Ευστράτιος Παπάνης, Επίκουρος Καθηγητής Κοινωνιολογίας Πανεπιστημίου Αιγαίου
Παναγιώτης Γιαβρίμης, Λέκτορας τμήματος Κοινωνιολογίας Πανεπιστημίου Αιγαίου
H πολυπολιτισμικότητα της ελληνικής κοινωνίας, ως αποτέλεσμα της συνύπαρξης πολλών διαφορετικών πολιτισμών, οδήγησε στη δημιουργία φαινομένων, όπως ο κοινωνικός ρατσισμός, η ξενοφοβία, ο εθνοκεντρισμός, η κοινωνική αδικία και ο κοινωνικός αποκλεισμός. Οι διαδικασίες μέσω των οποίων οι μειονοτικές ομάδες οδηγούνται στον κοινωνικό αποκλεισμό είναι πολλές και υφίστανται και στην εκπαίδευση .Το σχολείο μπορεί να λειτουργήσει αφενός ως ένας ισχυρός μηχανισμός κοινωνικού αποκλεισμού, καθώς μπορεί έμμεσα να αποκλείσει μειονότητες από την εκπαιδευτική διαδικασία και αφετέρου ως ένας παράγοντας κοινωνικής και πολιτισμικής ένταξης παιδιών, ειδικών ομάδων και μειονοτήτων. Η εκπαίδευση στο πλουραλιστικό σχολείο θα πρέπει να έχει διαπολιτισμικό χαρακτήρα, να διέπεται από την αρχή της ισότητας των πολιτισμών, να αποσκοπεί στην ισότητα ευκαιριών για όλους, να τίθεται κατά των κοινωνικών, γλωσσικών, πολιτισμικών, θρησκευτικών διακρίσεων και να μην αντιμετωπίζει την πολιτισμική ετερότητα ως απειλή για την κοινωνική συνοχή. Το σχολείο ως δομή, λειτουργία και περιεχόμενο είναι αναγκαίο να προσαρμόζεται στη δομή της κοινωνίας, τη λειτουργία της οικογένειας και το περιεχόμενο των εμπειριών των μαθητών.
Σχετική έρευνα εκπονήθηκε κατά το έτος 2007 από το Συμβουλευτικό Σταθμό του Πανεπιστημίου Αιγαίου, με σκοπό να μελετηθεί ή στάση των εκπαιδευτικών, των γονέων και των παιδιών των μεταναστών/παλιννοστούντων. Στην έρευνα συμμετείχαν οι φοιτητές Κοινωνιολογίας Βλαδίμηρος Ιασωνίδης και Ελπίδα Γιαννακού. Η έρευνα ήταν πιλοτική με δείγμα 100 ατόμων από κάθε πληθυσμιακή ομάδα (γονείς, εκπαιδευτικοί, μαθητές)
Αρχικά μελετήθηκε ο βαθμός συνεργασίας των γονέων και των εκπαιδευτικών σε θέματα διαπολιτισμικής εκπαίδευσης. Παρατηρήθηκε ότι μόλις το 26% των γηγενών γονέων επισκέπτονται σχετικά συχνά τους εκπαιδευτικούς για να ενημερωθούν από αυτούς, ενώ το 5% των αλλοδαπών συχνά ή αρκετά συχνά παρουσιάζει ανάλογη συμπεριφορά. Από τα αποτελέσματα διεφάνη η ανάγκη για σωστή διαχείριση της διαφορετικότητας που θα ενθαρρύνει την συνεργασία μεταξύ των βασικών φορέων κοινωνικοποίησης. Το 69% των εκπαιδευτικών θεωρεί ότι οι γηγενείς γονείς βοηθούν αρκετά τα παιδιά τους, ενώ αντίστοιχο ποσοστό των εκπαιδευτικών πιστεύει ότι οι αλλοδαποί /παλιννοστούντες δεν προσφέρουν την αναγκαία βοήθεια. Σε αυτό το σημείο τίθεται το θέμα γνώσης και χρήσης της ελληνικής γλώσσας, το οποίο δρα ανασταλτικά. Το 31% των γηγενών μαθητών αντιμετωπίζει προβλήματα προσαρμογής στο σχολείο, σύμφωνα πάντα με την άποψη των εκπαιδευτικών που συμμετείχαν στην έρευνα, ενώ το αντίστοιχο ποσοστό των αλλοδαπών/παλιννοστούντων μαθητών ανέρχεται στο 46%. Οι αλλοδαποί μαθητές που αριστεύουν και γίνονται σημαιοφόροι είναι η εξαίρεση. Οι περισσότεροι, παρά τις δυνατότητες μάθησης που διαθέτουν, εγκαταλείπουν το σχολείο ή δεν φτάνουν στις ανώτερες βαθμίδες εκπαίδευσης.
Οι παρέες των γηγενών και αλλοδαπών μαθητών στην πλειονότητά τους είναι μεικτές, αποτελούνται δηλαδή και από γηγενείς και από μετανάστες, γεγονός που επιβεβαιώνει την έλλειψη ρατσιστικών φαινομένων. Οι πλειονότητα των απόψεων των Ελλήνων μαθητών για τους αλλοδαπούς/παλιννοστούντες και αντίστροφα είναι συντριπτικά θετικές.
Αντίθετα, οι παρέες των αλλοδαπών γονέων περιλαμβάνουν σχεδόν αποκλειστικά μόνο ομοεθνείς τους και μόλις 10% από Έλληνες γεγονός που παραπέμπει σε φαινόμενα ηθελημένης ή ακούσιας γκετοποίησης ή και περιθωριοποίησης.
Η λύση για την αντιμετώπιση της διαφορετικότητας είναι η ίδρυση διαπολιτισμικών σχολείων, στα οποία θα συνεκπαιδεύονται ισότιμα τα παιδιά των γηγενών και αλλοδαπών/ παλιννοστούντων. Το γεγονός ότι η Ελλάδα αντιμετωπίζει σοβαρό δημογραφικό πρόβλημα καθιστά αναγκαία την υιοθέτηση εκπαιδευτικών πολιτικών, που θα στοχεύουν στην εξάλειψη φαινομένων σχολικής διαρροής και στην ενσωμάτωση των μεταναστών, καθώς αυτοί θα αποτελέσουν το εργατικό δυναμικό της χώρας μελλοντικά.
Παναγιώτης Γιαβρίμης, Λέκτορας τμήματος Κοινωνιολογίας Πανεπιστημίου Αιγαίου
H πολυπολιτισμικότητα της ελληνικής κοινωνίας, ως αποτέλεσμα της συνύπαρξης πολλών διαφορετικών πολιτισμών, οδήγησε στη δημιουργία φαινομένων, όπως ο κοινωνικός ρατσισμός, η ξενοφοβία, ο εθνοκεντρισμός, η κοινωνική αδικία και ο κοινωνικός αποκλεισμός. Οι διαδικασίες μέσω των οποίων οι μειονοτικές ομάδες οδηγούνται στον κοινωνικό αποκλεισμό είναι πολλές και υφίστανται και στην εκπαίδευση .Το σχολείο μπορεί να λειτουργήσει αφενός ως ένας ισχυρός μηχανισμός κοινωνικού αποκλεισμού, καθώς μπορεί έμμεσα να αποκλείσει μειονότητες από την εκπαιδευτική διαδικασία και αφετέρου ως ένας παράγοντας κοινωνικής και πολιτισμικής ένταξης παιδιών, ειδικών ομάδων και μειονοτήτων. Η εκπαίδευση στο πλουραλιστικό σχολείο θα πρέπει να έχει διαπολιτισμικό χαρακτήρα, να διέπεται από την αρχή της ισότητας των πολιτισμών, να αποσκοπεί στην ισότητα ευκαιριών για όλους, να τίθεται κατά των κοινωνικών, γλωσσικών, πολιτισμικών, θρησκευτικών διακρίσεων και να μην αντιμετωπίζει την πολιτισμική ετερότητα ως απειλή για την κοινωνική συνοχή. Το σχολείο ως δομή, λειτουργία και περιεχόμενο είναι αναγκαίο να προσαρμόζεται στη δομή της κοινωνίας, τη λειτουργία της οικογένειας και το περιεχόμενο των εμπειριών των μαθητών.
Σχετική έρευνα εκπονήθηκε κατά το έτος 2007 από το Συμβουλευτικό Σταθμό του Πανεπιστημίου Αιγαίου, με σκοπό να μελετηθεί ή στάση των εκπαιδευτικών, των γονέων και των παιδιών των μεταναστών/παλιννοστούντων. Στην έρευνα συμμετείχαν οι φοιτητές Κοινωνιολογίας Βλαδίμηρος Ιασωνίδης και Ελπίδα Γιαννακού. Η έρευνα ήταν πιλοτική με δείγμα 100 ατόμων από κάθε πληθυσμιακή ομάδα (γονείς, εκπαιδευτικοί, μαθητές)
Αρχικά μελετήθηκε ο βαθμός συνεργασίας των γονέων και των εκπαιδευτικών σε θέματα διαπολιτισμικής εκπαίδευσης. Παρατηρήθηκε ότι μόλις το 26% των γηγενών γονέων επισκέπτονται σχετικά συχνά τους εκπαιδευτικούς για να ενημερωθούν από αυτούς, ενώ το 5% των αλλοδαπών συχνά ή αρκετά συχνά παρουσιάζει ανάλογη συμπεριφορά. Από τα αποτελέσματα διεφάνη η ανάγκη για σωστή διαχείριση της διαφορετικότητας που θα ενθαρρύνει την συνεργασία μεταξύ των βασικών φορέων κοινωνικοποίησης. Το 69% των εκπαιδευτικών θεωρεί ότι οι γηγενείς γονείς βοηθούν αρκετά τα παιδιά τους, ενώ αντίστοιχο ποσοστό των εκπαιδευτικών πιστεύει ότι οι αλλοδαποί /παλιννοστούντες δεν προσφέρουν την αναγκαία βοήθεια. Σε αυτό το σημείο τίθεται το θέμα γνώσης και χρήσης της ελληνικής γλώσσας, το οποίο δρα ανασταλτικά. Το 31% των γηγενών μαθητών αντιμετωπίζει προβλήματα προσαρμογής στο σχολείο, σύμφωνα πάντα με την άποψη των εκπαιδευτικών που συμμετείχαν στην έρευνα, ενώ το αντίστοιχο ποσοστό των αλλοδαπών/παλιννοστούντων μαθητών ανέρχεται στο 46%. Οι αλλοδαποί μαθητές που αριστεύουν και γίνονται σημαιοφόροι είναι η εξαίρεση. Οι περισσότεροι, παρά τις δυνατότητες μάθησης που διαθέτουν, εγκαταλείπουν το σχολείο ή δεν φτάνουν στις ανώτερες βαθμίδες εκπαίδευσης.
Οι παρέες των γηγενών και αλλοδαπών μαθητών στην πλειονότητά τους είναι μεικτές, αποτελούνται δηλαδή και από γηγενείς και από μετανάστες, γεγονός που επιβεβαιώνει την έλλειψη ρατσιστικών φαινομένων. Οι πλειονότητα των απόψεων των Ελλήνων μαθητών για τους αλλοδαπούς/παλιννοστούντες και αντίστροφα είναι συντριπτικά θετικές.
Αντίθετα, οι παρέες των αλλοδαπών γονέων περιλαμβάνουν σχεδόν αποκλειστικά μόνο ομοεθνείς τους και μόλις 10% από Έλληνες γεγονός που παραπέμπει σε φαινόμενα ηθελημένης ή ακούσιας γκετοποίησης ή και περιθωριοποίησης.
Η λύση για την αντιμετώπιση της διαφορετικότητας είναι η ίδρυση διαπολιτισμικών σχολείων, στα οποία θα συνεκπαιδεύονται ισότιμα τα παιδιά των γηγενών και αλλοδαπών/ παλιννοστούντων. Το γεγονός ότι η Ελλάδα αντιμετωπίζει σοβαρό δημογραφικό πρόβλημα καθιστά αναγκαία την υιοθέτηση εκπαιδευτικών πολιτικών, που θα στοχεύουν στην εξάλειψη φαινομένων σχολικής διαρροής και στην ενσωμάτωση των μεταναστών, καθώς αυτοί θα αποτελέσουν το εργατικό δυναμικό της χώρας μελλοντικά.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου