Μάθηση χωρίς σκέψη είναι χαμένος κόπος. Σκέψη χωρίς μάθηση είναι κίνδυνος. Κομφούκιος*
ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ
- Αρχική σελίδα
- Ταινίες
- Ντοκιμαντέρ
- Καλλιτεχνικά / Εκπαιδευτικά
- Οικολογία
- Φωτογραφία
- Δικαιώματα των Ζώων
- Περιβαλλοντική Εκπαίδευση
- Η ελληνική ως ξένη γλώσσα
- Δραματοθεραπεία
- Online Περιοδικά
- Διαδικτυακές διαλέξεις
- Εκπαιδευτικά Project
- Ψηφιακές Βιβλιοθήκες
- Μουσεία / Γκαλερί
- Street Art
- Εκθέσεις-Εκδηλώσεις
- Visual Research
- Απόψεις
- Κριτικοί Εκπαιδευτικοί Αναστοχασμοί
- BLOG 2
4 Δεκεμβρίου 2011
ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ. H ΠΕΡΙΠΕΤΕΙΑ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΓΥΜΝΟΥ
ΑΝΑΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΑΠΟ ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ
της Ειρήνης Κοντογεωργίου
Η τέχνη της φωτογραφίας δεν ήταν πάντα ανοιχτή σε τολμηρά θέματα. Ετσι ο Άλκης Ξανθάκης πραγματοποίησε μεγάλη έρευνα για να συγκεντρώσει το υλικό για το βιβλίο του
Η περιπέτεια του ελληνικού γυμνού
Εντάξει, «όταν εμείς φτιάχναμε Παρθενώνες, αυτοί ήταν στα δένδρα». Οταν όμως αυτοί έβγαζαν έναν Μαν Ρέι, εμείς καίγαμε γυμνές φωτογραφίες για να προστατεύσουμε τη μνήμη του φωτογράφου. Καταλαβαίνετε σε τι κυκεώνα μπήκε ο ιστορικός της φωτογραφίας Άλκης Ξανθάκης προκειμένου να ολοκληρώσει το βιβλίο «Το γυμνό στην ελληνική φωτογραφία», που θα κυκλοφορήσει τις επόμενες μέρες από τις εκδόσεις «Κοχλίας». Δεκαπέντε χρόνια τού χρειάστηκαν.
Όμως, αποζημιώθηκε: ανακάλυψε τη μαντάμ Ορτάνς σε προκλητική πόζα φωτογραφείου της Κρήτης, συνάντησε τις πρώτες πόρνες της οδού Σκουφά να στέκονται ολόγυμνες μπροστά στο φωτογραφικό φακό, μπήκε στο ερωτικό αρχείο του Εμπειρίκου και άλλων επιφανών του πνεύματος και της επιστήμης.
«Η πρόθεσή μου δεν ήταν να κάνω επιλογή αξιόλογων καλλιτεχνικών γυμνών», ξεκαθαρίζει ο Ξανθάκης. «Σκοπός μου ήταν να δείξω το γυμνό όπως εξελίσσεται στην Ελλάδα από την αρχή της φωτογραφίας μέχρι σήμερα. Π.χ. όταν το 1950-70 δεν γίνονται επαγγελματικές λήψεις, γίνονται κρυφά ερασιτεχνικές. Τις έχω συμπεριλάβει. Υπάρχει επίσης το γυμνό που βγαίνει με πονηριά: η κοπέλα πηγαίνει για φωτογραφία ταυτότητας και ο φωτογράφος παραπλανώντας την της κατεβάζει το ντεκολτέ, υποσχόμενος ότι δεν θα χρησιμοποιήσει την πόζα. Για τη συγκεκριμένη έρευνα, αυτού του είδους οι φωτογραφίες είναι πάρα πολύ σημαντικές. Ναι, δεν είναι όλες καλλιτεχνικές. Είναι όμως όλες χαρακτηριστικές της εποχής τους».
Μια από τις μεγαλύτερες δυσκολίες ήταν η συγκέντρωση και η τεκμηρίωση του υλικού που αφορούσε την περίοδο πριν από το 1950.
Τρομακτική είναι η πλήρης έλλειψη υλικού του 19ου αιώνα. Παρά τη μεγάλη προσπάθεια, δεν εντοπίστηκε καμία φωτογραφία. Τότε υπήρχε η «συγγενική λογοκρισία». Το φαινόμενο του να καίνε οι συγγενείς τις φωτογραφίες -αν απλώς τις πετούσαν υπήρχε κίνδυνος να ανακαλυφθούν αργότερα- συνεχίστηκε και τον 20ο αι., με κάποια γνωστά ονόματα τα οποία ο Ξανθάκης, έπειτα από παράκληση των συγγενών, απέφυγε να δημοσιεύσει.
Ο 19ος αι. είναι επιπλέον και επικίνδυνος για τον ιστορικό. Πολλοί ισχυρίζονται ότι έχουν ελληνικές φωτογραφίες, αλλά το να βαφτίζεις μια φωτογραφία ελληνική είναι πολύ εύκολο. Το να το αποδείξεις είναι τρομερά δύσκολο. Εκείνη την περίοδο, κυκλοφορούσαν στο εξωτερικό, κυρίως στο κέντρο της φωτογραφίας, το Παρίσι, καρτ ποστάλ με ημίγυμνες δήθεν «Νεαρές Ελληνίδες της Ανατολής». Επρόκειτο μάλλον για εξωτικές γυναίκες της Ανατολής, που ήταν άλλωστε στη μόδα. «Το περιβάλλον, το ντεκόρ, ο τρόπος φωτογράφησης, η αισθητική της εικόνας, τα χαρακτηριστικά του προσώπου, οι μαρτυρίες, είναι μερικά από τα στοιχεία που βοηθούν στην τεκμηρίωση. Συχνά όμως τα κριτήρια αυτά είναι επισφαλή», τονίζει ο Ξανθάκης.
Γεγονός πάντως είναι ότι την εποχή εκείνη ήταν πιο εύκολο για τους έλληνες φωτογράφους να εισαγάγουν φωτογραφίες και να κάνουν μεταπώληση, παρά να μπουν στη διαδικασία να βρουν ξένο μοντέλο, χορεύτρια ή τραγουδίστρια που θα δεχόταν να τους ποζάρει.
Σημαντική βοήθεια βρήκε ο Ξανθάκης από την τεράστια συλλογή του συλλέκτη Μιχάλη Τσάγκαρη, ο οποίος του διέθεσε έναν μεγάλο αριθμό φωτογραφιών, κυρίως ερασιτεχνών, της περιόδου 1920-1940. «Ηταν πολύ δύσκολο να βρω πρωτότυπες φωτογραφίες εκείνης της περιόδου, γι' αυτό και χρησιμοποίησα πολλές από περιοδικά. Εκεί υπήρχε το πλεονέκτημα της κριτικής ή της λεζάντας την οποία συμπεριλαμβάνω».
Χαρακτηριστική είναι η φωτογραφία με ημερομηνία 1927 ή 1929, στην οποία ευρωπαία κόμισσα φωτογραφίζεται γυμνή στην Ακρόπολη «με τον ιταλό ζιγκολό της». Και βέβαια συλλαμβάνεται (έχουν προηγηθεί οι φωτογραφήσεις του Steichen και της Nelly's με τις χορεύτριες στον ίδιο χώρο). Η τεράστια δυσκολία ανεύρεσης υλικού όμως αφορούσε κυρίως την πρώτη εικοσαετία του 20ού αι.
Η εποχή των μαρκαδόρων
Οι συγκρίσεις της ελληνικής και της ευρωπαϊκής πορείας του φωτογραφικού γυμνού είναι αναπόφευκτες. Το 1845 έχουμε στο εξωτερικό μια μεγάλη παραγωγή γυμνών δαγκεροτυπιών. Εμείς, 70 χρόνια μετά έχουμε τα πρώτα μας γυμνά με μεγάλη διαφορά στην προσέγγιση του θέματος, συμπεριλαμβανομένων και των μη καλλιτεχνικών φωτογραφιών. Παρ' όλα αυτά, ο Ξανθάκης αισθάνεται ότι όταν αρχίζει το γυμνό να κινείται στην Ελλάδα, από το 1920 δηλαδή και πέρα, γίνονται μεγάλες προσπάθειες για γρήγορη ένταξη.
Δεν συναντάμε βέβαια επίπεδα προβληματισμού του ύψους ενός Μαν Ρέι ή ενός Γουέστον. Αλλωστε, στο σύνολο της τέχνης της φωτογραφίας αργούν να φτάσουν οι προβληματισμοί ή όταν φτάνουν μας αγγίζουν επιδερμικά. Στον μεσοπόλεμο, πάντως, ήρθαν οι πρόσφυγες οι οποίοι, μετάγγισαν μια πιο δυναμική προσέγγιση και σ' αυτό το είδος της φωτογραφίας. Μια απ' αυτούς ήταν και η Nelly's.
Ενα μεγάλο κενό εμφανίζεται μετά το '40 (έχουν σωθεί κάποιες χαρακτηριστικές αποκαλυπτικές φωτογραφίες ιταλών και γερμανών αξιωματικών σε ελληνικούς οίκους ανοχής) και τη δεκαετία του εμφυλίου, οπότε γίνεται φανερό ότι το γυμνό στην Ελλάδα είναι μεγάλο ταμπού. Η επταετία το κάνει χειρότερο. Ετσι, από το 1950 έως το 1970 έχουμε μια πλήρη καταπίεση του γυμνού. Βαρύτατη λογοκρισία, μαρκαδόροι που μουντζουρώνουν, σελίδες που κόβονται. «Ακόμα και το "Χτυποκάρδι", ένα αθωότατο περιοδικό, πηγαίνει στο αυτόφωρο και καταδικάζεται», θυμίζει ο Ξανθάκης.
Συμπέρασμα; Η πορεία του γυμνού σώματος στη φωτογραφία αποτελεί κατά κάποιο τρόπο δείκτη του πολιτικού αυταρχισμού. Επί Μεταξά, το γυμνό εξαφανίζεται τελείως! Αναφέρεται στο βιβλίο η χαρακτηριστική περίπτωση των τσιγάρων «Μέξη», τα οποία κυκλοφορούσαν στο εμπόριο με συλλεκτικές φωτογραφίες γυμνού στα πακέτα τους. Το '36, με την απαγόρευση κυκλοφορίας του «δώρου» τους, έκλεισαν... Είναι φυσικό. Στα απολυταρχικά καθεστώτα, τέτοια θέματα θεωρούνται «βλαβερά» για την παίδευση του κοινού. Ακόμη κι ο εθνικοσοσιαλισμός, που δεχόταν τα γυμνά ρωμαλέα σώματα στα αγάλματα και στους πίνακες, δεν δεχόταν τις γυμνές φωτογραφίες.
Από το '75 και πέρα έχουμε μια άνθηση, πολύ δυναμική μάλιστα. Ωστόσο, όταν το '76 ο ίδιος ο συγγραφέας κάνει την πρώτη ατομική έκθεση γυμνού σε γκαλερί της Αθήνας, πολλοί επισκέπτες αναρωτιούνται φωναχτά γιατί δεν επεμβαίνει ο εισαγγελέας. Κι αυτός ήταν ένας από τους λόγους που τον οδήγησαν στη συγκεκριμένη έρευνα, όπως παραδέχεται.
Οι επιδράσεις των ξένων καλλιτεχνών και ρευμάτων είναι σήμερα πολλές και ποικίλες. Π.χ., ο Βαγγέλης Κύρης σε ένα μέρος της δουλειάς του επηρεάζεται δημιουργικά από τον Μαν Ρέι. Στον Τάσο Βρεττό υπάρχουν πάρα πολλά σουρεαλιστικά στοιχεία, ενώ εντυπωσιακή είναι η πρωτοτυπία και η πολυμορφία του έργου του. Η Λόρα Ντόντσον κινείται στον χώρο της μεταμοντέρνας εικόνας. Ο Χρήστος Χριστοδουλίδης εμφανίστηκε το '73 με πρωτοποριακή για την εποχή δουλειά. Εκείνοι όμως που αποτελούν ιδιαίτερη περίπτωση, με την έννοια ότι έχουν δώσει μεγάλο βάρος, σχεδόν αποκλειστικό, στο γυμνό είναι ο Στέφανος Πάσχος και ο Στέλιος Σκοπελίτης. Ο πρώτος ουσιαστικά χρησιμοποιεί το γυμνό για να εκφράσει τους εικαστικούς του προβληματισμούς (στοιχείο που χαρακτηρίζει και τον Νίκο Μάρκου). Ο δε Σκοπελίτης κινείται σε «επικίνδυνα» και μοναχικά μονοπάτια, υπερρεαλιστικά, συχνά σοκαριστικά.
Στο βιβλίο αφιερώνεται ιδιαίτερο κεφάλαιο στην εφαρμοσμένη (διαφημιστική) φωτογραφία. «Τα τελευταία 25 χρόνια φάνηκαν εδώ πολύ ενδιαφέροντα πράγματα», σχολιάζει ο συγγραφέας. «Θέλω μάλιστα να εξομολογηθώ ότι είχα τόσο καλό υλικό και τόσο καλούς καλλιτέχνες που έπρεπε να κάνω άλλες τόσες σελίδες μ' αυτό το θέμα». Ενδεικτικά αναφέρουμε τα ονόματα των Ντίνου και Τάκη Διαμαντόπουλου, Κώστα Κορωναίου, Βασίλη Ρασιά, Τάσου Βρεττού. «Δουλειά επιπέδου, αισθητικής και τεχνικής τελειότητας. Πολλοί απ' αυτούς τους ανθρώπους δημιουργούν τέχνη μέσα από αυτή τη διαδικασία. Π.χ. η σειρά του Βρεττού για τα Ελγίνεια είναι καταπληκτική».
Το ανδρικό γυμνό
Ιδιαίτερο κεφάλαιο αποτελεί και το ανδρικό γυμνό: «Είναι ίσως το μεγαλύτερο ταμπού, παρόλο που η πρώτη φωτογραφία που έχουμε, το 1908, είναι ανδρικού γυμνού (σπουδή ενός ζωγράφου στην αυλή του). Από κει και πέρα, το ανδρικό γυμνό εξαφανίζεται, με εξαίρεση μια φωτογραφία που βρήκα στον Μεσοπόλεμο».
Το '50 ξαναεμφανίζονται τα πρώτα ανδρικά γυμνά με κύριο μαχητή- φωτογράφο τον Θάνο Βελούδιο. Από κει και πέρα υπάρχει μεγάλο κενό μέχρι το '80, οπότε εμφανίζεται ένας σημαντικός φωτογράφος ανδρικού γυμνού, με έργο αναγνωρισμένο και σε διεθνές επίπεδο. Είναι ο Δημήτρης Γέρος. Με το ανδρικό γυμνό έχουν επίσης ασχοληθεί ο Μάρκου, ο Κύρης και η Ντόντσον.
Στις 200 σελίδες του βιβλίου, μέσα από τις περισσότερες από 250 φωτογραφίες, τα κείμενα και τα χαρακτηριστικά ντοκουμέντα -αποφάσεις δικαστηρίων, κριτικές φωτογραφιών, παρουσίαση εκδόσεων και εκθέσεων- γίνεται σαφές ότι η ελληνική φωτογραφία γυμνού, έπειτα από πολλές περιπέτειες, μπήκε σε δημιουργικό δρόμο:
«Σίγουρα υπάρχει μια άνθηση. Αλλά μπορούν να γίνουν περισσότερα. Σε σύγκριση π.χ. με το ελληνικό ντοκουμέντο ή το τοπίο, η φωτογραφία γυμνού είναι πίσω. Εχω την αίσθηση ότι οι φωτογράφοι, και οι επαγγελματίες ακόμα, φοβούνται μήπως υποπέσουν στην κατηγορία του πορνό». Και πότε ξεπέφτει κανείς στο πορνό; «Η άποψή μου είναι», απαντά ο ιστορικός, «ότι μια φωτογραφία είναι πορνό όταν αυτός που τη δημιουργεί τη βλέπει έτσι. Από κει και πέρα, είναι θέμα θεατή. Αν ο δημιουργός δεν έχει σκοπό να ερεθίσει, εμένα μου αρκεί». Η φιλοσοφία του συγγραφέα, που είναι και ο ίδιος φωτογράφος γυμνού, βρίσκεται σε μια κουβέντα τού Οδυσσέα Ελύτη: «Ενα σώμα γυμνό είναι η μοναδική προέκταση της νοητής γραμμής που μας ενώνει με το μυστήριο».
7 - 31/10/2004
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου