Τα Καμαραϊκά αγγεία ανήκουν στην Κεραμική της Μεσομινωικής περιόδου που διακρίνεται για την πολύχρωμη διακόσμησή της και την υψηλή καλλιτεχνική της ποιότητα. Παραγόταν προφανώς σε ανακτορικά εργαστήρια (κυρίως στην Κνωσό και τη Φαιστό) και εξαγόταν στην Αίγυπτο και τη Συροπαλαιστίνη. Το επίθετο «καμαραϊκός» προέρχεται από τον τόπο εύρεσης της πρώτης μεγάλης ομάδας αυτών των αγγείων στην Κρήτη, το σπήλαιο των Καμαρών στις νότιες παρυφές του Ψηλορείτη.
Ο προϊστορικός πολιτισμός, που αναπτύχθηκε κυρίως στην Κρήτη και από κει διαδόθηκε και στην ηπειρωτική Ελλάδα και σε μερικά νησιά του Αιγαίου Πελάγους, επικράτησε να λέγεται Αιγαίος πολιτισμός, επειδή εντοπίστηκε απ' αυτήν τη θαλάσσια περιοχή του Αιγαίου. Από τα διάφορα, λοιπόν, κρητικά καλλιτεχνήματα, που βρέθηκαν μέσα σε αιγυπτιακούς τάφους και από προϊόντα της αιγυπτιακής τέχνης, που βρέθηκαν σε τάφους της Κρήτης, ο Έβανς έβγαλε το συμπέρασμα ότι η αρχή του μινωικού πολιτισμού πρέπει να τοποθετηθεί στην εποχή των πρώτων δυναστειών της Αιγύπτου, δηλαδή περίπου στα 3400 π.Χ. Με βάση αυτήν την πιθανή χρονολογία προχώρησε ο Έβανς στη διαίρεση του μινωικού πολιτισμού σε τρεις περιόδους:
Πρωτομινωική περίοδος που διάρκεσε δώδεκα αιώνες, από το 3400 μέχρι το 2200 π.Χ
Μεσομινωική περίοδος με διάρκεια έξι αιώνων από το 2200 π Χ έως το 1580 π.Χ. και
Υστερομινωική περίοδος που συμπίπτει με τη Μυκηναϊκή και διαρκεί από το 1580 έως το 1200 π.Χ., οπότε εξαφανίζεται απότομα από την Κρήτη αλλά εξακολουθεί να υπάρχει μέχρι το 1100 π.Χ. στη Ν. Ελλάδα και μέχρι το 1000 π.Χ. στα παράλια της Μ. Ασίας και στη Φοινίκη, όπου υπήρχαν μινωικές αποικίες.
Η καταπληκτική ευφορία του εδάφους της Κρήτης, το θαυμάσιο κλίμα, η ασφάλεια του νησιού από τις επιδρομές, βοήθησαν τη φυλή αυτή να αναπτύξει τον ειρηνικό της πολιτισμό και της εξασφάλισε την άνετη ζωή.
Ο δασικός πλούτος έδινε άφθονη ξυλεία για τη ναυπήγηση πλοίων και την ανάπτυξη της ναυτιλίας και η θάλασσα, που περικύκλωνε το νησί, παρείχε ιδανική ασφάλεια στους κατοίκους από κάθε κίνδυνο. Έτσι εξηγείται η έλλειψη τειχών γύρω από τις κρητικές πόλεις, ενώ στην ηπειρωτική Ελλάδα και στα νησιά οι κατοικημένες περιοχές περιτριγυρίζονταν από ισχυρά τείχη. Τα γιγαντιαία ανάκτορα της Κνωσού και της Φαιστού, τα μέγαρα και τα κτίσματα των αρχαίων κρητικών πόλεων, που αποκαλύφτηκαν, μαρτυρούν τη σοφή γνώση της αρχιτεκτονικής και της διακοσμητικής τέχνης, αποτελούν αποδείξεις της μεγάλης προόδου και ανάπτυξης των Αιγαίων, ενώ τα αναρίθμητα πιθάρια και τα πολυάριθμα κελάρια των σπιτιών για την αποθήκευση του λαδιού και κάθε άλλης σοδειάς δείχνουν την άνετη ζωή των κατοίκων και την αφθονία των αγαθών. Τα διάφορα κτίρια έχουν σχήμα τετράγωνο με ένα μεγάλο πλήθος βοηθητικών χώρων και στο εσωτερικό τους οι μεγάλες αίθουσες έχουν θαυμάσιες τοιχογραφίες, ενώ τα βάθρα και οι κολώνες διακοσμούνται με αλάβαστρο.
Η κεραμική γνώρισε τεράστια ανάπτυξη στη Μεσομινωική και Υστερομινωική περίοδο, και θαυμάσια δείγματά της βρέθηκαν στην Κνωσό και στη Φαιστό. Τα αγγεία διακοσμούνται με απεικονίσεις λουλουδιών και φύλλων, αλλά κυρίως θαλασσινών ζώων, όπως χταπόδια, σουπιές, τρίτωνες και διάφορα ψάρια. Τόσο μεγάλη ήταν η ζήτηση των κρητικών αγγείων στις ακτές του Αιγαίου, ώστε στην Υστερομινωική εποχή η κατασκευή τους έγινε αληθινή βιομηχανία και πάρα πολλά προϊόντα της έφτασαν στην Αίγυπτο, τη Συρία και την Ελλάδα, όπου και βρέθηκαν στις ανασκαφές.
Στην αρχή, οι Αιγαίοι τεχνίτες αγνοούσαν τον κεραμευτικό τροχό και κατασκεύαζαν αγγεία, που ήταν μάλλον χοντροκομμένα, αλλά με τον καιρό τελειοποίησαν την τέχνη τους μέχρι το σημείο να επινοήσουν και να κατασκευάσουν τα θαυμάσια αγγεία της Μεσομινωικής περιόδου, που σήμερα είναι γνωστά ως «καμαραϊκά».
πηγή
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου