Η χρονολόγηση συγγραφής των Ερμητικών κειμένων, παρά τις φήμες που καλλιεργούνταν περί ηλικίας χιλιάδων ετών, τελικά αποδείχθηκε ότι ήταν έργα της Ρωμαϊκής εποχής. Πρώτος που προσδιόρισε την εποχή συγγραφής των και απέδειξε ότι τελικά ήταν έργα της ύστερης Ελληνιστικής εποχής της Αλεξάνδρειας, ήταν ο Γάλλος Isaac Casaubon που έζησε τον 16ο αιώνα, καθηγητής των Ελληνικών στην Γαλλία και Αγγλία. Γύρω στο 1600 της κοινής χρονολογίας, έδειξε ότι τα πρώτα Ερμητικά κείμενα συντάχθηκαν όχι νωρίτερα από το 200 π.χ. και όχι πολύ αργότερα από το 300 π.χ.
Ερμητικά στην εποχή τους ονομάζονταν τα κείμενα που σήμερα αποκαλούμε «απόκρυφα». Ήταν τα μυστικά κείμενα της απόκρυφης γνώσης, τα οποία αναπτύχθηκαν ως εκλαϊκευμένη φιλοσοφία των Πλατωνικών κειμένων στην πλειοψηφία τους, εμπεριέχοντας και απόψεις των μετά τον Πλάτωνα κλασσικών Φιλοσόφων (όπως π.χ. του Παρμενίδη – στους «Λόγους» είναι καταφάνερη η Παρμενίδεια προέλευση).
Μετά την κατάκτηση της Αιγύπτου από τον Αλέξανδρο και το χτίσιμο της Αλεξάνδρειας της Αιγύπτου, η Μακεδονική δυναστεία των Πτολεμαίων κατάφερε να κάνει κέντρο φιλοσοφίας την Αλεξάνδρεια, επισκιάζοντας ακόμη και αυτήν την Αθήνα. Οι ευγενείς κάτοικοι της Αλεξάνδρειας που απαρτίζαν την άρχουσα τάξη, ήταν Έλληνες, Μακεδόνες στην πλειοψηφία τους. Τα επόμενα χρόνια η πόλη προσέλκυσε Έλληνες από όλες σχεδόν τις Ελληνικές περιοχές, οι οποίοι μετέφεραν στην Αίγυπτο τις εορτές τους αλλά και τα άγνωστα για τον υπόλοιπο κόσμο μυητικά τους μυστήρια. Έτσι, στις 6 Ιανουαρίου, τελούνταν στην Αλεξάνδρεια της Ελληνιστικής Αιγύπτου τα «Κόρεια», μια παραλλαγή των Ελευσινίων μυστηρίων, τα οποία όμως ήταν απαγορευμένα για τους μη Έλληνες. Τα μυστήρια αυτά συνεχίστηκαν και στα Ρωμαϊκά χρόνια, μέχρι σχεδόν τον 5ο αιώνα της κοινής χρονολόγησης, όταν τα κυνήγησε μανιωδώς η ιουδαιοχριστιανική μισαλλοδοξία.
Από την Γνώση της εποχής εκείνης ελάχιστα σώθηκαν εξαιτίας του σκοταδισμού της απάνθρωπα επιβληθείσας θρησκείας των αποκαλούμενων χριστιανών. Από τα λίγα Ερμητικά κείμενα που διασώθηκαν από τον εμπρησμό της βιβλιοθήκης της Αλεξάνδρειας, ήταν ο «Ποιμάνδρης», βιβλίο το οποίο μετέφρασε πρώτη φορά στα Λατινικά, κάνοντάς το γνωστό στην Ευρώπη, ο Μαρσίλιο Φιτσίνο. Η προέλευση των Ερμητικών από την Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου, γέννησε την παρανόηση στους ημιμαθείς ότι επρόκειτο για Αιγυπτιακά συγγράματα, άσχετα αν το περιεχόμενό τους ελάχιστα στοιχεία είχε που ταίριαζαν κάπως με τις Αιγυπτιακές αντιλήψεις και παραδόσεις. Παρότι ακόμη η σύγχρονη έρευνα έχει αναμφισβήτητα αποδείξει ότι τα Ερμητικά κείμενα είναι κείμενα που συγκαταλέγονται στην νεοπλατωνική γραμματεία και είναι ύστερα κείμενα της Ελληνικής φιλοσοφίας, οι ημιμαθείς που παπαγαλίζουν τις δήθεν παραδόσεις που αναμασώνται ακόμη στις λεγόμενες εσωτερικές σχολές, έχουν γεμίσει το διαδίκτυο με σελίδες που συνεχίζουν να παρουσιάζουν πλάνες και ψεύδη, όπως π.χ. οι διαδικτυακές σελίδες της νέας ακρόπολης.
Τα ίδια αντιεπιστημονικά ψεύδη που διασπείρονται για τα Ερμητικά, τα ίδια διασπείρονται από τα γνωστά δήθεν εσωτερικά κέντρα και για την Αλχημεία, η οποία στα Ελληνιστικά χρόνια άνθισε ιδιαίτερα στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου, παρότι ο πρώτος γνωστός Αλχημιστής ήταν ο Ζώσιμος ο Πανωπολίτης. Αγνοούνε οι δήθεν εσωτεριστές ότι το πρώτο βιβλίο που εισήχθηκε στην Ευρώπη, ήταν η «Τurba Filosophorum” η «Τύρβη των Φιλοσόφων» που μεταφράστηκε από τα Αραβικά στα Λατινικά και έκανε γνωστή την «Τέχνη των Σοφών», την «Αλχημεία» στον Δυτικό κόσμο. Αγνοούν φυσικά οι ημιμαθείς ότι ήταν το έργο του Ροζίνους, η Τύρβη των Φιλοσόφων, ο οποίος «Ροζίνους» δεν είναι άλλος από τον Έλληνα Ζώσιμο, το έργο του οποίου διέσωσαν οι Άραβες, όπως οι ίδιοι μας πληροφορούν. Αγνοούν ακόμη οι ψευδομυημένοι ότι πατέρας της Αλχημείας για τον κάθε «Σοφό της Τέχνης», θεωρούνταν και τιμώνταν ο μεγάλος Έλληνας Φιλόσοφος Δημόκριτος.
Δυστυχώς τέτοιες παρανοήσεις και σκόπιμες παραποιήσεις δεν είναι σπάνιες και αισθανόμαστε ότι πολύ σύντομα, θα λέγεται ότι η αρχή, η γέννηση της Φιλοσοφίας παγκόσμια, έγινε όχι στην Ελληνική Ιωνία, αλλά στην ….Τουρκία και οι πρώτοι Φυσικοί Φιλόσοφοι του κόσμου ήταν….Τούρκοι! Όσο ακραίο και αν ακούθγεται, δυστυχώς είναι πλέον μία πραγματικότητα. Εδώ και πολλές δεκαετίες, οι Τούρκοι ξεναγοί των τουριστών στις Ιωνικές αρχαιότητες, αποκρύπτουν εντέχνως την εθνικότητα των δημιουργών και κατοίκων της αρχαίας Ιωνίας, αναφέροντας ευθαρσώς ότι είναι έργα των αρχαίων κατοίκων της Ανατολίας, των προγόνων των σημερινών Τούρκων…
«Χαίρετε τέκνα του Δία και δώστε το μαγευτικό τραγούδι. Δοξάστε την ιερή γενιά των αιώνιων αθανάτων που γεννήθηκαν απ’ τη Γη και τον γεμάτο αστέρια Ουρανό και τη Νύχτα τη σκοτεινή….», έτσι ξεκινά την θεογονία του ο Ησίοδος, απευθυνόμενος στα «τέκνα του Δία» που είναι οι Μούσες. Όπως και ο Όμηρος όταν έγραφε τα έπη του, όπου καλούσε την Μούσα. Π.χ. στην Οδύσσεια όπου έγραφε, «Άνδρα μοι έννεπε Μούσα πολύτροπον κλπ κλπ». Κατά τα ειωθότα, ο ποιητής κελεύει στην Μούσα να τραγουδήσει – εξιστορήσει, υποδηλώνοντας ότι τα ποιήματά του, του τα εμπνέουν οι Μούσες, γεγονός που και σήμερα λέγεται για κάθε μας δημιουργία που γίνεται συνήθως κατόπιν έμπνευσης.
Τα Ερμητικά κείμενα ακολουθούν την ίδια πρακτική και αποδίδονται σε έμπνευση από τον Ερμή, κυριολεκτικά από τον ίδιο τον θεό της Γνώσης και της Μάθησης, τον θεό της Επικοινωνίας, του λόγου και της λογικής διεργασίας εν γένει. Δυστυχώς στα χρόνια του ξεπεσμού, η έμπνευση παρανοείται και εκλαμβάνεται ως Αποκάλυψη, εξήγηση που δυστυχώς δόθηκε και για τα Ερμητικά έργα.
Ο Ερμής ως παγκόσμιο Αρχέτυπο, είναι κοινός σε ολόκληρο τον κόσμο της εποχής και τον συναντάμε, είτε ως Αιγυπτιακό Θωθ – Ιβις, είτε ως Ινδικό θεό Γκανέσα – Ελέφαντα, είτε ως τον φτεροπόδαρο Αγγελιοφόρο των θεών Ερμή των Ελλήνων, θεό – Αρχέτυπο δωρητή και προστάτη των γραμμάτων, με ιδιότητες που στο σύνολό τους περιγράφονται στην κλασσική μυθολογία και περιλαμβάνονται αυτούσιες σήμερα στην σύγχρονη Αστρολογία.
Ενώ όμως τον Έλληνα ποιητή και φιλόσοφο τον εμπνέουν οι Μούσες ή το δαιμόνιο μέσα τους, στους Ανατολικούς λαούς η παράδοση θέλει κάθε γνώση να τους αποκαλύπτεται από τον ίδιο τον θεό ή τουλάχιστον από έναν μεσολαβητή – πνεύμα του θεού. Έτσι και για να χαίρουν μεγαλύτερου κύρους κάποια έργα, αποδίδεται η προέλευσή τους σε θεούς, σε πνεύματα και Αρχαγγέλους, παράδοση που συνεχίστηκε και για τους Μωαμεθανούς αλλά και μέχρι σήμερα για τα ιερά λόγια των Ραέλιανς, της Ουράντια κλπ.
Ερμής φυσικά ουδέποτε υπήρξε ως ξεχωριστό Ον, εκτός βέβαια από την υπόσταση που είχε και έχει στην Πλατωνική αντίληψη και στην σύγχρονη Αστρολογία. Είναι γνωστό ότι για τον Πλάτωνα, οι θεοί είναι αυτοί που «τρέχουν» ψηλά στον ουρανό και «θεώνται αφ’ υψηλού» τον κόσμο, τους οποίους ταυτίζει – σύμφωνα με την πανάρχαια Ορφική αντίληψη – με τους Πλανήτες, όπως τους αναγνωρίζουμε και σήμερα. Να σημειώσουμε μόνον ότι, για την γνήσια Αστρολογία, οι Πλανήτες είναι κατά κάποιο τρόπο οι δείκτες κάποιων Αρχέτυπων κοσμικών ρυθμών και όχι αυτοί που δημιουργούν τις κοσμικές επιρροές, καθότι και οι ίδιοι «χορεύουν» στον παγκόσμιο ρυθμό.
Στα χρόνια τα ρωμαϊκά –όταν η αμορφωσιά θα εξαπλωθεί ως επιδημία – οι τερατολογίες θα κυριαρχήσουν παντελώς. Τότε οι θεοί θα γίνουν κάποιοι δήθεν ιστορικοί ήρωες ή παλαιοί βασιλιάδες (διαβάστε το «Περί δεισιδαιμονίας» του Πλούταρχου) ή θα μορφοποιηθούν σε οντότητες πνευματικού και ενίοτε κατώτερης υπόστασης. Παράλληλα, η λήθη των ιερογλυφικών, παράλληλα με την παράξενη όψη τους, θα διεγείρει την φαντασία των ανθρώπων εκείνης της εποχής και θα δημιουργηθεί η αντίληψη περί μίας μαγικής – απόκρυφης γραφής η οποία εμπεριέχει όλα τα απόρρητα μυστικά που αποκάλυψαν οι θεοί (ή ο θεός) στους εκλεκτούς των.
Για κακή τύχη όλων των σύγχρονων φαντασιόπληκτων, η ιερογλυφική γραφή διαβάστηκε και τα ιερογλυφικά Αιγυπτιακά κείμενα αναγνώσθηκαν. Το αποτέλεσμα; Ούτε ίχνος φιλοσοφίας ή μυητικών μυστηρίων, πλούσια όμως σε θεολογικές μυθολογίες και θρησκευτικούς ύμνους και τελετουργίες. Τα Ερμητικά έτσι απογυμνώθηκαν από κάθε τι μυστηριακό – μαγικό και αποκαλυπτικό και οι μελετητές προχωρώντας στην μελέτη αυτών, μας κατέδειξαν πως στο σύνολό τους είναι σχεδόν Πλατωνική προέλευσης, υποδεικνύοντας παράλληλα και κάποια λίγα σημεία όπου υπεισήλθαν στοιχεία από Περσικές ή Εβραϊκές ή Αιγυπτιακές καταβολές, σε έναν σύγχρονο της εποχής εκείνης Γνωστικό συγκερασμό.
Φράσεις όπως, «Ο Ερμής ο τρισμέγιστος ήταν Ελληνικής καταγωγής». ( Artemi Passio, Migne Patrologia greca XCVI ). ( Ψευδό - Μανέθωνος από Γ. Σύγκελλο ), ή όπως «Ο Ερμής έζησε γύρω στο 25.000 π.Χ. και υπήρξε αντιβασιλέας του Κρόνου στην Αίγυπτο, δάσκαλος του Οσίριδος και της Ισιδος», μάλλον είναι κενές νοήματος και απουσίας σοβαρότητας. Θα υπάρξουν στη συνέχεια και άλλοι ευφάνταστοι, καθότι,
«Σύμφωνα με τις μαρτυρίες του γραμματολόγου Ιωάννη Στοβαίου τα κείμενα των έργων του Ερμή, γραμμένα στην ιερογλυφική γραφή και κρυμμένα στους αιγυπτιακούς ναούς και στις πυραμίδες, βρέθηκαν από τον αρχιερέα των ναών της Αθηνάς και του Ποσειδώνα στην αρχαία Αθήνα, Βούτη. Ο Βούτης που υπήρξε γενάρχης της ιερατικής κάστας των Ετεοβουτάδων, ήταν γιος του βασιλιά της Αττικής, Πανδίονα και όταν διαμοιράστηκε η εξουσία του πατέρα του, αυτός πήρε την ιερατική εξουσία και ο αδελφός του, Ερεχθέας, την πολιτική. Στην Αίγυπτο όπου ακολούθησε τον βασιλιά της Κρήτης Μίνωα, βρήκε τα κείμενα αυτά και τα μετέφρασε στην ιερατική γραφή». Και των φαντασιοπλήκτων η παρέλαση τελειωμό δεν έχει, καθώς εμπλουτίζεται μέχρι σήμερα από σύγχρονους μυθοπλάστες, πολλοί από τους οποίους «καναλιώνονται» και λαμβάνουν τις «υψηλές» αποκαλύψεις.
Ο Ερμής και δη ο Τρισμέγιστος, ήταν είναι και θα είναι υπαρκτός ως ζωντανό και διαρκές ενεργό Αρχέτυπο. Κάθε όμως προσπάθεια αντικειμενικής οντοποίησής του, ξεπερνά τα όρια της μυθοπλασίας και βουλιάζει στα νερά της παραμυθολογίας και της φαντασιοπληξίας, βγαίνοντας ουσιαστικά έξω από τα όρια της επιστημονικότητας, της λογικής και της σοβαρότητας.
Ερμητικά στην εποχή τους ονομάζονταν τα κείμενα που σήμερα αποκαλούμε «απόκρυφα». Ήταν τα μυστικά κείμενα της απόκρυφης γνώσης, τα οποία αναπτύχθηκαν ως εκλαϊκευμένη φιλοσοφία των Πλατωνικών κειμένων στην πλειοψηφία τους, εμπεριέχοντας και απόψεις των μετά τον Πλάτωνα κλασσικών Φιλοσόφων (όπως π.χ. του Παρμενίδη – στους «Λόγους» είναι καταφάνερη η Παρμενίδεια προέλευση).
Μετά την κατάκτηση της Αιγύπτου από τον Αλέξανδρο και το χτίσιμο της Αλεξάνδρειας της Αιγύπτου, η Μακεδονική δυναστεία των Πτολεμαίων κατάφερε να κάνει κέντρο φιλοσοφίας την Αλεξάνδρεια, επισκιάζοντας ακόμη και αυτήν την Αθήνα. Οι ευγενείς κάτοικοι της Αλεξάνδρειας που απαρτίζαν την άρχουσα τάξη, ήταν Έλληνες, Μακεδόνες στην πλειοψηφία τους. Τα επόμενα χρόνια η πόλη προσέλκυσε Έλληνες από όλες σχεδόν τις Ελληνικές περιοχές, οι οποίοι μετέφεραν στην Αίγυπτο τις εορτές τους αλλά και τα άγνωστα για τον υπόλοιπο κόσμο μυητικά τους μυστήρια. Έτσι, στις 6 Ιανουαρίου, τελούνταν στην Αλεξάνδρεια της Ελληνιστικής Αιγύπτου τα «Κόρεια», μια παραλλαγή των Ελευσινίων μυστηρίων, τα οποία όμως ήταν απαγορευμένα για τους μη Έλληνες. Τα μυστήρια αυτά συνεχίστηκαν και στα Ρωμαϊκά χρόνια, μέχρι σχεδόν τον 5ο αιώνα της κοινής χρονολόγησης, όταν τα κυνήγησε μανιωδώς η ιουδαιοχριστιανική μισαλλοδοξία.
Από την Γνώση της εποχής εκείνης ελάχιστα σώθηκαν εξαιτίας του σκοταδισμού της απάνθρωπα επιβληθείσας θρησκείας των αποκαλούμενων χριστιανών. Από τα λίγα Ερμητικά κείμενα που διασώθηκαν από τον εμπρησμό της βιβλιοθήκης της Αλεξάνδρειας, ήταν ο «Ποιμάνδρης», βιβλίο το οποίο μετέφρασε πρώτη φορά στα Λατινικά, κάνοντάς το γνωστό στην Ευρώπη, ο Μαρσίλιο Φιτσίνο. Η προέλευση των Ερμητικών από την Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου, γέννησε την παρανόηση στους ημιμαθείς ότι επρόκειτο για Αιγυπτιακά συγγράματα, άσχετα αν το περιεχόμενό τους ελάχιστα στοιχεία είχε που ταίριαζαν κάπως με τις Αιγυπτιακές αντιλήψεις και παραδόσεις. Παρότι ακόμη η σύγχρονη έρευνα έχει αναμφισβήτητα αποδείξει ότι τα Ερμητικά κείμενα είναι κείμενα που συγκαταλέγονται στην νεοπλατωνική γραμματεία και είναι ύστερα κείμενα της Ελληνικής φιλοσοφίας, οι ημιμαθείς που παπαγαλίζουν τις δήθεν παραδόσεις που αναμασώνται ακόμη στις λεγόμενες εσωτερικές σχολές, έχουν γεμίσει το διαδίκτυο με σελίδες που συνεχίζουν να παρουσιάζουν πλάνες και ψεύδη, όπως π.χ. οι διαδικτυακές σελίδες της νέας ακρόπολης.
Τα ίδια αντιεπιστημονικά ψεύδη που διασπείρονται για τα Ερμητικά, τα ίδια διασπείρονται από τα γνωστά δήθεν εσωτερικά κέντρα και για την Αλχημεία, η οποία στα Ελληνιστικά χρόνια άνθισε ιδιαίτερα στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου, παρότι ο πρώτος γνωστός Αλχημιστής ήταν ο Ζώσιμος ο Πανωπολίτης. Αγνοούνε οι δήθεν εσωτεριστές ότι το πρώτο βιβλίο που εισήχθηκε στην Ευρώπη, ήταν η «Τurba Filosophorum” η «Τύρβη των Φιλοσόφων» που μεταφράστηκε από τα Αραβικά στα Λατινικά και έκανε γνωστή την «Τέχνη των Σοφών», την «Αλχημεία» στον Δυτικό κόσμο. Αγνοούν φυσικά οι ημιμαθείς ότι ήταν το έργο του Ροζίνους, η Τύρβη των Φιλοσόφων, ο οποίος «Ροζίνους» δεν είναι άλλος από τον Έλληνα Ζώσιμο, το έργο του οποίου διέσωσαν οι Άραβες, όπως οι ίδιοι μας πληροφορούν. Αγνοούν ακόμη οι ψευδομυημένοι ότι πατέρας της Αλχημείας για τον κάθε «Σοφό της Τέχνης», θεωρούνταν και τιμώνταν ο μεγάλος Έλληνας Φιλόσοφος Δημόκριτος.
Δυστυχώς τέτοιες παρανοήσεις και σκόπιμες παραποιήσεις δεν είναι σπάνιες και αισθανόμαστε ότι πολύ σύντομα, θα λέγεται ότι η αρχή, η γέννηση της Φιλοσοφίας παγκόσμια, έγινε όχι στην Ελληνική Ιωνία, αλλά στην ….Τουρκία και οι πρώτοι Φυσικοί Φιλόσοφοι του κόσμου ήταν….Τούρκοι! Όσο ακραίο και αν ακούθγεται, δυστυχώς είναι πλέον μία πραγματικότητα. Εδώ και πολλές δεκαετίες, οι Τούρκοι ξεναγοί των τουριστών στις Ιωνικές αρχαιότητες, αποκρύπτουν εντέχνως την εθνικότητα των δημιουργών και κατοίκων της αρχαίας Ιωνίας, αναφέροντας ευθαρσώς ότι είναι έργα των αρχαίων κατοίκων της Ανατολίας, των προγόνων των σημερινών Τούρκων…
«Χαίρετε τέκνα του Δία και δώστε το μαγευτικό τραγούδι. Δοξάστε την ιερή γενιά των αιώνιων αθανάτων που γεννήθηκαν απ’ τη Γη και τον γεμάτο αστέρια Ουρανό και τη Νύχτα τη σκοτεινή….», έτσι ξεκινά την θεογονία του ο Ησίοδος, απευθυνόμενος στα «τέκνα του Δία» που είναι οι Μούσες. Όπως και ο Όμηρος όταν έγραφε τα έπη του, όπου καλούσε την Μούσα. Π.χ. στην Οδύσσεια όπου έγραφε, «Άνδρα μοι έννεπε Μούσα πολύτροπον κλπ κλπ». Κατά τα ειωθότα, ο ποιητής κελεύει στην Μούσα να τραγουδήσει – εξιστορήσει, υποδηλώνοντας ότι τα ποιήματά του, του τα εμπνέουν οι Μούσες, γεγονός που και σήμερα λέγεται για κάθε μας δημιουργία που γίνεται συνήθως κατόπιν έμπνευσης.
Τα Ερμητικά κείμενα ακολουθούν την ίδια πρακτική και αποδίδονται σε έμπνευση από τον Ερμή, κυριολεκτικά από τον ίδιο τον θεό της Γνώσης και της Μάθησης, τον θεό της Επικοινωνίας, του λόγου και της λογικής διεργασίας εν γένει. Δυστυχώς στα χρόνια του ξεπεσμού, η έμπνευση παρανοείται και εκλαμβάνεται ως Αποκάλυψη, εξήγηση που δυστυχώς δόθηκε και για τα Ερμητικά έργα.
Ο Ερμής ως παγκόσμιο Αρχέτυπο, είναι κοινός σε ολόκληρο τον κόσμο της εποχής και τον συναντάμε, είτε ως Αιγυπτιακό Θωθ – Ιβις, είτε ως Ινδικό θεό Γκανέσα – Ελέφαντα, είτε ως τον φτεροπόδαρο Αγγελιοφόρο των θεών Ερμή των Ελλήνων, θεό – Αρχέτυπο δωρητή και προστάτη των γραμμάτων, με ιδιότητες που στο σύνολό τους περιγράφονται στην κλασσική μυθολογία και περιλαμβάνονται αυτούσιες σήμερα στην σύγχρονη Αστρολογία.
Ενώ όμως τον Έλληνα ποιητή και φιλόσοφο τον εμπνέουν οι Μούσες ή το δαιμόνιο μέσα τους, στους Ανατολικούς λαούς η παράδοση θέλει κάθε γνώση να τους αποκαλύπτεται από τον ίδιο τον θεό ή τουλάχιστον από έναν μεσολαβητή – πνεύμα του θεού. Έτσι και για να χαίρουν μεγαλύτερου κύρους κάποια έργα, αποδίδεται η προέλευσή τους σε θεούς, σε πνεύματα και Αρχαγγέλους, παράδοση που συνεχίστηκε και για τους Μωαμεθανούς αλλά και μέχρι σήμερα για τα ιερά λόγια των Ραέλιανς, της Ουράντια κλπ.
Ερμής φυσικά ουδέποτε υπήρξε ως ξεχωριστό Ον, εκτός βέβαια από την υπόσταση που είχε και έχει στην Πλατωνική αντίληψη και στην σύγχρονη Αστρολογία. Είναι γνωστό ότι για τον Πλάτωνα, οι θεοί είναι αυτοί που «τρέχουν» ψηλά στον ουρανό και «θεώνται αφ’ υψηλού» τον κόσμο, τους οποίους ταυτίζει – σύμφωνα με την πανάρχαια Ορφική αντίληψη – με τους Πλανήτες, όπως τους αναγνωρίζουμε και σήμερα. Να σημειώσουμε μόνον ότι, για την γνήσια Αστρολογία, οι Πλανήτες είναι κατά κάποιο τρόπο οι δείκτες κάποιων Αρχέτυπων κοσμικών ρυθμών και όχι αυτοί που δημιουργούν τις κοσμικές επιρροές, καθότι και οι ίδιοι «χορεύουν» στον παγκόσμιο ρυθμό.
Στα χρόνια τα ρωμαϊκά –όταν η αμορφωσιά θα εξαπλωθεί ως επιδημία – οι τερατολογίες θα κυριαρχήσουν παντελώς. Τότε οι θεοί θα γίνουν κάποιοι δήθεν ιστορικοί ήρωες ή παλαιοί βασιλιάδες (διαβάστε το «Περί δεισιδαιμονίας» του Πλούταρχου) ή θα μορφοποιηθούν σε οντότητες πνευματικού και ενίοτε κατώτερης υπόστασης. Παράλληλα, η λήθη των ιερογλυφικών, παράλληλα με την παράξενη όψη τους, θα διεγείρει την φαντασία των ανθρώπων εκείνης της εποχής και θα δημιουργηθεί η αντίληψη περί μίας μαγικής – απόκρυφης γραφής η οποία εμπεριέχει όλα τα απόρρητα μυστικά που αποκάλυψαν οι θεοί (ή ο θεός) στους εκλεκτούς των.
Για κακή τύχη όλων των σύγχρονων φαντασιόπληκτων, η ιερογλυφική γραφή διαβάστηκε και τα ιερογλυφικά Αιγυπτιακά κείμενα αναγνώσθηκαν. Το αποτέλεσμα; Ούτε ίχνος φιλοσοφίας ή μυητικών μυστηρίων, πλούσια όμως σε θεολογικές μυθολογίες και θρησκευτικούς ύμνους και τελετουργίες. Τα Ερμητικά έτσι απογυμνώθηκαν από κάθε τι μυστηριακό – μαγικό και αποκαλυπτικό και οι μελετητές προχωρώντας στην μελέτη αυτών, μας κατέδειξαν πως στο σύνολό τους είναι σχεδόν Πλατωνική προέλευσης, υποδεικνύοντας παράλληλα και κάποια λίγα σημεία όπου υπεισήλθαν στοιχεία από Περσικές ή Εβραϊκές ή Αιγυπτιακές καταβολές, σε έναν σύγχρονο της εποχής εκείνης Γνωστικό συγκερασμό.
Φράσεις όπως, «Ο Ερμής ο τρισμέγιστος ήταν Ελληνικής καταγωγής». ( Artemi Passio, Migne Patrologia greca XCVI ). ( Ψευδό - Μανέθωνος από Γ. Σύγκελλο ), ή όπως «Ο Ερμής έζησε γύρω στο 25.000 π.Χ. και υπήρξε αντιβασιλέας του Κρόνου στην Αίγυπτο, δάσκαλος του Οσίριδος και της Ισιδος», μάλλον είναι κενές νοήματος και απουσίας σοβαρότητας. Θα υπάρξουν στη συνέχεια και άλλοι ευφάνταστοι, καθότι,
«Σύμφωνα με τις μαρτυρίες του γραμματολόγου Ιωάννη Στοβαίου τα κείμενα των έργων του Ερμή, γραμμένα στην ιερογλυφική γραφή και κρυμμένα στους αιγυπτιακούς ναούς και στις πυραμίδες, βρέθηκαν από τον αρχιερέα των ναών της Αθηνάς και του Ποσειδώνα στην αρχαία Αθήνα, Βούτη. Ο Βούτης που υπήρξε γενάρχης της ιερατικής κάστας των Ετεοβουτάδων, ήταν γιος του βασιλιά της Αττικής, Πανδίονα και όταν διαμοιράστηκε η εξουσία του πατέρα του, αυτός πήρε την ιερατική εξουσία και ο αδελφός του, Ερεχθέας, την πολιτική. Στην Αίγυπτο όπου ακολούθησε τον βασιλιά της Κρήτης Μίνωα, βρήκε τα κείμενα αυτά και τα μετέφρασε στην ιερατική γραφή». Και των φαντασιοπλήκτων η παρέλαση τελειωμό δεν έχει, καθώς εμπλουτίζεται μέχρι σήμερα από σύγχρονους μυθοπλάστες, πολλοί από τους οποίους «καναλιώνονται» και λαμβάνουν τις «υψηλές» αποκαλύψεις.
Ο Ερμής και δη ο Τρισμέγιστος, ήταν είναι και θα είναι υπαρκτός ως ζωντανό και διαρκές ενεργό Αρχέτυπο. Κάθε όμως προσπάθεια αντικειμενικής οντοποίησής του, ξεπερνά τα όρια της μυθοπλασίας και βουλιάζει στα νερά της παραμυθολογίας και της φαντασιοπληξίας, βγαίνοντας ουσιαστικά έξω από τα όρια της επιστημονικότητας, της λογικής και της σοβαρότητας.
Τα Ερμητικά κείμενα για αιώνες απετέλεσαν και συνεχίζουν να αποτελούν ένα πρόβλημα προσδιορισμού της προέλευσης και της πατρότητάς των. Επειδή αναπτύχθηκαν στο Ελληνιστικό βασίλειο της Αιγύπτου, την εποχή που βασίλεψαν οι Μακεδόνες Πτολεμαίοι, για τον πολύ κόσμο που δεν έχει εντρυφήσει λεπτομερώς στην ιστορία της εποχής εκείνης λογικό είναι να θεωρεί ότι είναι κείμενα Αιγυπτιακής προέλευσης. Την παρανόηση αυτήν επέτειναν δυστυχώς διάφοροι ημιμαθείς των λεγόμενων «εσωτερικών ταγμάτων», χωρίς βέβαια να λείπουν και οι ερευνητές της επιστήμης που έμεναν εγκλωβισμένοι σε ξεπερασμένες αντιλήψεις.
Τα τελευταία χρόνια όμως η πληθώρα των νέων στοιχείων που έφερε στο φως η αρχαιολογία, επιβάλουν πλέον μία εκ βάθρων αναθεώρηση της ιστορίας. Στο συγκεκριμένο θέμα των Ερμητικών κειμένων, ένας σύγχρονος σεβαστός επιστήμων – ο Θαδαίος Ζελίνσκι – με το τεκμηριωμένο δοκίμιό του «Ερμής ο Τρισμέγιστος και οι Αρκαδικές απαρχές του» που εκδόθηκε το 2001 στην Ελληνική γλώσσα από τις εκδόσεις «Εκάτη», ήρθε να βάλει τέλος σε για πολλούς αιώνες αναληθείς εικασίες και να παρουσιάσει αντικειμενικά μιαν αλήθεια κρυμμένη, κτίζοντας με αδιάσειστα στοιχεία την σύγχρονη επιστημονική και αποδεδειγμένη πραγματικότητα.
Στο προαναφερθέν βιβλίο, γράφει στον Πρόλογο: «….Η αναθεώρηση του ζητήματος περί των ανταγωνιστών του χριστιανισμού είναι ένα από τα πιο επίκαιρα ζητήματα της ιστορικής επιστήμης του καιρού μας, η οποία διαθέτει επιπλέον για την λύση του πολύ πληρέστερο υλικό σε σχέση με προηγούμενες εποχές. Οι πάπυροι που βρέθηκαν τον τελευταίο καιρό σε τόσο σημαντικό αριθμό, καθώς και άλλα συγγενικά τους τεκμήρια, μας επιτρέπουν να βγάλουμε συμπεράσματα για ένα άγνωστο ή ελάχιστα γνωστό στους προγενεστέρους μας πεδίο – την θρησκευτική ζωή των λαϊκών στρωμάτων.
Οι έρευνες παράπλευρων επιστημών – της αιγυπτιολογίας, της ασσυριολογίας και άλλων – παρέχουν την δυνατότητα να καθορίσουμε την συμβολή που οι ξένες θρησκευτικές δοξασίες έφεραν στα ανταγωνιστικά για τον χριστιανισμό δόγματα. Τέλος, εν μέρει υπό την επίδραση αυτού του καινούριου υλικού και τα ήδη γνωστά μας κείμενα παρουσιάστηκαν με καινούριο φως και πέρασαν από λιγότερο ή περισσότερο ριζικές αναθεωρήσεις.
Τα παραπάνω ισχύουν ιδιαίτερα για την διδασκαλία, στην οποία είναι αφιερωμένο το παρόν δοκίμιο – στον Ερμητισμό….»
Και συνεχίζει παρακάτω: «Δεν θέλω να αποκρύψω ότι αφορμή για αυτό το δοκίμιο στάθηκαν οι έρευνες των δυτικοευρωπαίων επιστημόνων και ιδιαίτερα το έργο «Ποιμάνδρης» του Reitzenstein (Λειψία 1904). Διαβάζοντάς το αισθάνθηκα βαθύτατη ευγνωμοσύνη προς τον συγγραφέα του για το αναφερόμενο υλικό, αλλά και πλήρη διαφωνία μαζί του για τα πιο ουσιαστικά προβλήματα της προέλευσης και της σημασίας των ερμητικών διδασκαλιών, εξαιτίς της υπερβολικής του, όπως μου φάνηκε, αιγυπτιομανίας. Από αυτήν την διαφωνία προέκυψε προέκυψε και η ανάγκη να παρουσιάσω την εξέλιξη και την ουσία του ερμητισμού σε μορφή που μου φαίνεται ότι ανταποκρίνεται στα τελευταία δεδομένα της επιστήμης – με άλλα λόγια, να γράψω το παρόν δοκίμιο».
Στην περιληπτική παρουσίαση του βιβλίου, (βλέπε http://www.amra.gr/forum/index.php/topic,2285.0.html), αναγράφεται: «Δεν συμφωνεί με άλλους μελετητές των αρχαίων θρησκειών ο Πολωνο-ρώσος καθηγητής Θαδαίος Ζελίνσκι (1859-1944) σχετικά με την προέλευση και τη σημασία των ερμητικών διδασκαλιών. Δεν δέχεται ότι η πηγή τους είναι από το λατρευτικό χώρο του αιγυπτιακού θεού Θωδ, που με το συρμό του συγκρητισμού είχε εισαχθεί στον ελληνικό κόσμο ως Ερμής Τρισμέγιστος. Το έμβρυο του ερμητισμού, λέει ο Ζελίνσκι, πρέπει να το αναζητήσουμε στην πατρίδα του Ερμή, την Αρκαδία. Χώρα όχι ειδυλλιακή, όπως την ήξεραν οι ρομαντικοί του 18ου αιώνα, αλλά σκληρή και αφιλόξενη για τους κατοίκους της, οι οποίοι τρέφονταν με βελανίδια. Εκεί άρχισε να διαμορφώνεται η ιδέα της κατάβασης στον Αδη -μέσω των νερών και της καταβόθρας της Στυμφαλίας λίμνης- και της επανάκαμψης. Εκεί λειτουργούσε ως ψυχοπομπός ο Ερμής. Δεν αρνείται την επαφή του ερμητισμού με την Αίγυπτο ο Ζελίνσκι, αλλά ισχυρίζεται ότι η αμφίδρομη επιρροή ξεκίνησε από την Ελλάδα. Ταξιδευτές και κυνηγημένοι από τη σκληρή χώρα τους καθώς ήταν οι Αρκάδες, διέδωσαν παντού τις δικές τους δοξασίες, οι οποίες στάθηκαν απέναντι στο χριστιανισμό, αλλά τελικά νικήθηκαν από αυτόν. Μια μελέτη που αξίζει την προσοχή μας, αφού διαφέρει τόσο πολύ από τις κυριαρχούσες απόψεις».
Μία πολύ ενδιαφέρουσα πλευρά της εξαίρετης εργασίας του Θ. Ζελίνσκι, είναι η πλούσια σε ιδιότητες περιγραφή του Ερμή. Από τον συγγραφέα δεν έχουμε βέβαια απαίτηση να επεκταθεί σε περεταίρω μελέτη και εμβάθυνση εσωτερική και ειδικά αστρολογική, όμως από αυτοπροβαλλόμενους ως αστρολόγους και αυτοπαρουσιαζόμενους εσωτεριστές, έχουμε προσμονές και με δυσκολία μπορούμε να παραβλέψουμε την απλουστευτική και ρηχά επιφανειακή τους προσέγγιση του ερμητισμού. Οι ιδιότητες του Ερμή, όπως αυτές αποτυπώνονται στην μυθολογία και στην ποίηση της αρχαίας Ελλάδας, αρχίζοντας από τα Ορφικά ακόμη, είναι αυτές οι ίδιες που η αστρολογία αποδίδει σήμερα στον Ερμή (πλανήτη), καθότι θεός και πλανήτης ταυτίζονται. Αυτές όμως οι ιδιότητες που στα Ελληνιστικά χρόνια χαρακτηρίζουν τον σύγχρονο της εποχής εκείνης Ερμή τον Τρισμέγιστο, σχεδόν καμιά σχέση δεν έχουν με τον Αιγύπτιο θεό Θωθ, παρότι ο Ελληνικός συγκρητισμός των Ελληνιστικών χρόνων με μεγάλη ευκολία συνταίριαζε και αναλογούσε τους Έλληνες θεούς στις τοπικές θεότητες, όπου επεκτάθηκε.
Κλείνοντας το πολύ καλό δοκίμιό του ο Θ. Ζελίνσκι, μας πληροφορεί ότι: «….Ο σκοπός του ιστορικού είναι να καθορίζει την προέλευση και να παρακολουθεί την εξέλιξη της ιδέας που μελετάει. Έχω ήδη παρατηρήσει στο πρώτο κεφάλαιο ότι η λύση αυτού του σύγχρονου προβλήματος από τον πρώτο σύγχρονο «ερμητιστή» Reitzenstein που εξάγει αυτήν την φιλοσοφία από την Αίγυπτο των Φαραώ δεν μου φαίνεται σωστή. Αντιθέτως, προσπαθώ να επιστρέψω στην Ελλάδα αυτό το τέκνο που γεννήθηκε από αυτήν και παρ’ όλα τα αιγυπτιακά σπάργανα δεν έπαψε να έχει το πρόσωπό της μέχρι το τέλος του. Αυτός ήταν ο πρώτος στόχος της πραγματείας μου, ενώ ο δεύτερος ήταν να γνωρίσω στο κοινό μας που ενδιαφέρεται για τα προβλήματα της θρησκευτικής ιστορίας την ιδέα που δύο φορές, και στις δύο αποφασιστικές εποχές της παγκόσμιας ιστορίας, έγινε σωτήριο λιμάνι για την βασανισμένη από αμφιβολίες ψυχή του ανθρώπου».
Ολόκληρο το βιβλίο ΕΔΩ.
πηγή
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου