Εντερική χλωρίδα: το βακτηριακό φορτίο που επιστρώνει το εντερικό μας σύστημα και μας είναι απαραίτητο για την πέψη. Σήμερα όμως, είναι πλέον τεκμηριωμένο ότι ο ρόλος του είναι πολύ πιο σύνθετος. Αποτελεί ένα πραγματικό όργανο που διαμορφώνει -όπως το γονιδίωμα- την βιολογική μας ταυτότητα, αλληλεπιδρά με τον οργανισμό και παίζει ρόλο στην λειτουργία του σώματος σε πολλαπλά επίπεδα και με μακροχρόνιες συνέπειες.
Έτσι αντί για χλωρίδα χρησιμοποιείται ο όρος μικροβίωμα για να περιγραφούν τα βακτήρια που ζουν μέσα μας και πάνω μας. Αποτελείται από 100 000 δισεκατομμύρια μικροοργανισμούς δηλαδή 10 φορές περισσότερο από το σύνολο των κυττάρων του καθενός μας και διαμορφώνει ένα από τα πιο ποικίλλα περιβάλλοντα που ξέρουμε στην Γη -μια αποικία με 1 000 έως 10 000 διαφορετικά είδη. Αυτός ο μικρόκοσμος που ζει μαζί μας, χτίζεται σταδιακά από τη στιγμή της γέννησής μας και μέχρι περίπου τα 3 μας χρόνια.
Σχετικά πρόσφατες επιστημονικές εργασίες δείχνουν ότι ορισμένα βακτήρια βοηθούν στην προστασία μας από παθογόνους οργανισμούς – καμμιά φορά πιάνοντας στην κυριολεξία τον χώρο ώστε να μην μπορούν να εγκατασταθούν τα βλαβερά. Άλλα, μας βοηθούν στην πέψη της τροφής ή ακόμα ως δείκτες της καλής μας υγείας. Έτσι αλλαγές και μεταβολές στο μικροβίωμα ενός ανθρώπου -όπως μπορεί να γίνει μετά από λήψη αντιβιοτικών- έχουν εμπλακεί σε ορισμένες ασθένειες όπως η νόσος του Crohn, η βακτηριακή κολπίτιδα και η παχυσαρκία.
Επί πλέον φαίνεται πως τα εντερικά βακτήρια μπορούν να επηρεάσουν τον μεταβολισμό του εγκεφάλου και τη λειτουργία του. Όλο και περισσότερα δημοσιεύματα ενισχύουν τη σχέση εγκεφαλικής λειτουργίας και εντέρων. Το προφίλ των μορίων που εκκρίνει το εντερικό μικροβίωμα, περνάει μέσα από την αιμική κυκλοφορία και εφό’σον διασχίσει τον εγκεφαλο-ραχιαία φραγμό, μπορεί να επιδράσει πάνω σε κρίσιμα γονίδια, είτε ενεργοποιώντας τα είτε απενεργοποιώντας τα, γονίδια που σχετίζονται π.χ. με τη μνήμη, τη μάθηση, την επικοινωνία.
Αφορμή για το σημερινό άρθρο είναι ένα καταπληκτικό και πολύ πρόσφατο ντοκιμαντέρτης τηλεόρασης του Αrte, γύρω από τον αυτισμό και τον ρόλο που δείχνει να παίζει το εντερικό μικροβίωμα στην πρόκλησή του αλλά και στην απάλυνση της διαταραχής αυτής. Οι περιπτώσεις και οι συνεντεύξεις επιστημόνων που παρουσιάζει, είναι άκρως ενδιαφέρουσες και αν μη τι άλλο υποδεικνύουν μια καινούργια και ελπιδοφόρο οδό που αξίζει να περπατηθεί επιστημονικά περαιτέρω.
Από το 1940 και μετά, χρέωναν την εμφάνιση του φάσματος διαταραχών που σκιαγραφούν τον αυτισμό στην έλλειψη της συναισθηματικής εμπλοκής της μητέρας. Αργότερα ενεπλάκη η μόλυνση της ατμόσφαιρας, η τηλεόραση, οι τροφικές αλλεργίες, μέχρι και τα εμβόλια χωρίς να αποδειχτεί επιστημονικά ποτέ τίποτα. Σήμερα, τα περισσότερα ερευνητικά κονδύλια πηγαίνουν σε γενετικές έρευνες καθώς θεωρείται ότι η διαταραχή εμπλέκει 100 διαφορετικά γονίδια ενώ μόνο 6 έχουν ταυτιστεί. Η διαταραχή που θεωρείτο σπάνια πριν 30 χρόνια, βρίσκεται σε πραγματική έξαρση τα τελευταία χρόνια (+600% μέσα σε 20 χρόνια στις βιομηχανικές χώρες). Πρόκειται για την διαταραχή στην ανάπτυξη που έχει την ταχύτερη εξάπλωση στον πλανήτη.
Συγκεκριμένα, πριν 50 χρόνια 1 παιδί στα 10 000 είχε αυτισμό και θεωρείτο σπάνια νόσος. Σήμερα είναι 1/147 στην Ευρώπη, 1/38 στη Νότιο Κορέα και 1/90 στη Βόρειο Αμερική. Τα παιδιά των ανεπτυγμένων χωρών είναι πιο ευαίσθητα και ανάμεσά τους τα παιδιά των μεταναστών από μη βιομηχανοποιημένα μέρη όπως η Αφρική, οι Αντίλλες και η Ασία τέσσερις φορές χειρότερα! Στην ιδιαίτερα πληγείσα κοινότητα των Σομαλών του Καναδά, ονομάζουν τον αυτισμό «ασθένεια της Δύσης”. Η αιτία αυτής της έξαρσης είναι άγνωστη.
Αναζητoύνται όμως λόγοι στο περιβάλλον -δηλαδή επίκτητα στοιχεία-, καθώς σε πολλές περιπτώσεις η διαταραχή εμφανίζεται από την ηλικία των 2 και μετά από μια φυσιολογική ανάπτυξη. Συχνά η εμφάνιση των συμπτωμάτων συμπίπτει με μια εκτενή θεραπεία με αντιβιοτικά.
Είναι επίσης γεγονός ότι το 70% των παιδιών με αυτισμό υποφέρουν από γαστρικές ενοχλήσεις όπως διάρροια, σε σοβαρότητα ανάλογη με το βαθμό της διαταραχής. Παρατηρείται επίσης η κλίση των παιδιών αυτών προς τις αμυλούχες τροφές και γαλακτοκομικά προϊόντα όπως έχει παρατηρηθεί επίσης ότι είναι καλύτερο να ακολουθείται μια πιο υγιεινή διατροφή με φρέσκα προϊόντα καθώς αυτή επηρεάζει θεαματικά προς το καλύτερο τη συμπεριφορά και τις ικανότητες των παιδιών αυτών.
Πώς λοιπόν μπορεί να συνδέονται τα αντιβιοτικά, το εντερικό μικροβίωμα, η διατροφή και ο αυτισμός;
Τα παιδιά με αυτισμό έχουν μεγαλύτερη συγκέντρωση από τα άλλα στην οικογένεια βακτηριών των Clostridia (ένα από αυτά είναι που παράγει την τοξίνη του τετάνου). Εξαιρετικά ανθεκτικά στα συνήθη αντιβιοτικά ενώ είναι πολύ δύσκολο να απεμπλακείς από αυτά καθώς σε περιβάλλον εχθρικό παράγουν σπόρους που μένουν ανενεργοί και με την πρώτη ευκαιρία παράγουν ξανά το βακτήρια. Φαίνεται λοιπόν πως η διαταραχή της ισορροπίας του εντερικού μικροβιώματος -μετά από μια χορήγηση αντιβιοτικών, ή αλλαγή διατροφικών συνηθειών μετά από μια μετανάστευση- αποτελεί αφορμή για την ισχυροποίηση της θέσης αυτών των βακτηρίων.
Και τι σημαίνει αυτό; Τα Clostridia παράγουν ένα μόριο -μικρό λιπαρό οξύ- το προπανικό οξύ, που μέσα από την κυκλοφορία περνάει στον εγκέφαλο που αποτελείται κατά 60% από λιπίδια. Εκεί επιδρά στον εγκεφαλικό μεταβολισμό και τις ανοσοποιητικές λειτουργίες καθώς αλλάζει τη σύνθεση των εγκεφαλικών λιπιδίων δίνοντας ένα χαρακτηριστικό αυτιστικό προφίλ. Να σημειώσουμε ότι το λιπίδιο αυτό χρησιμοποιείται και σαν συντηρητικό Ε280, στα ψωμιά, γλυκά, βιομηχανικά τυριά. Μάλιστα ο εμβολιασμός αρουραίων εργαστηρίου με αυτό προκαλεί αυτιστικά συμπτώματα σε κατά τα άλλα πολύ κοινωνικά ζώα, συμπτώματα που είναι όμως αναστρέψιμα και εξαφανίζονται μετά από 30′ μετά τη χορήγηση. Φαίνεται λοιπόν πως αυτό το μόριο μπορεί να ενεργοποιήσει ή να απενεργοποιήσει γονίδια αν όχι σε ενήλικες τουλάχιστον στους πιο ευαίσθητους εγκεφάλους των παιδιών -ίσως με προδιάθεση στον αυτισμό, ίσως λόγω μεγάλης λήψης.
Ακόμα δεν ξέρουμε πώς να ελέγξουμε τα επίπεδα αυτού του μορίου. Όμως η μείωση των τροφών που ενισχύουν την παραγωγή του, η επίτευξη ενός μικροβιωτικού εντερικού συστήματος πιο ισσοροπημένου με την κατανάλωση προβιωτικών προϊόντων και μια διατροφή χωρίς γλουτένη και κασείνη, δείχνουν κάποια θετικά αποτελέσματα. Δεν μιλάμε για θεραπεία αλλά για μια οδό που μπορεί να προσφέρει σημαντική βελτίωση στη ζωή των παιδιών αυτών: η δυνατότητα συγκέντρωσης αυξάνει, η υπερκινητικότητα μειώνεται και η κοινωνικότητα βελτιώνεται. Μακάρι η έρευνα γύρω από τη σχέση εντερικού μικροβιώματος και αυτισμού να επιβεβαιώσει καλύτερα αυτές τις πρώτες ενδείξεις και τελικά να υπάρξει ομοφωνία στις απόψεις των ειδικών γύρω από το θέμα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου