Άκρα του τάφου σιωπή στον κάμπο βασιλεύει
Λαλεί πουλί, παίρνει σπυρί, κι η μάνα το ζηλεύει.
Τα μάτια η πείνα εμαύρισε` στα μάτια η μάνα μνέει`
Στέκει ο Σουλιώτης ο καλός παράμερα και κλαίει:
"Έρμο τουφέκι σκοτεινό, τι - σ' έχω ‘γω στο χέρι;
Οπού συ μου 'γινες βαρύ κι ο Αγαρηνός το ξέρει."
Να συγκρίνετε αυτές τις στροφές του Ύμνου εις την Ελευθερία με το Β΄ Σχεδίασμα / πρώτο (1ο) απόσπασμα από πλευράς περιεχομένου και ύφους.
Ακούω κούφια τα τουφέκια,
Ακούω σμίξιμο σπαθιών,
Ακούω ξύλα, ακούω πελέκια,
Ακούω τρίξιμο δοντιών.
Α! τι νύκτα ήταν εκείνη,
Που την τρέμει ο λογισμός
Άλλος ύπνος δεν εγίνη
Πάρεξ θάνατου πικρός. (στροφές 44 και 45)
----------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------
ΑΠΑΝΤΗΣΗ
Ανάλογο το περιεχόμενο, αναφέρεται στο ίδιο ιστορικό γεγονός. Στο πρώτο, ο αφηγητής είναι αμέτοχος παρατηρητής, περισσότερο αντικειμενικός ίσως στην καταγραφή του προβλήματος. Στο δεύτερο, ο αφηγητής είναι και δρών πρόσωπο, άρα είναι πιο άμεσο και βιωματικό το ύφος. Κυρίαρχη η χρήση του ρήματος και στα δύο, μόνο που στο δεύτερο, κάθε στίχος έχει ένα ρήμα και μάλιστα στην α ΄ στροφή έχουμε επανάληψη του ρ. ακούω. Οι εικόνες πλεονάζουν και στα δυο, όμως στον Ύμνο στην Ελευθερία υπερτερούν οι ακουστικές, ενώ στους Ελεύθερους Πολιορκημένους οι οπτικές. Τα ρήματα στο πρώτο βρίσκονται σε χρόνο ενεστώτα (εξαιρ.1 αόριστος), ενώ στον Ύμνο, η α ΄ στροφή έχει ενεστωτικά ρήματα και η β ΄ στροφή παρελθοντικά. Ομοιοκαταληξία έχουν και τα δύο ζευγαρωτή το πρώτο και πλεχτή το δεύτερο). Κυρίαρχη είναι και στα δύο η ιδέα του θανάτου, της φθοράς και της παρακμής, πιο έντονη βέβαια στο δεύτερο και μάλιστα ήδη συντελεσθείσα. Στους Ε. Π. είναι προσδοκώμενη η ολοκληρωτική καταστροφή λόγω της πείνας και της σωματικής και ψυχικής εξάντληση.
Β)ΚΕΙΜΕΝΟ: Δ. ΣΟΛΩΜΟΣ: ΕΛΕΥΘΕΡΟΙ ΠΟΛΙΟΡΚΗΜΕΝΟΙ- ΣΧΕΔΙΑΣΜΑ Β΄, απόσπασμα 2
Ο Απρίλης με τον Έρωτα χορεύουν και γελούνε,
Κι όσ' άνθια βγαίνουν και καρποί τόσ' άρματα σε κλειούνε.
Λευκό βουνάκι πρόβατα κινούμενο βελάζει,
Και μες στη θάλασσα βαθιά ξαναπετιέται πάλι,
Κι ολόλευκο εσύσμιξε με τ' ουρανού τα κάλλη.
Και μες στης λίμνης τα νερά, οπ’ έφθασε μ' ασπούδα,
Έπαιξε με τον ίσκιο της γαλάζια πεταλούδα,
Που ευώδιασε τον ύπνο της μέσα στον άγριο κρίνο`
Το σκουληκάκι βρίσκεται σ' ώρα γλυκιά κι εκείνο.
Μάγεμα η φύσις κι όνειρο στην ομορφιά και χάρη,
Η μαύρη πέτρα ολόχρυση και το ξερό χορτάρι`
Με χίλιες βρύσες χύνεται, με χίλιες γλώσσες κραίνει
Όποιος πεθαίνει σήμερα χίλιες φορές πεθαίνει.
Πώς εκδηλώνεται ο πειρασμός στα ποιήματα του Σολωμού και του Καρυωτάκη; Συγκρίνετε πώς αντιμετωπίζει ο κάθε ποιητής το ηθικό δίλημμα των ηρώων του.
Μέρα του Απρίλη.
Πράσινο λάμπος,
γελούσε ο κάμπος
με το τριφύλλι.
Ως την εφίλει
το πρωινό θάμπος,
η φύση σάμπως
γλυκά να ομίλει.
Εκελαδούσαν
πουλιά, πετώντας
όλο πιο πάνω.
Τ’ άνθη ευωδούσαν.
Κι είπε απορώντας:
«Πώς να πεθάνω;»
[Κ.Γ.Καρυωτάκης, «Διάκος», Ελεγεία και Σάτιρες(1927). Ποιήματα και Πεζά, Ερμής, 1984, σ.95]
ΑΠΑΝΤΗΣΗ
Ανάλογο το περιεχόμενο και στα δύο έργα , καθώς κυριαρχεί η εικόνα του πειρασμού της φύσης. Στο πρώτο, προσωποποιούνται δύο αφηρημένες έννοιες, ο Απρίλης και ο Έρωτας, για να σημάνουν την πανδαισία της χαράς που απλώνεται παντού στη γη. Σε μια τέτοια εποχή, ακόμη και υποδεέστερα του ανθρώπου όντα (πρόβατα, πεταλούδα, σκουληκάκι, μαύρη πέτρα και χορτάρι) αναζωογονούνται και ομορφαίνουν. Όλα αυτά δίνονται με πολλά σχήματα λόγου και εικόνες. Στο δεύτερο, υπερτερεί η εικόνα του Απρίλη, τα πουλιά και τα άνθη. Ο στίχος, μικρότερος σε έκταση, διακρίνεται από διασκελισμό, ενώ παρατηρείται μια κάπως περιορισμένη χρήση σχημάτων λόγου. Πάντως και στα δύο προετοιμάζεται η παρουσίαση της ηθικής στάσης των αγωνιστών, η οποία όμως διαφέρει σημαντικά. Στην πρώτη περίπτωση, είναι στάση αποδοχής της κατάστασης και καταξίωσης των Μεσολογγιτών να ζήσουν την ομορφιά αυτή, έστω για τελευταία φορά. Στο δεύτερο ποίημα, το ερώτημα στο τέλος ακούγεται σαν κραυγή απελπισίας και απόγνωσης, σα μια προσπάθεια ενεργοποίησης άνωθεν μηχανισμών για να μη συντελεστεί ο θάνατος.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου