ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ

29 Δεκεμβρίου 2011

Κριτικάροντας μια κριτική στον Λένιν, του Louis Proyect (μετάφραση Κώστας Θεριανός)


Κριτικάροντας μια κριτική στον Λένιν

του Louis Proyect

Μετάφραση: Κώστας Θεριανός

Η συζήτηση για τον ιμπεριαλισμό είναι και πάλι επίκαιρη στο πλαίσιο της αριστεράς. Η ελληνική έκδοση του βιβλίου των Μηλιού και Σωτηρόπουλου έχει τροφοδοτήσει μια ενδιαφέρουσα συζήτηση για τον χαρακτήρα του ελληνικού καπιταλισμού, τον χαρακτήρα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, το κατά πόσο μπορεί μέσα στην Ε.Ε. να χαραχθεί μια διαφορετική οικονομική και κοινωνική πολιτική, την σημασία του έθνους κράτους, κ.λπ. 
Δημοσιεύουμε, στο πλαίσιο αυτής της συζήτησης, ένα κείμενο του Louis Proyect, που ανακτήθηκε από την διεύθυνση http://louisproyect.wordpress.com/category/imperialismglobalization/ προκειμένου να συμβάλλουμε στην όλη συζήτηση.
Ο Palgrave-McMillan, ένας ακαδημαϊκός εκδοτικός οίκος, κυκλοφόρησε μια μελέτη με τίτλο Rethinking Imperialism στην τιμή των $95. Ως παρατηρητής των ειρωνειών των αντικαπιταλιστικών μανιφέστων με τέτοιες καπιταλιστικές τιμές, πρέπει να ευχαριστήσω τους συγγραφείς Γ. Μηλιό και Δ. Σωτηρόπουλο που το έβαλαν και στο διαδίκτυο.

Καθώς το βιβλίο αναφέρεται στην αντιπαράθεση για τον ιμπεριαλισμό στο πλαίσιο του σύγχρονου μαρξισμού, αισθάνθηκα την ανάγκη να το διαβάσω ολόκληρο και ιδιαίτερα από την στιγμή που κάνει κριτική στο βιβλίο του Λένιν για τον Ιμπεριαλισμό και στην Σχολή της Εξάρτησης του Monthly Review που περιλαμβάνει τους Andre Gunder Frank, Samir Amin και άλλους.

Θα αρχίσω παρατηρώντας ότι το βιβλίο μπήκε αργά στο παιχνίδι, καθώς για πρακτικούς λόγους η σχολή της εξάρτησης είναι νεκρή, καθώς η ακαδημαϊκή αριστερά αποφάνθηκε ότι οι Frank, Amin κ.λπ. δεν κατάλαβαν τον μαρξισμό. Οι νεώτεροι ακαδημαϊκοί μαρξιστές αποφάσισαν να παραβλέψουν την αντίληψη «μητρόπολης» και «περιφέρειας» και να δώσουν έμφαση στην κοινωνική τάξη. Κείμενο κλειδί αυτής της αντίληψης ήταν το άρθρο του Robert Brenner το 1977 στο περιοδικό New Left Review που συμπέρανε:
Από αυτή την οπτική, είναι αδύνατον να αποδεχθούμε ότι η θέση του Frank που υιοθετήθηκε από τον Wallerstein ότι η καπιταλιστική «ανάπτυξη υπό υπανάπτυξη» στις περιοχές που αποικιοποιήθηκαν από τους Ευρωπαίους από τον 16ο αιώνα – ειδικά την Καραϊβική, την Νότια Αμερική και την Αφρική και όπως επίσης και τις νότιες περιοχές της Βόρειας Αμερικής – είναι κατανοητή σαν άμεσο αποτέλεσμα της ενσωμάτωσης αυτών των περιοχών στην παγκόσμια αγορά, της υπαγωγής τους στο σύστημα της καπιταλιστικής συσσώρευσης σε παγκόσμια κλίμακα. Ο Frank εξήγησε την εμφάνιση της υπανάπτυξης κυρίως με όρους μεταφοράς του πλεονάσματος από την περιφέρεια στην μητρόπολη και με όρους εξαρτημένου εισαγωγέα των χωρών της περιφέρειας στον παγκόσμιο καταμερισμό εργασίας. Αυτοί οι μηχανισμοί συλλαμβάνουν όψεις της πραγματικότητας της υπανάπτυξης. Όμως εξηγούν ελάχιστα πράγματα για το τι συμβαίνει στις χώρες της περιφέρειας καθώς είναι αναγκαίο να γειωθούν στις κοινωνικές τάξεις και τις παραγωγικές δομές των χωρών αυτών.

Σε περιοδικά όπως το Latin American Perspectives η επίθεση στην αντίληψη μητρόπολης – περιφέρειας συνεχίζεται μαζί με επικλήσεις για επιστροφή στο μαρξισμό προκειμένου να δοθεί ένα τέλος στην χρήση τόσο συγχυσμένων εννοιών όπως η μητρόπολη και η περιφέρεια. 
Τελευταία, ο παλιός μου φίλος Jim Blaut έγραψε The Eurocentric Model of the World, στο οποίο περιέχει μια πολιτική εξήγηση της επίθεσης στον Frank και την παρέα του:

Ο Robert Brenner είναι ένας από τους πιο γνωστούς Ευρωμαρξιστές ιστορικούς. Η επιρροή του οφείλεται στο γεγονός ότι έδωσε ένα κρίσιμο κομμάτι της θεωρίας του Ευρωμαρξισμού σε μια κρίσιμη στιγμή. Αμέσως μετά το τέλος του πολέμου του Βιετνάμ, η  ριζοσπαστική σκέψη είχε στραφεί προς τον Τρίτο Κόσμο και τους αγώνες του επηρεασμένη έντονα από θεωρητικούς όπως οι Cabral, Fanon, Γκεβάρα, James, Μάο. Οι θεωρητικές αυτές προσεγγίσεις έτειναν να εκτοπίζουν την Ευρώπη από την νευραλγικής της θέση ως κέντρο των οικονομικών και κοινωνικών εξελίξεων. Οι Ευρωμαρξιστές, όμως, συνέχιζαν να πιστεύουν ότι η Ευρώπη θα παραμείνει το κέντρο των σημαντικότερων αλλαγών στην παγκόσμια ιστορία και ότι οι βασικές αλλαγές προς τον σοσιαλισμό θα γίνουν σε κάποια ή κάποιες από τις προηγμένες χώρες του ευρωπαϊκού καπιταλισμού και δεν θα φτάσουν στην γηραιά ήπειρο από κάποιες καθυστερημένες τριτοκοσμικές χώρες.

Οι Μηλιός και Σωτηρόπουλος (εφεξής Μ&Σ) είναι περισσότερο φιλόδοξοι από τον Brenner και τους οπαδούς του. Εντοπίζοντας τον Λένιν σαν την πηγή αυτής της θεωρητικής σύγχυσης ακολουθούν τον James T. Kirk για να πάνε «εκεί που κανένας άνθρωπος δεν έχει ξαναπάει». Παρά το ότι οι M&Σ έχουν το θάρρος να αμφισβητήσουν τον Λένιν, οφείλουμε να επισημάνουμε ότι ο μαρξισμός χρειάζεται περισσότερα πράγματα από την εικονομαχία. Και εδώ φυσικά δεν αρκεί να είσαι μόνο εικονοκλάστης. Πρέπει να έχεις και δίκιο.

Οι Μ&Σ ακολουθούν τον Αλτουσεριανό μαρξισμό και τον Νίκο Πουλατζά που είναι ο Έλληνας εκφραστής αυτού του ρεύματος. Στην δική μου περιορισμένη έκθεση σε αυτό το ρεύμα, όπως εκφράζεται στις Η.Π.Α. από το περιοδικό Rethinking Marxism του οποίου το πρώτο συνθετικό του τίτλου του έχουν χρησιμοποιήσει οι Μ&Σ στο βιβλίο τους, έχω διαβάσει ελάχιστα πράγματα που να με προκαλέσουν. Το κύριο παράπονο μου είναι η απουσία ιστορικής διάστασης, η οποία βέβαια δεν είναι τυχαία, δεδομένου ότι το όλο κίνημα στηρίζεται στον στρουκτουραλισμό.

Δεδομένης της επικέντρωσης του Αλτουσεριανού μαρξισμού στον «τρόπο παραγωγής», δεν πρέπει να εκπλήσσει το να δούμε τους Μ&Σ να ορίζουν τον ιμπεριαλισμό με βάση αυτή την έννοια. Για τους συγγραφείς, τα σωστά αναλυτικά εργαλεία προέρχονται από το Κεφάλαιο του Μαρξ και όχι από αμφισβητήσιμες πηγές που επικαλείται ο Λένιν, όπως το βιβλίο του Ρούντολφ Χίλφερντινγκ για τον ιμπεριαλισμό.

Η κρίσιμη διάκριση για τους Μ&Σ είναι η διάκριση ανάμεσα στην απόλυτη και την σχετική υπεραξία. Με απλά λόγια, η απόλυτη υπεραξία παράγεται από ανειδίκευτους εργάτες με τη χρήση απλών εργαλείων που εργάζονται πολλές ώρες ή με άλλα λόγια αυτό που συνέβαινε πριν από τη βιομηχανική επανάσταση. Η σχετική υπεραξία εμπλέκει μηχανές και δεξιότητες σαν αυτές που κυριάρχησαν μετά τη Βιομηχανική Επανάσταση. Μια χώρα που κυριαρχείται από την απόλυτη υπεραξία τείνει να είναι το θύμα του ιμπεριαλισμού, ενώ εκείνες που χαρακτηρίζονται από την σχετική τελευταία τείνουν να είναι ο θύτης.
Οι Μ&Σ γράφουν:

Οι μετασχηματισμοί που περιγράψαμε, που εφαρμόζονται σε όλα τα κοινωνικά επίπεδα στους προηγμένους καπιταλιστικούς σχηματισμούς, διακρίνουν την μορφή της καπιταλιστικής κυριαρχίας ακόμη και στην πρώτη περίοδο μετά την βιομηχανική επανάσταση τον 10ο αιώνα (καπιταλισμός της απόλυτης υπεραξίας) από την μετέπειτα μορφή αυτής της κυριαρχίας (καπιταλισμός της σχετικής υπεραξίας). Αυτό που μετατράπηκε δεν είναι ο νόμος της συσσώρευσης του κεφαλαίου που αντιστοιχεί στον καπιταλιστικό τρόπο παραγωγής, αλλά οι συνθήκες και οι μορφές της εμφάνισης των καπιταλιστικών σχέσεων σε ιστορική προοπτική. Με άλλα λόγια, αυτό είναι ένα ζήτημα του ιστορικού μετασχηματισμού του συσχετισμού δύναμης και κατά συνέπεια των οργανωτικών μορφών της εξουσίας στους αναπτυγμένους καπιταλιστικούς σχηματισμούς.
Σε αυτό το τροποποιημένο κοινωνικό, πολιτικό, θεσμικό και διεθνές πλαίσιο, οι προϋποθέσεις που διαμορφώθηκαν οδήγησαν στην άνοδο του εθνικισμού σε όλες τις χώρες του αναπτυγμένου καπιταλισμού και στην εντατικοποίηση των ανταγωνισμών ανάμεσα τους στη διεθνή σκηνή, πάνω στις αγορές, τις αποικίες και την πολιτική επιρροή.  Η εποχή του κλασικού ιμπεριαλισμού είναι έτσι το συγκεκριμένο ιστορικό αποτέλεσμα των ανταγωνισμών και αντιθέσεων που εμφανίσθηκαν κατά τη μετάβαση του αναπτυγμένου καπιταλιστικού κοινωνικού σχηματισμού στον καπιταλισμό της σχετικής υπεραξίας και όχι η έκφραση του μετασχηματισμού του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής (από το στάδιο του ανταγωνιστικού στο στάδιο του μονοπωλιακού καπιταλισμού).

Όλα αυτά είναι καλά, αλλά εξηγούν ελάχιστα πως μια αναπτυγμένη χώρα πέρασε από την απόλυτη στην σχετική υπεραξία. Για παράδειγμα, για να πραγματοποιηθεί αυτό το πέρασμα στην Βρετανία εισήχθησαν μηχανές στην κλωστοϋφαντουργία την ίδια στιγμή που η Ινδία παρέμενε βυθισμένη στα χειροποίητα προϊόντα. Έτσι, μια τέτοια μελέτη περιλαμβάνει την εξέταση των σχέσεων των δύο χωρών, την σημασία της χρήσης στρατιωτικής δύναμης και άλλων μέσων εξαναγκασμού της Βρετανίας έναντι των Ινδιών που βρίσκονται στο επίκεντρο του ντεμοντέ κόσμου των Samir Amin και Andre Gunder Frank.

Το όγδοο κεφάλαιο του Rethinking Imperialism (Internationalization of Capital – Διεθνοποίηση του κεφαλαίου) είναι το κλειδί της ανάλυσης των Μ&Σ, δεδομένου ότι-σε αντίθεση με όλα τα υπόλοιπα – οι συγγραφείς κατεβαίνουν από τον αιθέριο κόσμο της θεωρίας στον κόσμο των οικονομικών δεδομένων. Είναι η μόνη θέση στο βιβλίο όπου θα βρείτε, για παράδειγμα, ένα πίνακα σχετικά με την κατανομή των άμεσων ξένων επενδύσεων ανά περιοχή, αυτό δηλαδή που βρίσκεται σχεδόν σε κάθε σελίδα στο βιβλίο του Λένιν.

Οι M&Σ αρχίζουν κατασκευάζοντας ένα επιχείρημα που το έχω ακούσει και στο παρελθόν: ότι η θεωρία του Λένιν και των διαδόχων του ξεκινούσε από είδος αριστοκρατίας της εργασίας, ακόμη και όταν ούτε ο Λένιν ούτε οι διάδοχοι του δεν χρησιμοποιούν αυτόν τον όρο. Γράφουν οι Μ&Σ:

Το μοντέλο μητρόπολη – περιφέρεια εξωραΐζει αποτελεσματικά τον καπιταλισμό της μητρόπολης. Ο εκμεταλλευτικός και παράλογος χαρακτήρας του συστήματος μπορεί να καταδικάζεται, όμως το βασικό πολιτικό συμπέρασμα που βγαίνει αναφορικά με την μητρόπολη είναι ίδιο με εκείνο της κυρίαρχης ιδεολογίας. Τα συμφέροντα της εργατικής τάξης και των λαϊκών μαζών της μητρόπολης συγκλίνουν με εκείνα των κυρίαρχων τάξεων των χωρών αυτών, καθώς οι εργαζόμενοι επωφελούνται από την εκμετάλλευση της περιφέρειας και το κοινωνικό σύστημα αναπτύσσεται και εξελίσσεται με τέτοιο τρόπο ώστε να αμβλύνονται οι συγκρούσεις στο εσωτερικό του.

Πόσο περίεργο είναι που οι M & Σ κατηγορούν τον Λένιν για ρεβιζιονισμό όταν μπορείτε να διαβάσετε σχετικά εδάφια στους  Μαρξ και ο Ένγκελς. Το 1916, ο Λένιν στο δοκίμιο του Ιμπεριαλισμός και η διάσπαση του σοσιαλισμού παραθέτει κείμενα των Μαρξ και Ένγκελς, αυτών των δύο «αυθεντιών» του «τρόπου παραγωγής». Σε γράμμα του στον Μαρξ, στις 7 Οκτωβρίου 1858, ο Ένγκελς έγραφε: «… το αγγλικό προλεταριάτο πράγματι αστοποιείται όλο και πιο πολύ, έτσι ώστε το πιο αστικό από όλα τα έθνη να θέλει να έχει μια αστική αριστοκρατία και ένα αστικό προλεταριάτο, δίπλα σε αυτήν. Για ένα έθνος που εκμεταλλεύεται όλον τον κόσμο αυτό ως είναι ένα βαθμό δικαιολογημένο». Σε μια επιστολή του στον Sorge, με ημερομηνία 21 Σεπτεμβρίου 1872, ο Ένγκελς τον πληροφορεί ότι ο Hales εξασφάλισε στο Συμβούλιο της Διεθνούς ψήφο μομφής κατά του Μαρξ επισημαίνοντας ότι «οι Άγγλοι εργατικοί ηγέτες είχαν ξεπουληθεί». Ο Μαρξ έγραψε στον Sorge στις 4 Αυγούστου 1872: «Όσο για τους εργάτες των πόλεων εδώ [στην Αγγλία] είναι ότι όλο το πακέτο των ηγετών δεν μπήκε στο Κοινοβούλιο. Αυτός θα ήταν ο πιο σίγουρος τρόπος για να απαλλαγούμε από όλους αυτούς. Σε επιστολή του προς τον Μαρξ, με ημερομηνία 11 του Αυγούστου 1881, ο Ένγκελς μιλάει για «τα πολύ χειρότερα αγγλικά συνδικάτα που επιτρέπουν στον εαυτό τους να καθοδηγούνται  από άνδρες που έχουν πουληθεί ή το καλύτερο που πληρώνονται από την αστική τάξη». Σε επιστολή προς τον Κάουτσκι, στις 12 Σεπτεμβρίου 1882, ο Ένγκελς γράφει: «Με ρωτάτε τι σκέπτονται οι Άγγλοι εργάτες για την αποικιακή πολιτική. Λοιπόν, ακριβώς το ίδιο που σκέφτονται για την πολιτική γενικά. Δεν υπάρχει κανένα κόμμα των εργαζομένων εδώ. Υπάρχουν μόνο Συντηρητικοί και Φιλελεύθεροι – Ριζοσπάστες και οι εργάτες μοιράζονται επιδεικτικά το μερίδιο της μονοπώλησης της παγκόσμιας αγοράς και των αποικιών από την Αγγλία». Στις 7 Δεκέμβρη του 1889, ο Ένγκελς έγραφε στον Sorge: «Το πιο αποκρουστικό πράγμα εδώ [στην Αγγλία] είναι ο αστικός σεβασμός που έχει αναπτυχθεί βαθιά μέσα στα κόκκαλα των εργατών… Ακόμη και ο Tom Mann, τον οποίο θεωρώ ως τον καλύτερο εδώ, να γευματίζει με τον Δήμαρχο Λόρδο. Αν κάποιος τον συγκρίνει με τον Γάλλο αμέσως καταλαβαίνει ότι η επανάσταση είναι καλή αλλά μετά από όλα τα άλλα». Σε μια επιστολή, με ημερομηνία 19η Απριλίου του 1890: «Όμως κάτω από την επιφάνεια, το κίνημα [της εργατικής τάξης στην Αγγλία] που είναι σε εξέλιξη, αγκαλιάζει όλο και μεγαλύτερα τμήματα κυρίως από τα χαμηλότερα στρώματα. Δεν είναι μακριά η μέρα που αυτή η τεράστια μάζα θα βρεθεί σε κίνηση». Στις 4 Μαρτίου 1891: «Η αποτυχία της καταρρέουσας Ένωσης Λιμενεργατών, τα  «παλιά» συντηρητικά συνδικάτα, πλούσια και ως εκ τούτου δειλά, παραμένουν τα μόνα στο γήπεδο…». 14 Σεπτεμβρίου 1891: οι Συνδικαλιστικές Οργανώσεις του   Newcastle  των παλαιών συνδικαλιστών, αντίθετοι στο οκτάωρο νικήθηκαν και οι  αστικές φυλλάδες αναγνωρίζουν την ήττα του αστικού εργατικού κόμματος (με πλάγια στο κείμενο του Ένγκελς).

Οι Μ&Σ θέτουν το επόμενο ερώτημα:

Πώς μπορεί να εξηγήσει κάποιος ότι το αναλογικό μερίδιο των διεθνών κινήσεων κεφαλαίων και του διεθνούς εμπορίου που διοχετεύεται προς τον Τρίτο Κόσμο παραμένει πάντα μικρό σε σύγκριση με τα αντίστοιχα μερίδια των ανεπτυγμένων καπιταλιστικών χωρών; Αν ο στόχος του ιμπεριαλισμού, σύμφωνα με τον Λένιν, είναι η απόσπαση υπερκερδών, τότε πώς μπορεί κανείς να εξηγήσει το γεγονός ότι οι ΗΠΑ επενδύουν πολύ περισσότερο σε περιοχές όπως ο Καναδάς ή η Βρετανία από τη Νιγηρία και τις Φιλιππίνες; Επιπλέον, ισχυρίζονται ότι η «περιφέρεια» των χωρών που προσελκύουν τις περισσότερες άμεσες ξένες επενδύσεις είναι αυτές που χαρακτηρίζονται από «ταχεία οικονομική ανάπτυξη», όπως είναι σήμερα η Κίνα, η Ταϊβάν και η Νότια Κορέα τη δεκαετία του 1980.

Ίσως δεν έχουν εξετάσει τη δυνατότητα ότι «ταχεία οικονομική ανάπτυξη» και «περιφέρεια» δεν αλληλοαποκλείονται. Η χώρα που βίωσε την πιο «γρήγορη οικονομική ανάπτυξη» στην Κεντρική Αμερική στη δεκαετία του 1960 ήταν η Νικαράγουα του Σομόζα που εισήγαγε όρους παραγωγής «σχετικής υπεραξίας» σε ολόκληρη την ύπαιθρο. Οι αγρότες διώχθηκαν από τη γη τους προκειμένου να δουλέψουν σε εξαιρετικά προηγμένες φυτείες βαμβακιού που χρησιμοποιούσαν  αεροπλάνα για τον ψεκασμό των καλλιεργειών και σε φάρμες βοοειδών. Αλλά αυτό το είδος της ανάπτυξης ήταν καταστροφική για την πλειοψηφία του πληθυσμού, ο οποίος τάχθηκε σύντομα ενάντια στην στηριγμένη από τις ιμπεριαλιστικές δυνάμεις δικτατορία.

Αυτό που λένε οι Μ&Σ για το «αγροτικό ζήτημα» δεν είναι καθόλου καθησυχαστικό:

Εμείς υποστηρίξαμε παραπάνω ότι η ικανότητα της αστικής τάξης των λιγότερο ανεπτυγμένων χωρών [λιγότερο αναπτυγμένων χωρών] να επεκτείνει την επιρροή της στους ανταγωνιστικούς (προ-καπιταλιστικούς) τρόπους παραγωγής προκειμένου να τους διαλύσει είναι η σημαντικότερη προϋπόθεση για την καπιταλιστική ανάπτυξη.

Σε κοινωνικούς σχηματισμούς όπου οι προκαπιταλιστικοί τρόποι παραγωγής συνεχίζουν να αναπαράγονται σε διευρυμένη κλίμακα, οι καπιταλιστικές σχέσεις παραγωγής και η συσσώρευση κεφαλαίου περιορίζονται (ό,τι έχει περιγραφεί ως«δυϊσμός», κλπ., βλ. κεφάλαιο 2) ακόμη και αν στο επίπεδο της κοινωνίας και του κράτους συνολικά ο καπιταλιστικός τρόπος παραγωγής είναι κυρίαρχος.   
Από αυτόν τον ορισμό, χώρες όπως το Ελ Σαλβαδόρ, το Εκουαδόρ, η Κολομβία και η Ονδούρα θα έπρεπε να ήταν οι πρώτοι υποψήφιοι για μια «καπιταλιστική απογείωση», δεδομένου ότι σε όλες έχει εξαφανισθεί η οικιακή γεωργία με σκοπό την επιβίωση (αυτό που οι Μ&Σ αποκαλούν προκαπιταλιστική γεωργία). Όμως, δεν έχουν γίνει όπως η Κίνα, η Ταϊβάν και η Νότια Κορέα. Παραμένουν χώρες εξαγωγής αγροτικών προϊόντων μέσω των οποίων πλουτίζουν οι πλούσιοι ιδιοκτήτες φυτειών που ζουν στην χλιδή. Η εκμηχάνιση της αγροτικής παραγωγής δεν έχει κάνει τίποτα άλλο εκτός από την αύξηση του εφεδρικού στρατού των ανέργων, οι οποίοι ψάχνουν απεγνωσμένα να βρουν ένα δρόμο προς τις ΗΠΑ προκειμένου να πουλάνε τσίχλες στους δρόμους (ο «ανεπίσημος τομέας της οικονομίας») και τις κινήσεις ανταρτών που είναι αποφασισμένοι να σπάσουν τον κύκλο της εξάρτησης.

Όπως αναγνωρίζουν οι περισσότεροι, συμπεριλαμβανομένων των M & S, οι απόψεις του Λένιν για τον ιμπεριαλισμό ήταν στενά συνδεδεμένα με αυτό που ονομάστηκε «εθνικό ζήτημα». Οι απόψεις τους στο ζήτημα αυτό, όπως εκτίθενται στο τέταρτο κεφάλαιο του βιβλίου τους, μάλλον ενοχλητικές. Με διάφορους τρόπους, η εχθρότητα τους απέναντι στον εθνικό αγώνα θυμίζει την Αυτοκρατορία των Hardt και Negri, όπου ο αγώνας για εθνική χειραφέτηση θεωρείται «δηλητηριώδες χάπι».

Οι Μ&Κ γράφουν:
Μέσα σε ένα έθνος-κράτος, το έθνος εκδηλώνεται ως μια ολοκληρωτική τάση: η ενσωμάτωση των πληθυσμών από το κράτος στο κύριο σώμα του έθνους και η διαφοροποίηση μέσω των αρνητικών διακρίσεων σε βάρος όποιου δεν έχει γίνει μέρος του έθνους που φτάνει, μερικές φορές, μέχρι το σημείο της απέλασης του από το κυρίως σώμα του έθνους.

Ιστορικά, η διαδικασία της πολιτικής διάρθρωσης ενός έθνους μέσα από την επίτευξη της ανεξαρτησίας γενικά περιγράφεται από την άποψη της «τάσης προς την ελευθερία»: χειραφέτηση από μια αυτοκρατορία ή μια πολυεθνική κρατική οντότητα (ενσωματώνοντας  – για αυτούς που αναζητούν  την εθνική ανεξαρτησία - εθνική υποδούλωση και καταπίεση). Η «τάση προς την ελευθερία» συχνά εκδηλώνεται μέσα από την αμετάκλητη απόφαση των μεγάλων τμημάτων του πληθυσμού, που επιδιώκουν την ανεξαρτησία, να εφαρμοστεί η αρχή του «Ελευθερία ή Θάνατος», θυσιάζοντας τη ζωή τους για χάρη της εθνικής ολοκλήρωσης σε ένα ανεξάρτητο έθνος-κράτος.

Παραπέμποντας τον Πουλαντζά, οι Μ&Σ βρίσκουν ότι όλη η πάλη για αυτοπροσδιορισμό μπορεί να είναι δυνητικά επικίνδυνη και αντιδραστική:

Η εθνική ενότητα (...) ιστορικοποιεί ένα έδαφος και εδαφοποιεί την ιστορία [...]. Οι παραγόμενες περιχαράξεις από την διαδικασία διαμόρφωσης ενός λαού σε έθνος είναι τρομερές, επειδή είναι ολοκληρωτικά και κεφαλαιοποιούνται από το κράτος.  Η γενοκτονία είναι η εξάλειψη των «ξένων σωμάτων» της εθνικής ιστορίας και του εδάφους: εξορίζονται πέρα από το χώρο και το χρόνο [...] Τα στρατόπεδα συγκέντρωσης, όπου κλείνονται οι «εχθροί του έθνους», είναι μια σύγχρονη εφεύρεση που λειτουργούν προσθετικά στα σύνορα με όσους η εθνική τους ιστορικότητα εκκρεμεί.

Έτσι δεν πρέπει να αναρωτιέται κανείς γιατί η οπτική του Λένιν για τον ιμπεριαλισμό πρέπει να γίνει στόχος επίθεσης, καθώς μπορεί να οδηγήσει σε στρατόπεδα συγκέντρωσης .

Ενάντια σε αυτή την δύσπεπτη οπτική, η λενινιστική παράδοση ήταν πάντα υπέρ της κατάκτησης της ανεξαρτησίας των καταπιεσμένων εθνών.  Η υποστήριξη της θέσης ότι η ανεξαρτησία από τον αποικιακό ζυγό ανοίγει την πόρτα σε «τάσεις ολοκληρωτισμού» οδηγεί αναπόφευκτα σε εχθρική στάση απέναντι σε πρόσφατους αγώνες όπως του Ανατολικού Τιμόρ, των Παλαιστινίων ή των λαών μεγάλου μέρους της Αφρικής την δεκαετία του 1960. Ειλικρινά, δεν έχει σημασία ότι μια τοπική αστική τάξη έχει αντικαταστήσει τον άποικο. Η Κομιντέρν ευνοούσε τα εθνικοαπελευθερωτικά κινήματα ακόμη και αν το αποτέλεσμά τους δεν μπορούσε να είναι εγγυημένο εκ των προτέρων. Το σύνθημα «Ελευθερία ή Θάνατος» για τον ινδονησιακό, τον Αιγυπτιακό ή τον λαό του Βιετνάμ ήταν κατανοητό, διότι ζούσαν σαν υποδεέστερος λαός υπό ξένη κυριαρχία. Καταλαβαίνουμε ότι ο Nasser στην Αίγυπτο προάσπιζε τα συμφέροντα της αστικής τάξης όταν κατέλαβε τη Διώρυγα του Σουέζ. Όμως, η θέση του μαρξισμού δεν μπορεί να είναι «να πέσει χολέρα και στα δύο σπίτια» όταν ισχυρά έθνη κράτη όπως η Βρετανία και η Γαλλία επιτίθενται σε ένα αδύναμο όπως η Αίγυπτος. Η υιοθέτηση μιας τέτοιας στάση μας βάζει εμμέσως με το μέρος των ιμπεριαλιστών.  Μπορούν να ειπωθούν πολύ περισσότερα, αλλά θα ολοκληρώσω εδώ. Το άρθρο του Λένιν για τον ιμπεριαλισμό γράφτηκε κατά την διάρκεια της μεγαλύτερης κρίσης που αντιμετώπισε ο μαρξισμός μέχρι εκείνη την εποχή στην ιστορία του. Σοσιαλιστές βουλευτές ψήφισαν υπέρ της αύξησης των πολεμικών δαπανών την στιγμή που η εργατική τάξη σφαγιάζονταν. Ο Λένιν δεν ενδιαφέρονταν να κατασκευάσει μια διαχρονική «θεωρία» του ιμπεριαλισμού. Ήθελε να δείξει τους δεσμούς του μονοπωλιακού καπιταλισμού και του πολέμου, μια σχέση που δυστυχώς απουσιάζει από το Rethinking imperialism. Αν υπάρχει κάτι που εξακολουθεί να ισχύει από το κείμενο του Λένιν είναι αυτό: ο ιμπεριαλισμός και ο πόλεμος είναι αξεχώριστοι. Τέλος, αν ο ιμπεριαλισμός δεν ανατραπεί τότε σίγουρα θα χαθεί από έναν πυρηνικό πόλεμο που παραμένει μια πιθανότητα, εφόσον το ιμπεριαλιστικό σύστημα υπάρχει.
Για μια καλή σύνοψη των στόχων που είχε ο Λένιν γράφοντας τον Ιμπεριαλισμό: το ανώτατο στάδιο του καπιταλισμού θα τελειώσω με τα λόγια του Neil Harding στο πάντα χρήσιμο βιβλίο του  Lenin’s Political Thought:

Ο στόχος του Λένιν στο Ιμπεριαλισμός: το ανώτατο στάδιο του καπιταλισμού ήταν να παράσχει μια συνεκτική οικονομική ανάλυση για την σοσιαλιστική και επαναστατική στρατηγική σε διεθνές επίπεδο που είχε αρχίσει να αναπτύσσεται από τις πρώτες μέρες του πολέμου.  Προσπάθησε συγκεκριμένα να αποδείξει ότι ο καπιταλισμός δεν ήταν απλώς σε παρακμή έχοντας εξαντλήσει τον προοδευτικό του ρόλο στην ιστορία. Είχε μετατραπεί, στην ιμπεριαλιστική του φάση, σε ένα παρασιτικό και καταπιεστικό σύστημα.

Αυτά ήταν, φυσικά, μακριά από ακαδημαϊκές μονάδες. Η ανησυχία του Λένιν δεν ήταν να κατασκευάσει μια αφηρημένη ιστοριογραφία της ανάπτυξης του καπιταλισμού. Ήταν να πείσει όλους εκείνους που αποκαλούσαν τους εαυτούς τους μαρξιστές ότι ο είχε φτάσει η ώρα για επαναστατική δράση που θα ανέτρεπε τον καπιταλισμό, καθώς η ανατροπή του είχε γίνει επιτακτική ανάγκη. Πρωταρχική του πρόθεση ήταν να τονίσει σε όλους τους λιπόψυχους - που επικαλούνταν το επιχείρημα ότι δεν είχαν ωριμάσει οι συνθήκες, ότι ο καπιταλισμός δεν είχε εξαντλήσει ακόμη το προοδευτικό δυναμικό του- ότι ο καπιταλισμός είχε εξαντληθεί. Σκοπός του ήταν να πείσει όλους τους λιπόψυχους που προσπαθούσαν να αποφύγουν την πραγματικότητα μιας επαναστατικής κατάστασης. Όλους τους υποστηρικτές της δυνατότητας μιας μεταπολεμικής ιμπεριαλιστικής ειρήνης, τους ονειροπόλους ειρηνιστές, τους φιλάνθρωπους που θεωρούσαν ότι η αναδιανομή του εισοδήματος θα ήταν η λύση για τον ιμπεριαλισμό. Όλους αυτούς ο Λένιν τους κοίταξε στο πρόσωπο, υποστηρίζοντας την επανάσταση.   
πηγή

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου