Αντί προλόγου
Το σημείωμα που ακολουθεί θέλει να φωτίσει ορισμένες πτυχές της σχέσης ανάμεσα στην Τοπική Αυτοδιοίκηση και την Εκπαίδευση στα νέα πλαίσια της εφαρμογής του προγράμματος «Καλλικράτης». Συνεπώς, δεν θα ασχοληθεί με την τριτοβάθμια εκπαίδευση διότι δεν εμπλέκεται, τουλάχιστον άμεσα, η Τοπική Αυτοδιοίκηση (Τ.Α.) με τα ΑΕΙ-ΤΕΙ μέσω του Καλλικράτη. Μ΄ αυτή την έννοια τα πανεπιστήμια «διατήρησαν την αυτονομία τους»! Όπως και σε άλλους τομείς έτσι και στο θέμα της εκπαίδευσης έχουμε μπροστά μας έναν ορυμαγδό νεολογισμών όπως «Νέο Σχολείο», «Πρώτα ο Μαθητής» οι οποίοι απλά κρύβουν την πραγματικότητα διαστρεβλώνοντας το περιεχόμενο των εννοιών.
Εκπαίδευση και Τοπική Αυτοδιοίκηση
Αποτελεί κοινή διαπίστωση ότι η Αριστερά στη χώρα μας συνέβαλε τα μέγιστα στην ανάπτυξη της Τ.Α. στηρίζοντας τον θεσμό, δημιουργώντας νέες δομές, υποστηρίζοντας κατακτήσεις σε τοπικό επίπεδο, προβάλλοντας την αυτοδιοίκηση και την συμμετοχή, δημιουργώντας τα κινήματα πόλης και προτείνοντας δομές αυτοοργάνωσης. Θα μπορούσε λοιπόν κανείς να ισχυρισθεί οτι η ιδέα να εμπλακεί η Τ.Α. στο ζήτημα της εκπαίδευσης είναι ελκυστική για την Αριστερά. Η απάντηση δεν είναι απλή διότι αυτή η σχέση εξαρτάται και από το μοντέλο εκπαίδευσης που υφίσταται. Το ελληνικό μοντέλο είναι συγκεντρωτικό και άμεσα ελεγχόμενο, μέχρι την τελευταία λεπτομέρεια, από την πυραμιδωτή δομή του Υπουργείου Παιδείας. Με αυτό το δεδομένο γίνεται φανερό πως ούτε και σήμερα, εποχή που η διεύρυνση των αρμοδιοτήτων της Τ.Α. διαφημίζεται ελέω “Καλλικράτη”, υπάρχει κάποιου είδους παραχώρηση προς την Τ.Α..
Αντίθετα, το κράτος επιφυλάσσει στους Δήμους την ευθύνη μόνο για τη λειτουργία και την επισκευή των σχολείων. Αυτή η πραγματικότητα δεν άλλαξε καθόλου από την εποχή που κάθε κοινότητα προσέφερε στον δημοδιδάσκαλο ένα σπίτι για να φιλοξενείται. Η μόνη εξαίρεση που εμφανίστηκε είναι οτι την τελευταία δεκαετία παραχωρήθηκε εξ ολοκλήρου η ευθύνη για τους Παιδικούς Σταθμούς στους Δήμους. Πρόκειται για τη μοναδική δομή εκπαίδευσης στην προσχολική ηλικία την οποία “λειτουργούν” οι Δήμοι. Είναι λοιπόν το μόνο παράδειγμα που έχουμε σχετικά με τη διαχείριση δομών εκπαίδευσης από τους Δήμους.
Η εκτίμηση που υπάρχει είναι οτι σε επίπεδο χώρας, με την εξαίρεση κάποιων Δήμων, έχουμε μια ποιοτική υποχώρηση στο παραγόμενο έργο. Ταυτόχρονα ο εκπαιδευτικός χαρακτήρας των Παιδικών Σταθμών αλλοιώνεται διότι δίνεται έμφαση στη φύλαξη των παιδιών και στην εξοικονόμηση πόρων με αποτέλεσμα λιγότερες προσλήψεις προσωπικού πανεπιστημιακής εκπαίδευσης (παιδαγωγών) αλλά και μείωση των εποπτικών μέσων. Η εισπρακτικού, πολλές φορές, χαρακτήρα αύξηση των διδάκτρων-τροφείων αποκαλύπτει σε μεγάλο βαθμό τον ταξικό αποκλεισμό από αυτές τις παροχές και ενισχύει τις υπάρχουσες στρεβλώσεις διατηρώντας ένα άδικο καθεστώς απέναντι σε όσους δεν κρύβουν εισοδήματα. Το κλείσιμο πολλών Παιδικών Σταθμών είναι η εύκολη απάντηση πολλών Δήμων στην πραγματικότητα του Μνημονίου.
Πριν την εφαρμογή του «Καλλικράτη» οι σχολικές μονάδες αποτελούσαν περιουσία των Δήμων και το κράτος προόριζε δύο διαφορετικά κονδύλια για την εκπαίδευση τα οποία διαχειριζόταν οι Δήμοι. Το ένα αφορούσε στις επισκευές των σχολικών κτιρίων και το άλλο στα λειτουργικά έξοδα των σχολικών μονάδων (θέρμανση, ρεύμα, υλικά κλπ). Το κονδύλι των επισκευών ήταν πάντοτε καλοδεχούμενο από τους Δήμους διότι σε πολλές περιπτώσεις «μπάλωνε» και μερικά κενά χρηματοδότησης διαφόρων «οραματικών έργων» του εκάστοτε Δημάρχου ή Δημοτικού Συμβούλου. Το κονδύλι όμως για τα λειτουργικά έξοδα επιμεριζόταν στις σχολικές μονάδες και την πλήρη διαχείριση είχαν οι σχολικές επιτροπές κάθε μονάδας. Η πραγματικότητα δείχνει ότι πολλά σχολεία, χάριν της καλής διαχείρισης αυτών των χρημάτων, εξοικονόμησαν ποσά που διοχετεύθηκαν σε ουσιαστική ενίσχυση του εξοπλισμού και του εποπτικού υλικού τους (διαδραστικοί πίνακες, εργαστήρια κλπ). Είναι σημαντικό να σημειώσουμε ότι την ουσιαστική διαχείριση είχε ο εκάστοτε διευθυντής της σχολικής μονάδας.
Παρά τις εντυπωσιακά βερμπαλιστικές ορολογίες της, η κυβέρνηση, μέσω του «Καλλικράτη», έχει περιορίσει την Τ.Α. σε ρόλο επιστάτη στο ζήτημα της Εκπαίδευσης διολισθαίνοντας τη σχέση Τ.Α. και Εκπαίδευσης σε σχέση Δήμου και Σχολικού Κτιρίου. Τα κονδύλια εξακολουθούν να είναι τα δύο που προαναφέραμε. Η διαφορά στην εφαρμογή είναι ότι το κονδύλι για τις επισκευές ελαττώθηκε κατά πενήντα με εξήντα τοις εκατό και δεν αποδόθηκε ούτε ευρό κατά το τρέχον έτος 2011. Ένα νέο όργανο, η Σχολική Επιτροπή του Δήμου για κάθε βαθμίδα εκπαίδευσης, αντικαθιστά τις πολλές σχ. επιτροπές του προηγούμενου μοντέλου. Αυτή η αλλαγή, ενταγμένη στη λογική της συγχώνευσης, προσφέρει κάποιες λύσεις σε οικονομία κλίμακας αλλά περιορίζει τον έλεγχο όλων των χρημάτων στα χέρια ενός ολιγομελούς οργάνου. Αυτή η πραγματικότητα μπορεί να οδηγήσει στην άσκηση προσωπικών πολιτικών με τη διαχείριση των χρημάτων, αντιθέσεις και διακρίσεις ανάμεσα στις σχολικές μονάδες αλλά και αυθαιρεσία ή προχειρότητα στις επιλογές. Γίνεται φανερό ότι το κεντρικό κράτος προσπαθεί να διώξει από πάνω του την υποχρέωση που έχει στην παροχή εκπαίδευσης και να την εγκαταλείψει στην Τ.Α. χωρίς τους απαραίτητους πόρους. Ας μην ξεχνάμε όμως ότι η εννιάχρονη υποχρεωτική εκπαίδευση σημαίνει υποχρέωση παροχής εκπαίδευσης του κράτους απέναντι στους πολίτες.
Το ζήτημα της μεταφοράς των μαθητών για την παρακολούθηση των μαθημάτων τους είναι χαρακτηριστικό για τον τρόπο που η κυβέρνηση αντιμετωπίζει την Εκπαίδευση και για τις επιδιώξεις της. Από το 2012 η ευθύνη της μεταφοράς περνά στους Δήμους με τη διαβεβαίωση της Κυβέρνησης ότι αφού οι Δήμοι πραγματοποιήσουν τους διαγωνισμούς για τους μεταφορείς, αυτή θα διαθέσει τα ανάλογα κονδύλια. Κανείς, με βάση τη μέχρι τώρα πρακτική της κυβέρνησης, δεν μπορεί να εγγυηθεί ότι αυτά τα χρήματα θα βρεθούν και θα δοθούν. Αυτόματα οι συγχωνεύσεις των σχολείων παύουν να είναι λειτουργικές διότι η μεταφορά είναι απαραίτητη προϋπόθεση. Οδηγούμαστε σε κλείσιμο σχολείων λόγω αδυναμίας μεταφοράς ή σε εγκατάλειψη του σχολείου από μαθητές ή στην ανάληψη των εξόδων από τους γονείς. Αν υποθέσουμε ότι τα πράγματα κυλούνε ομαλά τότε η ανάληψη της μεταφοράς από τους Δήμους διευρύνει το χάσμα ανάμεσα σε Δήμους των αστικών κέντρων και της Περιφέρειας και ανάμεσα σε φτωχούς και πλούσιους Δήμους. Για παράδειγμα, στην πρώτη περίπτωση, ένας Δήμος της Αττικής θα μπορέσει να πραγματοποιήσει διαγωνισμούς με ευνοϊκότερους οικονομικούς όρους από ότι κάποιος περιφερειακός Δήμος όπου τέτοιες μεταφορές τις μονοπωλεί το εκάστοτε ΚΤΕΛ. Στη δεύτερη περίπτωση, ένας πλούσιος Δήμος όπως αυτός της Κηφισιάς έχει περισσότερες επιλογές και οικονομική άνεση από τον Δήμο Περάματος. Σε κάθε περίπτωση οι ίσες ευκαιρίες που οφείλει η πολιτεία να εξασφαλίσει σε όλους τους μαθητές όλης της χώρας γίνονται κούφια λόγια.
Εν κατακλείδι
Με το πρόγραμμα «Καλλικράτης» στην Τ.Α. μεταφέρθηκαν ευθύνες και βάρη χωρίς τις απαραίτητες εγγυήσεις και τον προγραμματισμό. Η κυβέρνηση αντιμετωπίζει τη μεταβίβαση ευθυνών της Εκπαίδευσης στην Τ.Α. ως ένα ενδιάμεσο στάδιο της απαξίωσης και διάλυσης του δημόσιου χαρακτήρα της εκπαίδευσης. Έχοντας ως μοντέλο την αποτυχία διαχείρισης της προσχολικής εκπαίδευσης από τους Δήμους οδηγεί στον ίδιο δρόμο το δημόσιο σχολείο. Οι ιδιωτικοί παιδικοί σταθμοί πληθαίνουν και γίνονται ισάξιοι ή και προνομιακοί συνέταιροι του κράτους μέσω ευρωπαϊκών προγραμμάτων.
Θα γίνει το ίδιο με τα σχολεία και τα ιδιωτικά «ιδρύματα»; Είναι οι Δήμοι και η αναπόφευκτη οικονομική τους αδυναμία η παγίδα για την παραπέρα συρρίκνωση του δημόσιου σχολείου; Η κυβέρνηση φαίνεται να έχει απαντήσει.
Νίκος Ανταμπούφης
Δημοτικός Σύμβουλος Δήμου Ξάνθης
Αναδημοσίευση άρθρου από το περιοδικό Λαμπτήρας Πυρακτώσεως: Τεύχος 8ο (Φλεβάρης 2011)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου