Της Σώτης Τριανταφύλλου
Η λέξη του τίτλου αναλύεται ως επική βιογραφία (biography+epic) ή ως βιογραφική ταινία (biography+picture): πρόκειται για ένα δημοφιλές είδος που φέρνει τα δημόσια πρόσωπα κοντά στον θεατή ενισχύοντας τον μύθο τους, αναθεωρώντας τις προκαταλήψεις υπέρ τους ή εναντίον τους.
Μετά τη “Βασίλισσα” του Stephen Frears –συμπαθητικό κι αναίτιο πορτρέτο της Ελισάβετ Β’- και τον «Λόγο του βασιλιά» του Tom Hooper –όχι λιγότερο συμπαθητικό κι αναίτιο πορτρέτο του Γεωργίου του VI- η Phyllida Lloyd (γνωστή από το «Mamma Mia!”) παρουσιάζει ένα biopic γύρω από την Μάργκαρετ Θάτσερ, ηγέτη των Torys και πρωθυπουργό της Βρετανίας από το 1979 μέχρι το 1990.
Παρότι, όπως διαβάζω, το περιβάλλον της Μάργκαρετ Θάτσερ δυσαρεστήθηκε από την ταινία, το εγχείρημα, με τον τίτλο “Iron Lady”, μοιάζει με προπαγάνδα του Συντηρητικού Κόμματος. Τελικά, η Μάργκαρετ Θάτσερ δεν ήταν η ενσάρκωση του Σατανά όπως πίστευαν οι μισοί (τουλάχιστον) Βρετανοί, αλλά ένας άνθρωπος! Θέλω να πω ότι, αν ο θεατής έχει για την κυρία Θάτσερ την εικόνα του ενσαρκωμένου Σατανά, δεν θα μπορέσει να εκτιμήσει τις αρετές αυτής της ταινιούλας. Ήδη οι κριτικές είναι αρνητικές ενώ εξελίσσεται συνωμοσιολογία: γιατί «ξαφνικά» τόσα βρετανικά biopics; Τι θέλουν να μας δηλώσουν οι Βρετανοί αναδεικνύοντας πρόσωπα και θεσμούς; Τι είδους ρεβιζιονισμός είναι τούτος; Να, σε λίγο έρχεται και ένα ακόμη biopic, η πολυακουσμένη ιστορία του Εδουάρδου VIII και της Γουόλις Σίμσον – και μάλιστα σε σκηνοθεσία της Madonna! Τι άλλο θα δούμε...
Ωστόσο, το “Iron Lady” είναι ένα εύρυθμο και χαριτωμένο θέαμα από το οποίο δεν λείπει ούτε το χιούμορ, ούτε η «πρακτική» φιλοσοφία. Αν και «γυναικείο», ίσως μάλιστα παλαιο-φεμινιστικό (το σενάριο οφείλεται στην Abi Morgan), σκοπίμως ή μη, μπορεί να διαβαστεί τόσο σαν σχόλιο για τον ανδροκρατούμενο κόσμο, όσο και σαν σχόλιο για τα γηρατειά. Η Μάργκαρετ Θατσερ είναι ένα πρόσχημα, ένα “ακραίο” υπόδειγμα: εφόσον δεν πρόκειται για ντοκυμαντέρ, η ταινία αποτελεί μια παραβολή φτιαγμένη από γεγονότα κι από παραλείψεις - η Phyllida Lloyd αφηγείται την ιστορία μιας πολλαπλής απώλειας: την απώλεια της εξουσίας, την απώλεια του συντρόφου της ζωής (η κυρία Θάτσερ ζει με το φάντασμα του νεκρού Ντένις Θάτσερ), την απώλεια της νιότης και της μνήμης· το πώς, όποιος και να έχεις υπάρξει, πορεύεσαι αναπόδραστα προς την ανυπαρξία· το πώς, ζώντας ανάμεσα στα φαντάσματα, μεταμορφώνεσαι ο ίδιος σε φάντασμα. Μετά από τόσες μάχες, κι από τόσες αμφίβολες, ακριβοπληρωμένες δόξες, δεν μένει παρά μια γριούλα που προσπαθεί να βάλει σε τάξη τις ντουλάπες της.
Το “Iron Lady” συναρμολογείται από flashbacks που θα μπορούσαν να έχουν τίτλο «Η δύναμη της θέλησης», καθώς κι από σκηνές του παρόντος που μοιάζουν με το παρόν ή με το μέλλον όλων μας: ο θάνατος των αγαπημένων προσώπων, τα γηρατειά, η αδυναμία συμβαίνουν σε όλους, ακόμα και στην ενσάρκωση του Σατανά. Η Μάργκαρετ Θάτσερ (την οποία υποδύεται η Μeryl Streep - η μεγαλύτερη Αμερικανίδα ηθοποιός;) περιφέρεται στο άδειο διαμέρισμα συνομιλώντας με τον νεκρό Ντένις (o Jim Broadbent ακαταμάχητος σε έναν ακόμη ρόλο βασιλικού συζύγου μετά το “Iris”): “Ακρίβηνε το γάλα!” παραπονιέται - μια κόρη μπακάλη ενδιαφέρεται σταθερά για την τιμή του γάλακτος…
Τέλος, η ταινία είναι μια ευκαιρία να ερευνηθεί –έξω από τις κινηματογραφικές αίθουσες- η καταστροφική πολιτική της Μάργκαρετ Θάτσερ που έφερε, μακροπρόθεσμα, τα αντίθετα αποτελέσματα από εκείνα που ευαγγελιζόταν: με την αποβιομηχάνιση και την απο-ϋλοποίηση της οικονομίας η Βρετανία απέκτησε την πολυπληθέστερη underclass στην Ευρώπη, ενώ πολλές από τις θατσερικές μεταρρυθμίσεις –που φαίνονταν απαραίτητες- οδήγησαν στη σημερινή κρίση. Τα πράγματα όμως δεν είναι τόσο απλά, ούτε μπορεί να ενοχοποιηθεί ένας και μοναδικός πολιτικός για την πολυπλοκότητά τους. Ο «ρεβιζιονισμός» που χαρακτηρίζει τα biopics είναι προϋπόθεση για να γυριστούν αυτά τα biopics: αν ο κεντρικός χαρακτήρας δεν παρουσιάζει αρετές, αν δεν είναι τουλάχιστον διφορούμενος και αμφίσημος, δεν αξίζει να αναδειχθεί σε κινηματογραφικό ήρωα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου