ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ

16 Οκτωβρίου 2013

Ψυχοκοινωνικές συνιστώσες της μοναξιάς


Σημαντικό ρόλο στη διαμόρφωση της τάσης για μεγαλύτερη μοναξιά έχει διαδραματίσει και η βαρύτητα που αποδίδει ο πολιτισμός μας στην αυτάρκεια (και ο συνεπακόλουθος φόβος της εξάρτησης). Μια αξιοπρόσεκτη συνιστώσα του πόσο αυτή η αντίληψη είναι κυρίαρχη στην κοινωνία μας συνάγεται και από τη μεγάλη διάδοση των καταστημάτων σέλφ-σέρβις ή των σετ εργαλείων «do it yourself» με τα οποία μόνοι μας μπορούμε να δημιουργήσουμε ή επισκευάσουμε πράγματα. 


Α. ΠΑΡΑΣΧΑΚΗΣ* *Ψυχίατρος, Επιμελητής Β΄ ΕΣΥ Ψυχιατρικό Νοσοκομείο Αττικής, Δαφνί, Αθήνα




Περίληψη
H μοναξιά είναι μια κατάσταση η οποία ανέκαθεν «συντρόφευε» -σε άλλοτε άλλο βαθμό- την ανθρώπινη ύπαρξη. Αποτελεί γνώρισμα πολλών δημιουργικών και πρωτοπόρων ανθρώπων, όμως γίνεται αφόρητη όταν δεν μπορούμε να ανακουφιστούμε από αυτήν. Πολλά έχουν γραφτεί γι΄ αυτήν σε αλλά πεδία (λογοτεχνία, ποίηση), λιγότερο όμως έχει επισημανθεί ο ρόλος της στην καθημερινότητα των ψυχικά (ή και σωματικά) ασθενών. Η μοναξιά έχει αυξηθεί πολύ στην κοινωνία μας, κυρίως με τη μετοίκηση μεγάλου μέρους του πληθυσμού στις μεγάλες πόλεις, καθώς και εξαιτίας του φόβου της εξάρτησης, ο οποίος συχνά αποτρέπει την εμπλοκή σε δημιουργία σχέσεων κοινωνικής δικτύωσης.
Η μοναξιά σχετίζεται με την επιδείνωση της πορείας σωματικών νοσημάτων (καρδιολογικά προβλήματα, καρκίνος) και την μείωση του προσδόκιμου επιβίωσης. Η κατάχρηση αλκοόλ και καπνού, συναντάται συχνότερα στα μοναχικά άτομα, με ό,τι επίπτωση μπορεί να έχει η κατανάλωσή τους στην σωματική και ψυχική υγεία. Η μοναξιά θεωρείται ότι σχετίζεται με ενδοκρινολογικές, ανοσολογικές και αυτονομικές δυσλειτουργίες. Άλλες έρευνες αποδίδουν σε αυτήν και την επιδείνωση ή παραμέληση του υγιούς τρόπου ζωής.
Η μοναξιά έχει μεγάλη σημασία στα βιώματα των ψυχικά ασθενών. Περισσότεροι από τους μισούς υποφέρουν από μοναξιά στη ζωή τους. Αυτή αποδίδεται στην πρωτογενή τους νόσο (σχιζοφρένεια, κατάθλιψη), στη δυσκολία δημιουργίας και διατήρησης φιλικών δεσμών, την έλλειψη ευκαιριών κοινωνικής συναναστροφής και το στίγμα της ψυχικής ασθένειας, το οποίο, δυστυχώς, συχνά δημιουργεί τείχη γύρω τους.
Οι προκλήσεις για την ψυχοθεραπεία είναι πολλές. Κατ' αρχήν, η φυγή στην ψυχική νόσο, δεν πρέπει να αποκλείεται για έναν αριθμό ανθρώπων, ως μέσο αντιμετώπισης της αφόρητης μοναξιάς τους. Μέσω της ψυχοθεραπευτικής σχέσης ο ασθενής θεωρεί συχνά ότι ανακουφίζεται από αυτήν. Υπάρχει όμως ο κίνδυνος εγκλωβισμού σε αυτή τη σχέση, για τον θεραπευόμενο, όσο και για το θεραπευτή. Ο πρώτος μπορεί να βλέπει την ψυχοθεραπευτική σχέση ως υποκατάστατο της ανάγκης για εμπλοκή σε άλλους/ νέους δεσμούς ή σαν πρότυπο για τη δημιουργία άλλων σχέσεων, αντιλήψεις αμφότερες λανθασμένες. Ο δεύτερος νιώθοντας ότι ικανοποιούνται ναρκισσιστικές του ανάγκες να κολακευτεί από το ρόλο του ως μοναδικής σχέσης του ασθενούς του και να μην τον ενθαρρύνει να αναπτύξει άλλους (διαφορετικής υφής) δεσμούς.
Υπάρχει και στις μέρες μας τρόπος καταπολέμησης της αφόρητης μοναξιάς, αρκεί να υφίσταται ενεργητική πρωτοβουλία από το άτομο για εμπλοκή σε σχέση με άλλα άτομα και αμοιβαία δέσμευση για την επίτευξη ενός κοινού σκοπού. Δεν είναι σπάνιο, τέλος, να εκτιμάμε περισσότερο την αξία και τα οφέλη της συντροφικότητας, έχοντας βιώσει πρώτα τον πόνο της μοναξιάς. Εγκέφαλος 2010, 47(1):37-42.
Λέξεις κλειδιά: Μοναξιά, ψυχοκοινωνικές, ψυχιατρικές διαταραχές, ψυχοθεραπεία.
Εισαγωγή
Η αποξένωση και η μοναξιά δεν προκαλούν μόνο δυστυχία, αλλά και προβλήματα υγείας. Πολύ συχνά οι ασθενείς οι οποίοι νοσούν από ψυχική και/ ή σωματική νόσο αναφέρονται στην μοναξιά που νοιώθουν. Ως κατάσταση, η μοναξιά φαίνεται να καταλαμβάνει μεγάλο μέρος της ζωής τους, αν και οι ίδιοι συνήθως δυσκολεύονται να εκφράσουν πόσο υποφέρουν από αυτήν. Όχι σπάνια, αισθάνονται αμήχανα και άσχημα να παραδεχθούν πόση μοναξιά υπάρχει στη ζωή τους, ενώ μπορεί να νοιώθουν ότι μιλώντας γι' αυτό, «εξαγοράζουν» κάποιον να γίνει φίλος τους στην θεραπευτική σχέση1.
Αξίζει να τονιστούν οι λόγοι για τους οποίους αντικείμενο του παρόντος άρθρου είναι η μοναξιά. Ένας ήδη αναφέρθηκε, το πόσο συχνή είναι η ύπαρξή της στις ζωές των ασθενών μας. Άλλος λόγος είναι ότι η κοινωνική απομόνωση φαίνεται να αυξάνεται όσο μια χώρα υιοθετεί τον «δυτικό» τρόπο ζωής. Έχει επίσης βρεθεί από σημαντικό αριθμό μελετών ότι η κοινωνική διαντίδραση και οι κοινωνικές σχέσεις σχετίζονται με καλύτερη σωματική και ψυχική υγεία, μειωμένη θνητότητα και ελαττωμένη κατανάλωση καπνού και αλκοόλ2,3. Τέλος, οι ψυχίατροι μπορούν σε κάποιο βαθμό να βοηθήσουν τους ασθενείς τους να επιλύσουν τα προβλήματα της κοινωνικής απομόνωσης στη ζωή τους.
Στην εργασία αυτή, εστιαζόμαστε στη μοναξιά ως παράγοντα-κλειδί στα ζητήματα κοινωνικής δικτύωσης, η οποία αξίζει ιδιαίτερη προσοχή, πέρα από την αντιμετώπισή της στα πλαίσια της θεραπείας μιας ψυχικής νόσου (λ.χ. κατάθλιψης)4.
Διάχυση της μοναξιάς
Δεν είναι σπάνια η αναπόληση αξιών του παρελθόντος στην καθημερινότητά μας. Η «νοσταλγία» της επαφής με τη φύση, των μικρών χωριών και πόλεων, των ηθών και εθίμων έχει έναν κοινό παρονομαστή. Αναφερόμαστε σε καταστάσεις όπου ευοδωνόταν η κοινωνική διαντίδραση και η επαφή. Με την εσωτερική μετανάστευση και τη μετοίκηση μεγάλου αριθμού ανθρώπων από την περιφέρεια σε λίγα μεγάλα ή μεγάλα αστικά κέντρα, έχει συντελεστεί πολύ σημαντική μείωση στον αριθμό και τη διάρκεια των επαφών και σχέσεων με συνανθρώπους μας5. Είναι επίσης γνωστό και τεκμηριωμένο ερευνητικά ότι οι άνθρωποι δεν εμπιστεύονται ανθρώπους με τους οποίους δεν έχουν επαφή5,6. Με αυτό τον τρόπο αυτοσυντηρείται ο φαύλος κύκλος της απομόνωσης και της δυσπιστίας, η οποία επιφέρει μεγαλύτερη απομόνωση.
Αποτελεί κοινό μυστικό ότι οι άνθρωποι όλο και λιγότερο συμμετέχουν σε φορείς οι οποίοι ευνοούν τις κοινωνικές σχέσεις και προσανατολίζουν στην επίτευξη κοινών σκοπών: σύλλογοι γονέων και κηδεμόνων, εκπολιτιστικοί σύλλογοι, μη κερδοσκοπικά σωματεία, λέσχες, εθελοντικές ομάδες κ.α.7
Σημαντικό ρόλο στη διαμόρφωση της τάσης για μεγαλύτερη μοναξιά έχει διαδραματίσει και η βαρύτητα που αποδίδει ο πολιτισμός μας στην αυτάρκεια (και ο συνεπακόλουθος φόβος της εξάρτησης). Μια αξιοπρόσεκτη συνιστώσα του πόσο αυτή η αντίληψη είναι κυρίαρχη στην κοινωνία μας συνάγεται και από τη μεγάλη διάδοση των καταστημάτων σέλφ-σέρβις ή των σετ εργαλείων «do it yourself» με τα οποία μόνοι μας μπορούμε να δημιουργήσουμε ή επισκευάσουμε πράγματα7.
Μοναξιά και σωματική υγεία
Η μοναξιά έχει επιπτώσεις τεκμηριωμένες, τόσο στην ψυχική, όσο και στη σωματική υγεία. Ερευνητικά δεδομένα υποστηρίζουν ότι η μοναξιά δημιουργεί προβλήματα σωματικής υγείας μέσω παραμέλησης τήρησης υγιεινού τρόπου ζωής, μέσω υπεραντιδραστικότητας στο στρες καθώς και ανεπάρκειας των επουλωτικών φυσιολογικών μηχανισμών8. Έχει σχετιστεί με μεταβολές στη λειτουργία του ανοσολογικού, του ενδοκρινολογικού συστήματος και στην μείωση του προσδόκιμου επιβίωσης9,10. Τα αποτελέσματα των περισσότερων μελετών είναι ξεκάθαρα: τα απομονωμένα άτομα έχουν περισσότερες πιθανότητες -περίπου διπλάσιες- να πεθάνουν νωρίτερα απ' ό,τι οι κοινωνικότεροι συνομήλικοί τους.
Παρόμοια αποτελέσματα έχουν επισημανθεί από εργασίες σχετικές με την ποιότητα ζωής και τη θνησιμότητα ατόμων με καρδιακά προβλήματα (ισχαιμική καρδιοπάθεια, έμφραγμα μυοκαρδίου), AIDS, αλλά και καρκίνο (βλ. παρακάτω)11,12. Σε μελέτη στις ΗΠΑ, βρέθηκε ότι μόνο το 50% των ασθενών με ισχαιμική καρδιοπάθεια που ήταν άγαμοι, χωρίς άτομο να εμπιστευτούν ζούσαν μετά από 5 χρόνια, ενώ το 82% των ασθενών που ήταν έγγαμοι και/ ή είχαν κάποιο άτομο εμπιστοσύνης επέζησαν7. Κοινή συνισταμένη είναι ότι άτομα που πάσχουν από καρδιοπάθεια, είναι άγαμα και διαμένουν μόνα, έχουν πολύ χειρότερη πρόγνωση επιβίωσης σε εύρος πενταετίας σε σχέση με εκείνα που ήταν παντρεμένα ή είχαν ένα πλαίσιο μεγαλύτερης κοινωνικής δικτύωσης.
Η κατάχρηση αλκοόλ και καπνού, είναι επίσης αυξημένη στα άτομα που ζουν μόνα, με ό,τι δυσάρεστες συνέπειες αυτό μπορεί να προκαλέσει2,3,13.
Η κοινωνικότητα προστατεύει και με άλλους τρόπους. Οι φίλοι μπορεί να κάνουν διάφορες μικροδουλειές (λ. χ να αγοράσουν ένα φάρμακο για τον άρρωστο φίλο), ενώ η αυξημένη δικτύωση διευκολύνει την πρόσβαση στις υπηρεσίες υγείας1,4.
Εν κατακλείδι, το σύνολο των μελετών που είτε ασχολούνται ευθέως με τη μοναξιά, είτε με την κοινωνικότητα (άρα εξ' αντιδιαστολής, πραγματεύονται το ίδιο θέμα), τεκμηριώνουν ότι η ύπαρξη κοινωνικής δικτύωσης σχετίζεται με την επιβίωση και την καλύτερη ποιότητα ζωής.
Μοναξιά και ψυχική υγεία
Η μοναξιά μπορεί να οδηγήσει σε κατάθλιψη και μειωμένη αυτοεκτίμηση (και το αντίστροφο όμως). Πάνω από τους μισούς ασθενείς με σοβαρή ψυχική διαταραχή ζουν απομονωμένοι, χωρίς να διατηρούν κοινωνικές σχέσεις. Η μοναξιά τους οφείλεται στην πρωτογενή τους νόσο (λ.χ σχιζοφρένεια, κατάθλιψη), στη δυσκολία τους να δημιουργήσουν και /ή διατηρήσουν φιλίες, στην έλλειψη ευκαιριών κοινωνικής διαντίδρασης καθώς και στο στίγμα της ψυχικής νόσου, το οποίο δημιουργεί φραγμούς στην κοινωνική τους αποδοχή14.
Μελέτες στην κοινότητα καταγράφουν ποικιλία παραγόντων κινδύνου για την αύξηση της μοναξιάς, όπως διαζύγιο ή χηρεία, θάνατος τέκνων, διαμονή κατά μόνας, επιδείνωση σωματικής υγείας και ψυχοπιεστικά γεγονότα ζωής (απώλεια και πένθος)8,15,16. Η ύπαρξη κάποιου έμπιστου φίλου («κολλητού»), περιγράφεται ως προστατευτικός παράγοντας15. Περισσότερο φαίνεται να υποφέρουν από μοναξιά οι ηλικιωμένες γυναίκες17.
Στο χώρο της ψυχιατρικής είναι ευρέως γνωστό ότι η ύπαρξη κοινωνικού υποστηρικτικού συστήματος και καλής κοινωνικής δικτύωσης, είναι από τις σπουδαιότερες παραμέτρους για την αποτροπή εκδήλωσης (πρωτοβάθμια πρόληψη), αποτροπή επιδείνωσης (δευτεροβάθμια πρόληψη), προσαρμογή σε δομές αποκατάστασης (τριτοβάθμια πρόληψη), μείωση της οδυνηρής επίδρασης του στίγματος (τεταρτοβάθμια πρόληψη), για το σύνολο σχεδόν των ψυχικών νοσημάτων. Καθοριστική είναι η συμμετοχή κοινωνικών παραγόντων και στη σοβαρότερη επιπλοκή των ψυχιατρικών νοσημάτων, την αυτοκτονία, όπου σταθερά ο κίνδυνος είναι μεγαλύτερος στα απομονωμένα, χωρίς κοινωνική δικτύωση άτομα, τα ηλικιωμένα, διαζευγμένα ή άγαμα18,19.
Δεν υπάρχει ίσως καλύτερη αποτύπωση του ευεργετικού ρόλου της κοινωνικής αλληλεπίδρασης στην θεραπεία των ψυχικών διαταραχών από τη λειτουργία της ομαδικής θεραπείας. Όχι μόνο μπορεί η ομαδική θεραπεία να αποτελέσει πλαίσιο ευόδωσης της κοινωνικότητας, αλλά οι ευεργετικές της επιδράσεις εκτείνονται πολύ πέρα από τη θεραπεία ψυχικών νοσημάτων. Σύμφωνα με τα ευρήματα σχετικής μελέτης, ο χρόνος επιβίωσης ανδρών και γυναικών με μελάνωμα ήταν μεγαλύτερος όταν οι ασθενείς συμμετείχαν σε ομάδα υποστήριξης. Μάλιστα τα ευρήματα αποτυπώθηκαν και σε βιοχημικούς δείκτες (ενίσχυση της ανοσολογικής λειτουργίας και ειδικότερα αυξημένη δραστηριότητα κυττάρων NK-Natural Killers)20.
Στο σημείο αυτό είναι καλό να αποσαφηνιστούν κάποιες παρανοήσεις. Συχνά, η ψυχική πάθηση (σχιζοφρένεια με προεξάρχοντα τα αρνητικά συμπτώματα, κατάθλιψη) ευθύνεται για την αποξένωση ή τη μοναξιά. Η θεραπευτική επιτυχία αν και συχνά βελτιώνει την ικανότητα σχεσιακής διασύνδεσης με τα άλλα άτομα, δεν είναι ταυτόσημη με την λύση του προβλήματος. Επίσης δεν πρέπει να θεωρείται δεδομένο ότι μόνο τα άτομα που πάσχουν από κάποιο νόσημα -σωματικό ή ψυχικό- υποφέρουν από μοναξιά. Πολλά «υγιή» άτομα συχνά βιώνουν την οδυνηρή επίδραση της μοναξιάς στη ζωή τους.
Δεν πρέπει να εκφεύγει της προσοχής μας και μια άλλη οπτική του θέματος. Για πολλούς ανθρώπους, η λύση στο θέμα της αφόρητης μοναξιάς θα μπορούσε να είναι η «φυγή στη νόσο» και η ανάπτυξη ψυχοθεραπευτικής σχέσης με τον θεραπευτή της διαταραχής τους7. Η ψυχοθεραπευτική σχέση -ατομικής ή ομαδικής μορφής- μπορεί να παράσχει το πλαίσιο εκείνο μέσα στο οποίο ο ασθενής θα νοιώσει θαλπωρή και υποστήριξη. Ίσως μάλιστα, ένας από τους λόγους της «ανεξήγητης» και ταχύτατης βελτίωσης της ψυχοπαθολογίας που πολύ συχνά συναντάμε σε ορισμένους ασθενείς, να αποδίδεται στην αντιμετώπιση της μοναξιάς, όπως επιτυγχάνεται μέσω της ψυχοθεραπευτικής σχέσης.
Εδώ όμως ελλοχεύουν κίνδυνοι. Η ψυχοθεραπευτική σχέση δεν υποκαθιστά την κοινωνική ζωή, ούτε πρέπει ο θεραπευόμενος να τη θεωρεί ως μοντέλο στον τρόπο του σχετίζεσθαι με τους άλλους ανθρώπους, καθότι δεν (πρέπει να) απεμπολεί τον θεραπευτικό της χαρακτήρα, κάτι που στις φιλικές σχέσεις δεν είναι το ζητούμενο7.
Από την άλλη πλευρά, μπορεί μερικές φορές η αποδοχή του ρόλου του «αποκλειστικού» μέλους του δικτύου υποστήριξης ενός ασθενή να κολακεύει τις ναρκισσιστικές ανάγκες του θεραπευτή, όμως δεν πρέπει ο ίδιος να αναζητεί αυτήν την θέση ή να επισκιάζεται η σημασία της ανάπτυξης και ενδυνάμωσης άλλων σχέσεων του θεραπευόμενου. Η θεραπεία δεν πρέπει να παρατείνεται έπ' αόριστον, «επειδή ο ασθενής δεν έχει δημιουργήσει κοινωνικές επαφές»21.
Οι κοινωνικές γέφυρες δομούνται όταν υπάρχουν δυο θεμελιώδη συστατικά: η τακτική επαφή και ένα κοινό καθήκον που μοιράζονται τα μέλη της σχέσης (λ.χ, στην εργασία που επιτελούμε με τους θεραπευόμενούς μας ενυπάρχουν και τα δύο αυτά στοιχεία). Να σημειωθεί εδώ η σημασία του κοινού καθήκοντος για την παγίωση δεσμών λ.χ κάποιο χόμπι, η εμπλοκή σε κάποια κοινή εθελοντική δράση, η υλοποίηση μιας κοινής πρωτοβουλίας κ.α. Όταν οι άνθρωποι συνεργάζονται στην επιτέλεση κάποιου κοινού στόχου, η σχέση τους βαθαίνει και ο δεσμός τους γίνεται στενότερος, τόσο που ο στόχος τελικά γίνεται ένα μέρος της σχέσης και όχι η ίδια η σχέση. Το τελευταίο συνδέεται με την νοσταλγία και αναπόληση που πολλοί διατηρούν για τη ζωή σε μικρότερες κοινωνίες. Σε εκείνα τα πλαίσια, πέρα από την ευκολότερη συναναστροφή, οι άνθρωποι είχαν σημασία ο ένας στην καθημερινή ζωή του αλλού, υπήρχε μια αλληλεξάρτηση σκοπών και στόχων5.
Από τη στιγμή που κάποιος απομακρύνεται από παρόμοια κοινωνικά πλαίσια, η δημιουργία σχεσιακών δεσμών απαιτεί πρωτοβουλία και ενεργητικότητα. Η ανάληψη κάποιου κοινωνικού ρόλου (εθελοντισμός, σύλλογοι γονέων και κηδεμόνων, αθλητικά σωματεία) και η ευθύνη για την επίτευξη κάποιου κοινού σκοπού, είναι απαραίτητη προϋπόθεση για τη δημιουργία και συντήρηση κοινωνικών σχέσεων στις μεγάλες πόλεις. Η προσπάθεια απαιτεί αγώνα έναντι σε μια ισχυρή πολιτισμική αποστροφή προς την εξάρτηση από τους άλλους, όσο και σε μια ανησυχία σχετικά με τη δέσμευση χρόνου σε τακτική βάση σε ζωές χρονικά υπερπλήρεις7. Ως θεραπευτές οφείλουμε να κατανοήσουμε τις επιπρόσθετες δυσκολίες που η ανάληψη τέτοιων πρωτοβουλιών μπορεί να επιφέρει σε ασθενείς με ψυχικά προβλήματα.
Επίλογος
Αξίζει στο σημείο αυτό να τονιστεί ότι το συγκεκριμένο άρθρο επικεντρώνεται στα άτομα τα οποία υποφέρουν από μοναξιά παρά το ότι διατηρούν επαφές με αλλά άτομα, όσο και στους αντικειμενικά απομονωμένους ανθρώπους. Η μοναξιά εκτείνεται σε πολλά πλαίσια της ζωής και λαμβάνει διαστάσεις προβλήματος μόνο όταν δεν μπορούμε να ανακουφιστούμε απ΄ αυτήν. Είναι απαραίτητο αυτό να διευκρινιστεί, καθότι πολύ συχνά η μοναχικότητα αποτελεί επιλογή των δημιουργικών και πρωτοπορών ανθρώπων.
Είναι γεγονός ότι η κοινωνία μας, έτσι όπως έχει εξελιχθεί, δεν διατηρεί την κοινωνική δικτύωση άλλων εποχών. Σήμερα, οι άνθρωποι πρέπει να επινοήσουν τρόπους σύνδεσης με τους άλλους κάτι που δεν μπορούν όλοι να επιτύχουν. Όχι σπάνια άλλωστε, έχοντας βιώσει την απομόνωση της μοναξιάς, μπορεί να εκτιμηθούν ακόμη περισσότερο η αξία και τα οφέλη της συντροφικότητας22.
Η αναγνώριση του τρόπου με τον οποίο μπορεί να δομηθεί το πλαίσιο δημιουργίας φιλικών σχέσεων στις μέρες μας, μάς επιτρέπει να βοηθάμε τους μοναχικούς ασθενείς να κατανοήσουν τις κοινωνικές και περιβαλλοντικές συνιστώσες της μοναξιάς τους, καθώς και πώς η ψυχοπαθολογία τους συμβάλλει σε αυτήν. Αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση προκειμένου να τους βοηθήσουμε να αναπτύξουν τεχνικές για να μην υποφέρουν από την πολύ συχνά βασανιστική αυτή κατάσταση.

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

  1. Karnick PM. Feeling lonely: theoretical perspectives. 2005; 18 (1): 7-12.
  2. Haustein KO. Smoking and poverty. Eur J Cardiovasc Prev Rehab. 2006; 13 (3): 312-18.
  3. Stellman SD, Resnicow K. Tobacco smoking, cancer and social class. IARC Sci Publ. 1997; (138): 229-50.
  4. Heinrich LM, Gullone E. The clinical significance of loneliness: a literature review. Clin Psychol Rev. 2006; 26 (6): 695-718.
  5. Fullilove MT. Psychiatric implications of displacement: contributions from the psychology of place. Am J Psychiatry 1996; 153: 1516-23.
  6. de Jonk Gierveld J, Havens B. Cross-national comparisons of social isolation and loneliness: introduction and overview. Can J Aging. 2004; 23 (2): 109-13.
  7. Schwartz RS, Olds J. Loneliness. Harv Rev Psych 1997; 5 (2): 94-98.
  8. Grenade L, Boldy D. Social isolation and loneliness among older people: issues and future challenges in community and residential settings. Aust Health Rev 2008; 32 (3): 468-78.
  9. Kessler RC, Kendler KS, Heath A, Neale MC, Eaves LG. Social support, depressed mood, and adjustment to stress: a genetic epidemiologic investigation. J Pers Soc Psychol 1992; 62: 257-72.
  10. Hawkley LC, Cacioppo JT. Loneliness and pathways to disease. Brain Behav Immun. 2003; 1: 98-105.
  11. Mayers AM, Svartberg M. Existential loneliness: a review of the concept, its psychosocial precipitants and psychotherapeutic implications for HIV-infected women. Br J Med Psychol. 2001; 74 (4): 539-53.
  12. Cacioppo JT, Ernst JM, Burleson MH, McClintock MK, Malarkey WB, Hawkley LC, Kowalewski RB, Paulsen A, Hobson JA, Hugdahl K, Spiegel D, Berntson GG. Lonely traits and concomitant physiological processes: the MacArthur social neuroscience studies. Int J Psychophysiol. 2000; 35 (2-3): 143-54.
  13. Haustein KO. Smoking and low-socioeconomic status. Gesundheitswe-sen. 2005; 67 (8-9): 630-7.
  14. Perese EF, Wolf M. Combatting loneliness among persons with severe mental illness: social network interventions' characteristics, effectiveness, and applicability. Issues Ment Health Nurs. 2005; 26 (6): 591-609.
  15. Bekhet AK, Zauszniewski JA, Nakhla WE. Loneliness: a concept analysis. Nurs Forum. 2008; 43 (4): 207-13.
  16. Martin-Du Pan R. The benefits of aging. II. Aging and dying in our time: reasons for optimism? Rev Med Suisse Romande. 2001; 121 (9): 689-95.
  17. Beal C. Loneliness in older women: a review of the literature. Issues Ment Health Nurs. 2006; 27 (7): 795-813.
  18. Fokkema CM, van Tilburg TG. Loneliness interventions among older adults: sense or nonsense? Tidschr Gerontol Geriatr. 2007; 38 (4): 185-203.
  19. Pettigrew S, Roberts M. Adressing loneliness in later life. Aging Ment Health. 2008; 12 (3): 302-9.
  20. Fawzy FI, Fawzy NW, Hyun CS, Elashoff R, Guthrie D, Fahey JL, et al. Malignant melanoma: effects of an early structured psychiatric intervention, coping and affective state on recurrence and survival 6 years later. Arch Gen Psychiatry. 1993; 50: 681-9.
  21. Rollman BL, Mead LA, Wang NY, Klag MJ. Medical specialty and the incidence of divorce. N Engl J Med. 1997; 336: 800-3.
  22. Nilsson B, Lindstrom UA, Nader D. Is loneliness a psychological dysfunction? A literary study of the phenomenon of loneliness. Scand J Caring Sci. 2006; 20 (1): 93-101.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου