολλές από τις πόζες της γιόγκα μου θύμιζαν αρχαία αγάλματα -μου έδιναν μια αρχαία αίσθηση- πώς ήταν ο Ποσειδώνας ή ο Δισκοβόλος, με τις στροφές του σώματος... Έτσι βίωσα αυτό το άνοιγμα, την αίσθηση του χώρου, του ανοίγματος στο στέρνο.

Ήταν καθαρά θέμα αισθητικής στην αρχή και σιγά-σιγά, με την πρακτική, μπόρεσα και έφερα το σώμα μου σε μια κατάσταση που θεωρούσα ιδανική.

Η πρώτη σχολή που πήγα ήταν στην Κηφισιά .Ήταν η μοναδική όπου μπορούσες να μάθεις αστάνγκα γιόγκα. Η δασκάλα μου, η Λ. Καπετανάκη, ήταν μαθήτρια του πρώτου μου άντρα, του Ντέρεκ Άιρλαντ και η πρώτη που με δίδαξε τη συγκεκριμένη τεχνική.

Δύο χρόνια αργότερα με έστειλε στον Ντέρεκ. Πήγα σαν μαθήτριά του και καταλήξαμε παντρεμένοι! Ο Ντέρεκ ήταν και ο πρώτος που «μύησε» την Ευρώπη στην αστάνγκα. Ζήσαμε μαζί 6 χρόνια και μαζί του έκανα το μεγαλύτερο κομμάτι της εκπαίδευσής μου. Η ζωή μας μοιραζόταν ανάμεσα στην Ελλάδα, την Κρήτη (όπου δίδασκε), την Ινδία και την Αγγλία. Κάναμε δύο παιδιά, τον Ντένις και τον Λίαμ.

Ο Ντέρεκ πέθανε το 1998 από καρκίνο. Παρέμεινα με τα παιδιά στην Αγγλία για 4 χρόνια ακόμα. Συνέχισα εκεί τη διδασκαλία του, κι αυτό με βοήθησε να ξεπεράσω τη θλίψη μου. Τις ώρες τις διδασκαλίας αισθανόμουν τη μεγαλύτερη ασφάλεια. Ο Ντέρεκ μου είχε δώσει κίνητρα. Τη διδασκαλία, τα παιδιά. Κι αυτό πάντα βοηθάει. Είναι πολύ όμορφο να νιώθεις ότι συνεχίζεις αυτή την ενέργεια.

Το 2003 αποφάσισα να γυρίσω στην Ελλάδα αφήνοντας τα πάντα πίσω - ήθελα τα παιδιά να μάθουν ελληνικά. Κι εγώ την ίδια στιγμή ένιωθα ότι μου έλειπε η χώρα μου. Ξεκίνησα πάλι διδασκαλία στην Αθήνα, αλλά συνέχισα και τα σεμινάρια στο εξωτερικό.

Το 2005 γνώρισα τον δεύτερο άντρα μου, τον Γιάννη Κασιμάτη, ο οποίος είναι επίσης από το χώρο. Και εκεί άλλαξε η ζωή μου πάλι. Μου δόθηκε μια δεύτερη ευκαιρία. Νιώθω ότι είχα μια φοβερή ευλογία. Μπόρεσα και βίωσα πάλι οικογένεια. Γιατί είναι δύσκολο να βρεθεί κάποιος που θα μπορέσει να δώσει ενέργεια στα παιδιά.

Τα παιδιά κάνουν γιόγκα πολύ επιλεκτικά. Δεν μπορείς να πιέσεις κανέναν να κάνει γιόγκα, πρέπει να έρθει από μέσα του. Μια στο τόσο, σε πλαίσιο παιχνιδιού, κάνουμε κάποιες ασκήσεις. Ξέρουν μέσα τους ότι κάποια στιγμή θα μάθουν αυτήν την τεχνική, αν θέλουν να τη χρησιμοποιήσουν έχει καλώς, αν όχι, επίσης. Πρέπει μόνα τους να ανακαλύψουν αυτό που θέλουν. Από κει και πέρα, θέλω να ξέρουν κάποιες ασκήσεις που θα τα βοηθήσουν να ξεμπλοκάρουν τα σώματά τους. Είναι ένα πολύ χρήσιμο εργαλείο.

κάνει η γιόγκα; Οι περισσότεροι πιστεύουν ότι η τροφή είναι το φαγητό. Όμως η πραγματική τροφή είναι η αναπνοή. Με τη γιόγκα τρέφουμε τα κύτταρά μας με οξυγόνο. Το πρόβλημα που έχουμε στον δυτικό πολιτισμό είναι ότι δεν μας εκπαιδεύουν στη σωστή αναπνοή. Με αποτέλεσμα να μην υπάρχει αρκετή οξυγόνωση του σώματος κι αυτό να φέρνει κι όλα τα άλλα μπλοκαρίσματα - σωματικά και συναισθηματικά.

Το πρώτο πράγμα που παθαίνει το σώμα όταν βρεθεί σε μια κατάσταση σοκ είναι ότι η αναπνοή μπλοκάρεται. Αυτό που δουλεύουμε στην ώρα της γιόγκα είναι η συνεχόμενη κίνηση και αναπνοή. Και υπάρχουν κάποιες στατικές ασκήσεις όπου μένεις και συνεχίζεις να ανασαίνεις και μετά πάλι ροή και μετά πάλι στάση. Αλλά η αναπνοή δεν σταματάει ποτέ. Έτσι το σώμα τροφοδοτείται με οξυγόνο και κατά συνέπεια επηρεάζεται το νευρικό και το μυοσκελετικό σύστημα.

Όσοι τύποι ανθρώπων υπάρχουν, υπάρχουν αντίστοιχα άλλοι τόσοι τύποι γιόγκα. Εξαρτάται από το είδος άσκησης που θέλει να ακολουθήσει ο καθένας. Αν κάποιος είναι ήρεμος και θέλει να αντιμετωπίσει τα πράγματα με ηρεμία και στωικότητα διαλέγει ένα σύστημα της γιόγκα που είναι πιο ήπιο. Αν είναι πιο ενεργητικός και ένα ήπιο σύστημα θα τον τρέλαινε, διαλέγει ένα πιο δυναμικό. Το πιο σημαντικό είναι το σύστημα που θα διαλέξει να έχει υπόβαθρο, να έχει δοκιμαστεί γενιά με γενιά. Πώς θα το βρει; Τι του πάει; Πρέπει να τριγυρίσει. Αυτός που θέλει να βρει την ποιοτική κατάσταση μέσα στην πρακτική του κάποια στιγμή θα βρει και τον κατάλληλο δάσκαλο.

Η γιόγκα ως σύστημα είναι δομημένη στην επαγρύπνηση - στο να ξυπνήσει τους ανθρώπους, να μην τους αφήσει να πέσουν σε μια κατάσταση κοινωνικού λήθαργου. Γιατί όταν έχεις σωστή αναπνοή και κίνηση, κινείται το αίμα και αυτό σε επηρεάζει και νοητικά: Όταν μέσα σου βιώσεις χώρο, αμέσως αρχίζεις να ανοίγεις και νοητικά.

Μόδα ναι, έχει γίνει πλέον, όπως ήταν οι πολεμικές τέχνες το ‘80. Το θέμα είναι ότι όλο αυτό έχει και θετική πλευρά, μια και έχει βοηθήσει πολύ κόσμο να βρει ισορροπία. Ακόμα κι αν κάποιος ξεκινάει την πρακτική του με στόχο ένα όμορφο σώμα, σιγά-σιγά θα δει ότι τα πράγματα αλλάζουν στη ζωή του, καλυτερεύουν, ότι γίνεται καλύτερος άνθρωπος.

Το θέμα δεν είναι να αφήσουμε ό,τι κάνουμε και να αρχίσουμε γιόγκα, αλλά να αποκτήσουμε επαφή με τον εαυτό μας. Απαιτεί μια επένδυση χρόνου, κι αυτό σήμερα είναι το πιο δύσκολο πράγμα. Το πιο δύσκολο είναι να σταθείς μπροστά στο στρωματάκι σου και να πεις «θα κάνω πρακτική». Το να μπορέσεις να αποκτήσεις έμπνευση ως προς αυτήν. Και να αφοσιωθείς. Μετά όλα κυλούν. Σαν ένα είδος ψυχοθεραπείας, όπου απλά δεν υπάρχει ο ψυχαναλυτής. Γίνεσαι εσύ ο θεραπευτής του εαυτού σου.

Δεν ξέρω αν φιλοδοξώ να φτάσω «κάπου». Βρίσκομαι σε ένα μονοπάτι γνώσης. Μαθαίνω πράγματα συνέχεια.

Θεωρώ ότι αυτό που ζούμε τώρα είναι το πιο σημαντικό. Να ξέρουμε ότι υπάρχει αγάπη στη ζωή μας, να ξέρουμε ότι υπάρχει ευτυχία, να ξέρουμε ότι στη δυστυχία μπορούμε να αντεπεξέλθουμε, να έχουμε την αίσθηση της δύναμης του εαυτού μας. Το χειρότερο στάδιο για έναν άνθρωπο είναι όταν χάνει την αίσθηση της λογικής του. Μπορεί να γίνει κάτι πραγματικά τραγικό, αλλά δεν είναι το γεγονός τόσο πολύ όσο το αποτέλεσμα - αυτό που μπαίνει μέσα μας.

Αυτό που θα ήθελα πάντως κάποια στιγμή είναι να ζήσω κοντά στη φύση. Αν και θεωρώ ότι η Αθήνα είναι η πιο όμορφη πόλη που θα μπορούσε να ζήσει κανείς στην Ευρώπη. Δεν ξέρω τι είναι αυτό που θα της έλειπε αυτή τη στιγμή, βλέπεις και στις πόλεις του εξωτερικού, όλα είναι τέλεια, αλλά οι άνθρωποι έχουν κατάθλιψη... Όλες οι πόλεις γενικώς αντιμετωπίζουν μεγάλο θέμα με την ενέργεια κάθε ανθρώπου, με τον εκνευρισμό του: Όταν υπάρχει εκνευρισμός, όσο θετικός κι αν είσαι, τον εισπράττεις, μπαλατζάρει από τον έναν άνθρωπο στον άλλο. Αυτό βιώνουμε στη σύγχρονη πόλη, τη μεταφορά σκουπιδιών από τον έναν στον άλλο...

Πηγή: www.lifo.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια:

back to top