11 Φεβρουαρίου 2012

ΑΠΡΟΣΩΠΑ ΡΗΜΑΤΑ ΚΑΙ ΑΠΡΟΣΩΠΕΣ ΕΚΦΡΑΣΕΙΣ


Ορισμός
Απρόσωπα ή τριτοπρόσωπα λέγονται τα ρήματα που βρίσκονται σε γ΄ ενικό πρόσωπο και δεν έχουν ως υποκείμενο ένα πρόσωπο ή πράγμα.

ΣΧΗΜΑΤΙΣΜΟΣ ΑΠΡΟΣΩΠΩΝ ΡΗΜΑΤΩΝ ΚΑΙ ΑΠΡΟΣΩΠΩΝ ΕΚΦΡΑΣΕΩΝ

Αποκλειστικώς απρόσωπα ρήματα είναι μόνο το χρὴ(= πρέπει, είναι ανάγκη) και το ἔξεστι (= είναι δυνατό, επιτρέπεται).
Τα υπόλοιπα προέρχονται από προσωπικά ρήματα:
α) ενεργητικά, όπως:
  • δοκεῖ (= φαίνεται, νομίζεται, θεωρείται)
  • δεῖ, πρέπει, προσήκει (= πρέπει, επιβάλλεται, αρμόζει)
  • ἔνεστι, πάρεστι, ἔστιν (= είναι δυνατό)
  • μέλλει (= πρόκειται)
  • σημαίνει (= δίνεται σημείο)
  • μέλει τινί (= ενδιαφέρει κάποιον)
  • δηλοῖ (= είναι φανερό)
  • φιλεῖ (= συνηθίζεται)
  • διαφέρει (= υπάρχει διαφορά)
  • παρέχει (= παρουσιάζεται ευκαιρία)
  • ἔοικε (= φαίνεται)
  • προχωρεῖ (= πάει καλά)
  • λυσιτελεῖ, συμφέρει (= συμφέρει)
  • ἐγχωρεῖ (= είναι δυνατό, επιτρέπεται)
  • ἀρκεῖ (= είναι αρκετό)
β) παθητικά, όπως:
  • λέγεται, ἀγγέλλεται, θρυλεῖται, ἄδεται, (= λέγεται, διαδίδεται)
  • ὁμολογεῖται (= αναγνωρίζεται)
  • νομίζεται (= θεωρείται)
  • ἐπέρχεταί τινι, παρίσταταί τινι (= έρχεται στο νου κάποιου)
  • εἴμαρται (= είναι πεπρωμένο, είναι ορισμένο από τη μοίρα)
  • ἁμαρτάνεται (= γίνεται σφάλμα)
  • εἰκάζεται (= συμπεραίνεται)
  • ὥρισται (= είναι καθορισμένο)
  • ἐνδέχεται, ἐγγίγνεται (= είναι ενδεχόμενο)
  • προβεβούλευται (= έχει βγει προκαταρτική απόφαση)
  • ἐγγίγνεται (= επιτρέπεται)

Οι 
απρόσωπες εκφράσεις σχηματίζονται:
α) από ουδέτερο επιθέτου και το ρήμα ἐστί:
  • ῥᾴδιόν ἐστι (= είναι εύκολο)
  • οἷόν τ΄ἐστι (= είναι δυνατό)
  • δῆλόν ἐστι (= είναι φανερό)
  • δεινόν ἐστι (= είναι φοβερό)
  • προσῆκόν ἐστι (= είναι πρέπον)
  • χαλεπόν ἐστι (= είναι δύσκολο)
  • ἀγαθόν ἐστι (= είναι καλό)
  • πλημμελές ἐστι (= είναι ανάρμοστο)
β) από ουδέτερο μετοχής και το ρήμα ἐστί:
  • εἰκός ἐστι (= είναι φυσικό)
  • χρεών ἐστί (= είναι αναγκαίο)
  • προσῆκόν ἐστι (= αρμόζει)
  • δεδογμένόν ἐστι (= έχει αποφασιστεί)
  • καθεστηκός ἐστι (= είναι καθορισμένο)
  • δυνατόν ἐστι (= είναι δυνατό)
γ) από αφηρημένο ουσιαστικό και το ρήμα ἐστί:
  • ἀνάγκη ἐστί (= είναι ανάγκη)
  • ὥρα ἐστί (= είναι ευκαιρία)
  • ἀκμή ἐστι (= είναι η πιο κατάλληλη στιγμή)
  • σχολή ἐστι (= υπάρχει διαθέσιμος χρόνος)
  • θέμις ἐστί (= υπάρχει νόμος / συνήθεια)
  • ἔργον ἐστί (= είναι επίπονο / δύσκολο)
  • ἔργον ἐστί τινος (= είναι καθήκον κάποιου)
  • κίνδυνός ἐστι (= υπάρχει κίνδυνος)
  • λόγος ἐστί (= λέγεται)
  • ἔθος ἐστί (= συνηθίζεται)
δ) από (τροπικό) επίρρημα και το ρήμα ἔχει:
  • ῥᾳδίως ἔχει (= είναι εύκολο)
  • ἀναγκαίως ἔχει (= είναι αναγκαίο)
  • εὖ ἔχει (= είναι καλό)
  • ἀρκούντως ἔχει (= είναι αρκετό)
  • προσηκόντως ἔχει (= είναι πρέπον)
  • αἰσχρῶς ἔχει (= είναι ντροπή)
  • καλῶς ἔχει (= είναι καλό)
  • κακῶς ἔχει (= είναι κακό)
ΤΟ ΥΠΟΚΕΙΜΕΝΟ ΤΩΝ ΑΠΡΟΣΩΠΩΝ ΡΗΜΑΤΩΝ ΚΑΙ ΤΩΝ ΑΠΡΟΣΩΠΩΝ ΕΚΦΡΑΣΕΩΝ

Τα απρόσωπα ρήματα και οι απρόσωπες εκφράσεις δέχονται ως υποκείμενο:
α) άναρθρο απαρέμφατο, τελικό ή ειδικό:
π.χ. Τοὺς νόμους δεῖ τηρεῖν τοὺς δικάζοντας
(= Oι δικαστές πρέπει να τηρούν τους νόμους)
β) δευτερεύουσα ονοματική πρόταση, ειδική, ενδοιαστική ή πλάγια ερωτηματική:
π.χ. Ἠγγέλθη ὅτι ἡττημένοι εἶεν Λακεδαιμόνιοι
(= Aνακοινώθηκε ότι οι Λακεδαιμόνιοι είχαν ηττηθεί)
γ) αφηρημένη σύστοιχη έννοια που ενυπάρχει στο απρόσωπο ρήμα και προκύπτει αν αυτό αναλυθεί σε απρόσωπη έκφραση:
π.χ. πολεμεῖται = γίγνεται πόλεμος
παρεσκεύασται = γεγένηται παρασκευή
Τυπικά τα ρήματα αυτά δεν έχουν υποκείμενο

Τέτοια 
ιδιόρρυθμα απρόσωπα ρήματα είναι συνήθως:
α) τα παθητικά απρόσωπα:
  • πολεμεῖται = πόλεμος γίγνεται
  • παρεσκεύασταί τινι = παρασκευή γεγένηται
  • ηὖκται = εὐχή γεγένηται
β) τα ενεργητικά απρόσωπα:
  • μέλει τινι τινός = μέλησὶς ἐστί τινί τινός (= φροντίζει κάποιος για κάτι)
  • μεταμέλει τινι τινός = μεταμέλεια ἐστί τινι τινός (= μετανοεί κάποιος για κάτι)
  • μὲτεστί τινι τινός = μετουσία ἐστί τινι τινός (= διεκδικεί κάτι, μετέχει κάποιος σε κάτι)
  • δεῑ μοι τινός = ἔνδεια ἐστί τινι τινός (= χρειάζεται κάποιος κάτι)
Σημείωση:
Σε αυτές τις περιπτώσεις το «τινός» είναι αντικείμενο και σπανίως τίθεται σε αιτιατική.
Η γενική όμως που συνοδεύει το ρήμα «μεταμέλει» θεωρείται γενική της αιτίας.
γ) ρήματα που δείχνουν φυσικά ή καιρικά φαινόμενα:
  • ὕει = ὑετός γίγνεται (= βρέχει)
  • νίφει = πίπτει χιών (= χιονίζει)
  • συννέφει = νέφος γίγνεται (= συννεφιάζει)
  • συνεσκόταζε = σκότος ἐγίγνετο (= σκοτείνιασε, έπεσε σκοτάδι)
  • ἐκείνου τοῦ μηνός ἔσειε = σεισμός ἐγένετο (= έγινε σεισμός)
ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ:
1. Οι απρόσωπες εκφράσεις «δῆλόν ἐστι» και «φανερόν ἐστι» δεν δέχονται ποτέ ως υποκείμενο απαρέμφατο, αλλά ονοματική ειδική ή πλάγια ερωτηματική πρόταση:
π.χ. Δῆλον ἐγένετο τοῖς Θηβαίοις ὅτι ἐμβαλοῖεν οἱ Λακεδαιμόνιοι.
(= Έγινε φανερό στους Θηβαίους ότι θα εισβάλουν οι Λακεδαιμόνιοι)
2. Στην απρόσωπη σύνταξη έχουμε πάντοτε ετεροπροσωπία, εφόσον το υποκείμενο του ρήματος δεν γίνεται να συμπίπτει με το υποκείμενο του απαρεμφάτου
3. Το ρήμα «δεῖ» είναι προσωπικό όταν συντάσσεται με μία από τις γενικές: «μικροῦ, «πολλοῦ», «ὀλίγου», «τοσούτου», «ἑνός», «δυοῖν»
4. Στην απρόσωπη έκφραση «ἔργον ἐστί τινός»,το «ἔργον» συχνά παραλείπεται και η γενική «τινός» είναι κτητική: 
π.χ. Ἄρχοντος (ἔργον) ἐστί ἐπιμελεῖσθαι τῶν ἀρχομένων
(= Είναι έργο του άρχοντα να φροντίζει το λαό)
5. Το ρήμα «δοκεῖ» όταν συντάσσεται με τελικό απαρέμφατο είναι απρόσωπο και μεταφράζεται: φαίνεται καλό να..
Όταν όμως συντάσσεται με ειδικό απαρέμφατο είναι συνήθως προσωπικό και μεταφράζεται: νομίζει κάποιος ότι..
6. Όταν στην πρόταση υπάρχει ονομαστική τότε η σύνταξη είναι προσωπική: 
π.χ. Λέγεται Ἀλκιβιάδης εἶναι ἐν Λακεδαίμονι.
(= Λένε ότι ο Αλκιβιάδης βρίσκεται στην Λακεδαίμονα)
Η ΔΟΤΙΚΗ ΠΡΟΣΩΠΙΚΗ ΣΤΗΝ ΑΠΡΟΣΩΠΗ ΣΥΝΤΑΞΗ

Η δοτική προσωπική είναι η δοτική που συνοδεύει τα απρόσωπα ρήματα και τις απρόσωπες εκφράσεις και δηλώνει το πρόσωπο στο οποίο αναφέρεται η έννοιά τους, το πρόσωπο δηλαδή για το οποίο υπάρχει η γίνεται κάτι.
Αποτελεί λοιπόν το λογικό υποκείμενο του ρήματος
π.χ. Ἐμοί προσήκει λέγειν.
(= Πρέπει να μιλήσω)
Η δοτική προσωπική, όταν μετατραπεί σε αιτιατική, δίνει το υποκείμενο του απαρεμφάτου που λειτουργεί ως υποκείμενο του απροσώπου ρήματος
π.χ. Ἐμοί προσήκει λέγειν.
(= Πρέπει να μιλήσω)
προσήκει: ρήμα
λέγειν: υποκείμενο του ρήματος, τελικό απαρέμφατο
ἐμοί: δοτική προσωπική
άρα υποκείμενο του απαρεμφάτου: μὲ
ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ:
1. Η δοτική προσωπική που συνοδεύει τα ρήματα «δοκεῖ» και «φαίνεται» χαρακτηρίζεται δοτική προσωπική (του ενεργούντος προσώπου), όταν λειτουργούν ως απρόσωπα. Όταν όμως λειτουργούν ως προσωπικά ,τότε η δοτική προσωπική χαρακτηρίζεται του κρίνοντος προσώπου.
2. Τα ρήματα «χρὴ» (πάντα) και «δεῖ» (συνήθως) δεν συντάσσονται με δοτική προσωπική, αλλά αντί για δοτική τίθεται συνήθως αιτιατική προσώπου ως υποκείμενο του απαρεμφάτου: 
π.χ. Οὐ πόνου πολλοῦ με δεῖ
(= Δεν χρειάζεται να μπω σε μεγάλο κόπο)
3. Η δοτική προσώπου που συντάσσεται με απρόσωπα ρήματα, τα οποία προκύπτουν από ρήματα προσωπικά μεταβατικά που συντάσσονται με δοτική είναι αντικείμενο: 
π.χ. Οὐ συμφέρει τοῖς τυράννοις
 
(= Δεν συμφέρει τους τυράννους)
4. Η δοτική προσωπική παραλείπεται συχνά: 
α) όταν εννοείται από τα συμφραζόμενα
β) όταν είναι γενική και αόριστη, οπότε εννοούμε ένα από τα: «τινί», «ἡμῖν», «τοῖς ἀνθρώποις»
γ) όταν είναι η ίδια με το υποκείμενο του απαρεμφάτου που εξαρτάται από το απαρέμφατο.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

back to top