• Ποιος αφηγείται
'Οταν διαβάζουμε ένα λογοτεχνικό έργο βρισκόμαστε αντιμέτωποι με ένα κείμενο που το έχει γράψει κάποιος συγγραφέας. Το κείμενο αυτό περιέχει μια ιστορία. Κάποιος αφηγείται (εκθέτει, παρουσιάζει) μια υπόθεση (ή ένα μύθο), ο αφηγητής, και αυτός δεν είναι αναγκαστικά ο συγγραφέας, όπως πιστευόταν παλαιότερα. Στη σύγχρονη αφηγηματολογία έχει γίνει σαφές ότι ο συγγραφέας είναι διαφορετικό πρόσωπο από τον αφηγητή και μόνο στην περίπτωση της αυτοβιογραφίας ή των απομνημονευμάτων, που είναι αληθινές (και όχι πλαστές) ιστορίες, ο συγγραφέας ταυτίζεται με τον αφηγητή. Ο συγγραφέας συνήθως στις λογοτεχνικές αφηγήσεις αποστασιοποιείται από την ιστορία που γράφει και αναθέτει σε κάποιον άλλο την αφήγηση της. Ο αφηγητής δεν ανήκει στην πραγματική ζωή, αλλά αποτελεί μέρος του πλασματικού (φανταστικού) κόσμου που δημιουργεί ο συγγραφέας. Σε αφηγήσεις μάλιστα που έχουν έντονο το αυτοβιογραφικό στοιχείο, ο συγγραφέας μπορεί να κρύψει την ταυτότητα του πίσω από ένα προσωπείο, να επινοήσει δηλαδή ένα πλαστό πρόσωπο (περσόνα) που θα «μιλάει» αντί για αυτόν (τεχνική της πλαστοπροσωπίας). Γενικά, σε κάθε ανάγνωση υπάρχουν τρεις συντελεστές:
• ο συγγραφέας, που υπάρχει έξω από το κείμενο, αλλά μπορεί να προσθέτει στην ιστορία του και αυτοβιογραφικό υλικό,
• ο αφηγητής, που λειτουργεί μόνο μέσα στο πλαίσιο του κειμένου, ως πομπός και
• ο αναγνώστης, που είναι κάθε αποδέκτης της αφήγησης.
Υπάρχουν δύο κυρίως περιπτώσεις σχετικά με τον αφηγητή:
: • Μπορεί να είναι πρόσωπο της αφήγησης, με πρωταγωνιστικό ή δευτερεύοντα ρόλο.
• Μπορεί να είναι αμέτοχος στα γεγονότα, αφανής αφηγητής.
Με κριτήριο τη συμμετοχή του αφηγητή στην ιστορία, διακρίνονται οι ακόλουθοι τύποι αφηγητή:
α) Ο ομοδιηγητικός αφηγητής
Ο αφηγητής είναι ένα από τα πρόσωπα της διήγησης και συμμετέχει στην ιστορία είτε ως βασικός ήρωας, ως πρωταγωνιστής, είτε ως απλός παρατηρητής ή αυτόπτης μάρτυρας.
Διακρίνονται δύο παραλλαγές του ομοδιηγητικού αφηγητή: ανάλογα με το αν είναι παρατηρητής/μάρτυρας ή ήρωας του δικού του αφηγήματος. Στη δεύτερη περίπτωση ο αφηγητής ονομάζεται αυτο-διηγητικός. Η χρήση του πρώτου προσώπου (πρωτοπρόσωπη αφήγηση) δε σημαίνει κατ' ανάγκη ομοδιηγητικό αφηγητή, προϋπόθεση γι' αυτό είναι ο αφηγητής να είναι πρόσωπο της αφήγησης.
β) Ο ετεροδιηγητικός αφηγητής
Ο αφηγητής δε συμμετέχει καθόλου στην ιστορία που αφηγείται. Στην περίπτωση αυτή ο συγγραφέας αναθέτει την αφήγηση σε πρόσωπο ξένο προς την ιστορία, αφηγείται σε τρίτο πρόσωπο (τριτοπρόσωπη αφήγηση).
Έτσι, ανάλογα με τον τύπο του αφηγητή, η αφήγηση ονομάζεται:
• ομοδιηγητική αφήγηση: όταν ο αφηγητής αφηγείται μια ιστορία
στην οποία παίρνει μέρος. Αν είναι πρωταγωνιστής (και επομένως αφηγείται τη δική του ιστορία), τότε, σε αυτή την περίπτωση, η αφήγηση ονομάζεται αυτοδιηγητική αφήγηση και
• ετεροδιηγητική αφήγηση: όταν ο αφηγητής δεν έχει απολύτως καμιά συμμετοχή στην ιστορία που αφηγείται.
Με αφετηρία το επίπεδο στο οποίο κινείται κάθε φορά η αφηγηματική πράξη, διακρίνονται τα εξής αφηγηματικά επίπεδα:
• Το εξωδιηγητικό επίπεδο: περιλαμβάνει τη διήγηση γεγονότων ή πράξεων που είναι εξωτερικά σε σχέση με το κείμενο, όπως π.χ. η επίκληση στη Μούσα στην Οδύσσεια του Ομήρου.
• Το διηγητικό ή ενδοδιηγητικό επίπεδο: συγκροτείται από τα γεγονότα (την ιστορία) που περιέχονται στο αφήγημα, π.χ. οι περιπέτειες του Οδυσσέα από το νησί της Καλυψώς ως την Ιθάκη.
Το μεταδιηγητικό ή υποδιηγητικό επίπεδο: είναι το επίπεδο στο οποίο τοποθετείται μια ιστορία εγκιβωτισμένη μέσα στην κύρια αφήγηση, π.χ. η αφήγηση του Οδυσσέα στο νησί των Φαιάκων, τα παλαιότερα γεγονότα από την Τροία μέχρι το νησί της Καλυψώς
Με κριτήριο το αφηγηματικό επίπεδο στο οποίο ανήκουν καθώς και τη κριτήριο τα συμμετοχή τους στην ιστορία, προκύπτουν οι ακόλουθοι τύποι αφηγητή:
α) Εξωδιηγητικός-ετεροδιηγητικός αφηγητής: είναι ο αφηγητής πρώτου βαθμού (δηλαδή ανήκει στο πρώτο επίπεδο αφήγησης) που δεν είναι παρών (ως αφηγητής) στην αφήγηση και αφηγείται σε τρίτο πρόσωπο μια ιστορία στην οποία δε μετέχει, π.χ. ο Παπαδιαμάντης στη Φόνισσα.
β) Εξωδιηγητικός-ομοδιηγητικός αφηγητής: είναι ο αφηγητής πρώτου βαθμού (δηλαδή ανήκει στο πρώτο επίπεδο αφήγησης) που αφηγείται σε πρώτο πρόσωπο την προσωπική του ιστορία (αφηγητής-πρωταγωνιστής), π.χ. οι αυτοβιογραφικές αφηγήσεις (Το αμάρτημα της μητρός μου).
γ) Ενδοδιηγητικός-ετεροδιηγητικός αφηγητής: είναι ένα πρόσωπο-αφηγητής δευτέρου βαθμού (όταν υπάρχει και δεύτερο επίπεδο αφήγησης) που ανήκει στην κύρια αφήγηση και αφηγείται μια δευ¬τερεύουσα ιστορία στην οποία δε μετέχει, π.χ. η Σεχραζάτ στις Χίλιες και μία νύχτες.
δ) Ενδοδιηγητικός-ομοδιηγητικός αφηγητής: είναι ένα πρόσωπο-αφηγητής δευτέρου βαθμού (όταν υπάρχει και δεύτερο επίπεδο αφήγησης) που ανήκει στην κύρια αφήγηση και αφηγείται τη δική του ιστορία. Όταν δηλαδή την «αφήγηση μέσα στην αφήγηση» (μεταδιηγητικό επίπεδο) την αφηγείται ένα πρόσωπο της κύριας ιστορίας και αποτελεί την ιστορία του, π.χ. η μητέρα που αφηγείται πώς «πλάκωσε» το μωρό της στο Αμάρτημα της μητρός μου.
ΟΠΤΙΚΗ ΓΩΝΙΑ/ΕΣΤΙΑΣΗ
Σε μια αφήγηση δεν καταγράφονται όλα τα γεγονότα, αλλά μόνο όσα υποπίπτουν στην αντίληψη του προσώπου που αφηγείται, ανάλογα με τη γνώση των γεγονότων που έχει (άμεση ή έμμεση). Έτσι, επιλέγονται κάποιες λεπτομέρειες που έχουν σχέση και με το χαρακτήρα του προσώπου που αφηγείται, τον τρόπο που σκέφτεται, τη συναισθηματική του φόρτιση ή την αποστασιοποίηση του από τα συμβάντα. Η προοπτική/η σκοπιά μέσα από την οποία βλέπει/αντιλαμβάνεται τα δρώμενα ο αφηγητής και η απόσταση που παίρνει από τα πρόσωπα και τα πράγματα ονομάζεται οπτική γωνία της αφήγησης. Η οπτική γωνία μπορεί να είναι εσωτερική ή εξωτερική:
• Εσωτερική οπτική γωνία: όταν την ιστορία αφηγείται ο βασικός ήρωας ή ένα δευτερεύον πρόσωπο (αφηγείται μόνο όσα υποπίπτουν στην αντίληψη του).
• Εξωτερική οπτική γωνία: όταν ο αφηγητής βρίσκεται έξω από την υπόθεση, αφηγείται σε τρίτο πρόσωπο.
Η εστίαση αναφέρεται στη σχέση του αφηγητή με τα υπόλοιπα πρόσωπα της ιστορίας, τη γνώση τους για την υπόθεση.
Τύποι αφήγησης
Ανάλογα με την αφηγηματική σκοπιά ή την εστίαση, διακρίνονται οι ακόλουθοι τύποι αφήγησης:
• Αφήγηση χωρίς εστίαση ή με μηδενική εστίαση: Είναι η αφήγηση
στην οποία ο αφηγητής γνωρίζει περισσότερα από τα πρόσωπα της ιστορίας του. Είναι η περίπτωση του παντογνώστη αφηγητή, ο οποίος βρίσκεται ταυτόχρονα παντού και γνωρίζει τα πάντα, ακόμα και τις πιο απόκρυφες σκέψεις των προσώπων της αφήγησης. Αυτή η απόλυτη γνώση των γεγονότων δείχνει ότι ο αφηγητής δε βλέπει τα πράγματα από μια συγκεκριμένη οπτική γωνία και άρα δεν εστιάζει σε κάτι συγκεκριμένο, που ισοδυναμεί με έλλειψη οπτικής γωνίας (εστίαση μηδέν). Η αφήγηση σε αυτή την περίπτωση γίνεται σε γ' πρόσωπο (τριτοπρόσωπη αφήγηση).
• Αφήγηση με εσωτερική εστίαση: Είναι η αφήγηση στην οποία ο αφηγητής γνωρίζει όσα και τα πρόσωπα της ιστορίας του. Η αφηγηματική σκοπιά είναι περιορισμένη και ο αφηγητής, που ταυτίζεται με ένα πρόσωπο του έργου, ξέρει όσα του επιτρέπει η ανθρώπινη φύση του. Τα πλασματικά γεγονότα της αφήγησης παρουσιάζονται από την οπτική γωνία ενός μόνου προσώπου, που είναι μέρος του αφηγηματικού περιεχομένου, δηλαδή συμμετέχει στα συμβάντα της αφήγησης. Έτσι, ο αναγνώστης δε μαθαίνει όλα τα γεγονότα, αλλά μόνο όσα υποπίπτουν στην αντίληψη αυτού του προσώπου, και μάλιστα υποκειμενικά. Σε αυτή την περίπτωση η αφήγηση μπορεί να γίνει με δύο τρόπους: α) σε γ' πρόσωπο ενικού (τριτοπρόσωπη αφήγηση) και β) σε α' πρόσωπο ενικού (πρωτοπρόσωπη αφήγηση).
• Αφήγηση με εξωτερική εστίαση: Είναι η αφήγηση στην οποία ο αφηγητής γνωρίζει λιγότερα από τα πρόσωπα της ιστορίας του. Στην περίπτωση αυτή, βλέπουμε τη δράση του ήρωα, δεν μπορούμε όμως να μάθουμε τις σκέψεις του, όπως μια κάμερα που καταγράφει τις εξωτερικές κινήσεις ή το εξωτερικό περίβλημα προσώπων ή πραγμάτων, όχι όμως και τις εσωτερικές τους πλευρές. Η εστίαση αυτή χρησιμοποιείται κυρίως στα αστυνομικά μυθιστορήματα (μυστηρίου) ή στις ταινίες τρόμου. Ανάλογα με την οπτική γωνία του αφηγητή, προτείνεται και η ακόλουθη κατηγοριοποίηση: ι. Δραματοποιημένος αφηγητής: Αποτελεί ένα από τα πρόσωπα της ιστορίας, βασικό ή δευτερεύον. Η οπτική γωνία είναι εσωτερική και η αφήγηση του πρωτοπρόσωπη. Η εμπειρία που μεταδίδει είναι προσωπική, περιορισμένη.
2. Αμέτοχος αφηγητής: Ο αφηγητής αυτός είναι ανεξάρτητος από τα πρόσωπα της αφήγησης, αλλά είναι ταυτόχρονα παντού
■ 0 αφηγηματικός χρόνος
Εφόσον η αφήγηση είναι μια πράξη επικοινωνίας ανάμεσα σε έναν πομπό και σε ένα δέκτη, ο αφηγηματικός χρόνος είναι βασικό στοιχείο της αφήγησης και διακρίνεται:
- στο χρόνο του πομπού, δηλαδή την εποχή στην οποία ζει ο συγγραφέας,
- στο χρόνο του αφηγητή, που συνήθως ταυτίζεται με το χρόνο των γεγονότων της αφήγησης, και
- στο χρόνο του δέκτη, δηλαδή την εποχή στην οποία ζει ο αναγνώστης.
Ο χρόνος αυτός είναι εξωκειμενικός και δεν έχει σχέση με την αφήγηση.
Ο εσωτερικός/εσωκειμενικός χρόνος μπορεί να διακριθεί στο χρόνο της ιστορίας και στο χρόνο της αφήγησης:
ο χρόνος της ιστορίας είναι ο φυσικός χρόνος στον οποίο εκτυλίσσεται η ιστορία, η φυσική σειρά των γεγονότων.
• Ο χρόνος της αφήγησης οριοθετείται από την αρχή μέχρι το τέλος της αφήγησης και δε συμπίπτει με το χρόνο της ιστορίας, γιατί τα γεγονότα της αφήγησης δεν ακολουθούν πάντοτε τη φυσική χρονική σειρά. Ο αφηγητής συχνά παραβιάζει την ομαλή χρονική πορεία για να γυρίσει προσωρινά στο παρελθόν, ή αφηγείται ένα γεγονός που πρόκειται να διαδραματιστεί αργότερα. Έτσι, προκύπτουν παραβιάσεις στη φυσική σειρά των γεγονότων, που τις ονομάζουμε αναχρονίες και τις διακρίνουμε σε:
- Αναδρομικές αφηγήσεις/αναδρομές ή αναλήψεις Είναι η τεχνική κατά την οποία διακόπτεται η κανονική χρονική σειρά των συμβάντων για να εξιστορηθούν γεγονότα του παρελθόντος. Η μετατόπιση αυτή του χρόνου της αφήγησης και η επιστροφή στο αρχικό χρονικό σημείο μπορεί να είναι σύντομη ή εκτεταμένη.
- Πρόδρομες αφηγήσεις/προλήψεις: Ο αφηγητής κάνει λόγο εκ των προτέρων για γεγονότα που θα γίνουν αργότερα, αναφέρεται δηλαδή σε ένα μελλοντικό σημείο της αφήγησης.
Άλλες τεχνικές με τις οποίες παραβιάζεται η ομαλή, φυσική χρονική σειρά:
In medias res: Η λατινική αυτή φράση σημαίνει «στο μέσο των πραγμάτων», δηλαδή στη μέση της υπόθεσης, και αποτελεί μια τεχνική της αφήγησης, σύμφωνα με την οποία το νήμα της ιστορίας δεν ξετυλίγεται από την αρχή, αλλά ο αφηγητής μάς μεταφέρει στο κρισιμότερο σημείο της πλοκής και έπειτα, με αναδρομή στο παρελθόν, παρουσιάζονται όσα προηγούνται του σημείου αυτού. Με την τεχνική αυτή διεγείρεται το ενδιαφέρον του αναγνώστη και η αφήγηση δε γίνεται κουραστική.
• Εγκιβωτισμός: Σε κάθε αφηγηματικό κείμενο υπάρχει μια κύρια αφήγηση, που αποτελεί την αρχική ιστορία, και μικρότερες, δευτερεύουσες αφηγήσεις μέσα στην κύρια αφήγηση, που διακόπτουν την ομαλή ροή του χρόνου. Αυτή η «αφήγηση μέσα στην αφήγηση» ονομάζεται εγκιβωτισμένη αφήγηση ή εγκιβωτισμός.
• Παρεκβαση/παρεμβλητη (εμβόλιμη) αφήγηση: Είναι η προσωρινή διακοπή της φυσικής ροής των γεγονότων και η αναφορά σε άλλο θέμα που δε σχετίζεται άμεσα με την υπόθεση του έργου.
• Προϊδεασμός/προσήμανση: Είναι η ψυχολογική προετοιμασία του αναγνώστη από τον αφηγητή για το τι πρόκειται να ακολουθήσει.
• Προοικονομία: Είναι ο τρόπος με τον οποίο ο συγγραφέας διευθετεί τα γεγονότα και δημιουργεί τις κατάλληλες προϋποθέσεις, ώστε η εξέλιξη της πλοκής να είναι για τον αναγνώστη φυσική και λογική.
Ο χρόνος της αφήγησης, με κριτήριο τη διάρκεια των γεγονότων, έχει τις ακόλουθες σχέσεις με το χρόνο της ιστορίας:
• Ο χρόνος της αφήγησης μπορεί να είναι μικρότερος από το χρόνο της ιστορίας, όταν ο αφηγητής συμπυκνώνει το χρόνο (συστολή του χρόνου) και παρουσιάζει συνοπτικά (σε μερικές σειρές) γεγονότα που έχουν μεγάλη διάρκεια. Με τον τρόπο αυτό επιταχύνεται ο ρυθμός της αφήγησης.
• Ο χρόνος της αφήγησης μπορεί να είναι μεγαλύτερος από το χρόνο της ιστορίας, όταν ο αφηγητής επιμηκύνει το χρόνο (διαστολή του χρόνου) και παρουσιάζει αναλυτικά γεγονότα που διαρκούν ελάχιστα. Με τον τρόπο αυτό επιβραδύνεται ο ρυθμός της αφήγησης.
• Ο χρόνος της αφήγησης είναι ίσος με το χρόνο της ιστορίας, συνήθως σε διαλογικές σκηνές.
Ανακεφαλαιώνοντας, οι τεχνικές με τις οποίες ο συγγραφέας συντομεύει το χρόνο της αφήγησης είναι:
• Η επιτάχυνση: γεγονότα που έχουν μεγάλη διάρκεια παρουσιάζονται σύντομα.
• Η παράλειψη: κάποια γεγονότα δεν αναφέρονται καθόλου, επειδή δε σχετίζονται με την ιστορία.
• Η περίληψη: όταν τα ενδιάμεσα γεγονότα παρουσιάζονται συνοπτικά.
• Η έλλειψη ή το αφηγηματικό κενό: όταν ο αφηγητής παραλείπει ένα τμήμα της ιστορίας ή κάποια γεγονότα που εννοούνται εύκολα ή δε συμβάλλουν ουσιαστικά στην πλοκή.
Η τεχνική με την οποία ο συγγραφέας διευρύνει το χρόνο της αφήγησης είναι:
• Η επιβράδυνση: γεγονότα που έχουν μικρή διάρκεια παρουσιάζονται εκτεταμένα.
Τη χρονική συχνότητα την καθορίζουν τα «πανομοιότυπα συμβάντα», οι επαναλήψεις γεγονότων που επανεμφανίζονται έστω και με διαφορετικό κάθε φορά τρόπο διατύπωσης. Άλλες φορές παρατηρούμε μια φράση ή ένα βασικό θέμα να επαναλαμβάνεται στερεότυπα, κατά διαστήματα, στο έργο. Τότε μιλάμε για ένα μοτίβο το οποίο έχει κάποια συγκεκριμένη λειτουργία μέσα στην αφήγηση. Μπορεί δηλαδή να κλιμακώνει τη δράση ή να περιγράφει μια ψυχική κατάσταση κ.ά.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου